Ο απατηλός καθρέφτης, Ρενέ Μαγκρίτ, 1915. Ο Μαγκρίτ παίζει το δικό του παιχνίδι της αντιστροφής και αμφισβητεί τι είναι "έξω" και τι είναι "μέσα". Το υπερμέγεθες ανθρώπινο μάτι, αντί να μας επιτρέπει να δούμε τι βρίσκεται μέσα στο εσωτερικό της ανθρώπινης ψυχής, αντανακλά αυτό που βρίσκεται έξω, δηλαδή έναν ουρανό με σύννεφα *.
Ο όρος «Μεταφυσική» έχει προκύψει από το έργο «Μετά τα Φυσικά» του Αριστοτέλη. Πρώτος ο Αβερρόης, άραβας φιλόσοφος του 12ου μ.Χ. αιώνα χρησιμοποιεί τον όρο «μεταφυσική». Πολύ όμως νωρίτερα ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος ( 1ος π.Χ. αι. ) με τον όρο «Μετά τα Φυσικά» δήλωνε τα συγγράμματα του Αριστοτέλη που ακολουθούσαν εκείνα που ασχολούνταν με τη φύση. Ήταν δηλαδή στη σειρά συγγράμματα μετά τα «φυσικά.»
Στα κείμενα αυτά από την εποχή των
νεοπλατωνικών κιόλας αποδόθηκε μια μεταφορική σημασία, που υπαινισσόταν τις Αριστοτελικές
έρευνες τις αναφερόμενες σε στοιχεία και φαινόμενα πέρα ή πάνω από τα φυσικά
φαινόμενα. Τα «Μετά τα Φυσικά» δηλαδή ερευνούσαν τον υπεραισθητό κόσμο και τις
αρχές των όντων.
Αυτήν την καινούργια πνευματική επίδοση ο Αριστοτέλης την ονομάζει «Πρώτη φιλοσοφία», γιατί θεωρούσε ότι αναφορικά με όλες τις άλλες επιστήμες κατείχε την αξιωματική προτεραιότητα. Ο σκοπός και ο λόγος της «πρώτης φιλοσοφίας» ήταν να εξετάζει τις αρχές και τα αίτια του όντος από την άποψη ότι είναι το ουσιαστικά και κατ’ αλήθειαν όν:
«σκεπτέον δέ του όντος αυτού τα αίτια και τάς αρχάς ή όν» .
Η εξακρίβωση λοιπόν των κοινών
γνωρισμάτων όλων των όντων, και πιο πέρα η διείσδυση στις αρχές και τις αιτίες,
από τις οποίες πηγάζει η οντολογική πραγματικότητα, είναι τα προβλήματα της
πρώτης φιλοσοφίας: Γνωσιολογία, λογική, οντολογία και θεολογική αναζήτηση
συνιστούν επομένως τις ατραπούς της έρευνας εκείνης της μάθησης που ο Αριστοτέλης
αποκαλεί «πρώτη φιλοσοφία» και οι μεταγενέστεροι ονόμασαν «μεταφυσική».
Ό,τι καλείται Μεταφυσική, δεν είναι τίποτα άλλο παρά το πρόβληµα του
όντος γενικά και του λόγου για το Ον, δηλαδή του τι µπορεί να χαρακτηρίζει το Ον.
Το παρακάτω χωρίο (Μετά τα Φυσικά, Γ1, 1003a 21-32.) του Αριστοτέλη το µαρτυρά:
«Υπάρχει µια επιστήµη που ερευνά το ον
ως ον και ό,τι ανήκει σε αυτό σύµφωνα µε τη φύση του. Η επιστήµη αυτή δεν
µοιάζει µε καµία από τις επονοµαζόµενες ειδικές επιστήµες, δεδοµένου ότι καµιά
από αυτές τις άλλες δεν εξετάζει συνολικά το ον ως ον. Αυτές αποκόπτουν ένα
µέρος του όντος και µελετούν το τι συµβαίνει σε αυτό, όπως κάνουν, για
παράδειγµα, οι µαθηµατικές επιστήµες.
Αφού, λοιπόν, εµείς αναζητούµε τις
αρχές και τις απώτατες αιτίες, είναι φανερό ότι πρέπει αναγκαστικά να υπάρχει
κάποιο ον, στο οποίο αυτές να ανήκουν σύµφωνα µε τη φύση του. Αν, λοιπόν, αυτοί
που αναζητούσαν τα στοιχεία των όντων αναζητούσαν αυτές ακριβώς τις αρχές, τότε
και τα στοιχεία αναγκαστικά είναι του όντος όχι συµπτωµατικά, αλλά ενόσω είναι
ον. Για τον λόγο αυτό και εµείς πρέπει να συλλάβουµε τις πρώτες αρχές του όντος
ως ον.»
Έκτοτε, ο όρος αυτός (μεταφυσική)
χρησιμοποιείται για τις μελέτες εκείνες που πιστεύεται ότι υπερβαίνουν τα όρια
του υλικού κόσμου της φυσικής, φτάνοντας στην ουσία ή στον πυρήνα μιας
υποτιθέμενης απόλυτης και τελικής πραγματικότητας η οποία υπάρχει βαθύτερα απ’
τα φαινόμενα.
Η Μεταφυσική αναζητά τη γνώση του
επέκεινα, πασχίζει να φωτίσει την περιοχή που είναι δυσπρόσιτη στις αισθήσεις
µας. Εξετάζει τα όρια του ανθρώπινου λόγου και όλους εκείνους τους νόµους που
διατάσσουν και καθορίζουν τους µηχανισµούς της ανθρώπινης νόησης, ώστε η γνώση
να έχει αξιοπιστία και εγκυρότητα.
Μεταφυσική ότι δεν μπορεί να
παρατηρήσει το ανθρώπινο μάτι, και δεν μπορεί να ακούσει το ανθρώπινο αυτί.
Είναι ο χώρος που βρίσκεται πέρα από την ανθρώπινη αντίληψη, και περιέχει όσα
μεσολαβούν ανάμεσα στον άνθρωπο και στην πηγή που τον δημιούργησε.
Η Μεταφυσική έχει και ένα δεύτερο πιο
προσιτό πεδίο, αφορά άλλες δυνάµεις της ανθρώπινης φύσης, όπως την ενόραση, την
έκσταση, τις υπερβατικές καταστάσεις. Επίσης, άλλα ζητήµατα που περιλαµβάνονται
στο πεδίο της Μεταφυσικής είναι η έρευνα για την ουσία του κόσµου και τον
καθορισµό της υφής της πραγµατικότητας στην ολότητά της, για τον χαρακτήρα των
καθόλου, για τον προσδιορισµό του χρόνου και του χώρου, για τη σχέση σώµατος
και ψυχής.
Αιώνες μετά τον Αριστοτέλη από την Ευρωπαϊκή αναγέννηση και μετά οι φυσικές
επιστήμες ανέλαβαν τα ηνία στην έρευνα και στο φωτισμό του άγνωστου. Στους
νεότερους καιρούς αρχίζει η επικράτηση των θετικών επιστημών και ο διαμελισμός
των επιστημών βάσει ειδικής μεθοδολογίας. Ακόμα και τότε όμως οι βάσεις της
κλασσικής φυσικής φάνηκαν ανεπαρκείς.
Η επιστήμη τεμαχίζοντας την φύση χάνει
την αίσθηση του «Όλου», κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις αρχαίες
παραδόσεις και την μεταφυσική φιλοσοφία, όπως αυτή έφτασε έως εμάς δια μέσου
των αιώνων. Κατά κάποιο τρόπο αυτή η ακρίβεια της έγινε η μεγάλη της
δύναμη και ταυτόχρονα η μεγάλη αδυναμία της.
Η σύγχρονη κβαντική φυσική σήμανε την
εγκατάλειψη των βασικών θέσεων της κλασσικής φυσικής ακύρωσε το σταθερό συνεχές
των ενεργειακών λειτουργιών και προσανατόλισε την κατεύθυνσή της σε τάξη
επιμέρους μεγεθών.
Οι φυσικοί στην αρχή του εικοστού
αιώνα, µελέτησαν τις κινήσεις των σωµατι δίων της ύλης. Από τις παρατηρήσεις
και τα πειράµατα τους δηµιουργήθηκε η επιστήµη του µικρόκοσµου, η
Κβαντοµηχανική. Μέχρι τότε, επικρατούσε η αιτιοκρατία και το µηχανιστικό
µοντέλο της φύσης. Τα πειράµατα όµως της Κβαντοµηχανικής έδιναν διαφορετικά
αποτελέσµατα µε τις ίδιες συνθήκες. Δηλαδή, καταργούσαν την αιτιοκρατία και το
µηχανιστικό µοντέλο της φύσης.
Αυτό γιά τους φυσικούς ήταν ένα
µυστήριο. Η λύση του µυστηρίου ήρθε από τον Werner Karl Heisenberg, ο οποίος
ισχυρίστηκε ότι η παρατήρηση των σωµατιδίων από ένα ον µε συνείδηση, τα
επηρεάζει και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να το αποφύγουµε αυτό. Ο Frijof Capra
στο «Τάο και ή Φυσική» αποκαλύπτει τη σχέση κβαντομηχανικής και βουδισμού χωρίς
την παραμικρή αμφιβολία γι' αυτό.
«Ή θεωρία των κβάντα εξαφάνισε την
κλασική έννοια των χωριστών αντικειμένων, εισήγαγε την έννοια του συμμέτοχου
στη θέση του παρατηρητή, και πιθανότητα κάποια στιγμή θ' αναγκαστεί να
συμπεριλάβει και την ανθρώπινη συνείδηση στην περιγραφή του κόσμου. Ό Βουδιστής
δεν πιστεύει στην ύπαρξη ενός ανεξάρτητου ή ξεχωριστού εξωτερικού κόσμου, όπου
ανάμεσα στις δυνάμεις πού τον ορίζουν θα μπορούσε να εισάγει και τον εαυτό του.
Τόσο ο εξωτερικός όσο και ο εσωτερικός κόσμος είναι για το Βουδιστή οι δύο
όψεις του ίδιου υφάσματος».
H σύγχρονη φυσική έρχεται να
συναντήσει αρχαίες πεποιθήσεις. Και αυτό διότι έως τώρα η επιστήμη
μελετούσε την ύλη με αναλυτικό τρόπο τεμαχίζοντας τα σε
διαρκώς μικρότερα τμήματα.
Οι βιολόγοι, που κάποτε αξίωναν για
την ανθρώπινη νόηση μια προνομιούχο θέση μέσα στην ιεραρχία της φύσης, έχουν
προσεγγίσει αμετάκλητα τις θέσεις του σκληροπυρηνικού υλισμού που χαρακτήριζε
τη φυσική του 19ου αιώνα. Παράλληλα, οι φυσικοί, αντιμετωπίζοντας ακαταμάχητες
πειραματικές αποδείξεις, άρχισαν να απομακρύνονται από τα αυστηρά μηχανιστικά
μοντέλα του σύμπαντος, υιοθετώντας μια αντίληψη σύμφωνα με την οποία η νόηση
παίζει ουσιαστικό ρόλο σε όλα τα φυσικά συμβάντα.
Από την αρχαιότητα έως σήμερα μικρές «κλειστές» ομάδες διαφύλαξαν αυτή
τη γνώση μέσα από τις τελετές μυήσεων, τις προφορικές παραδόσεις, τις διδασκαλίες
και ενίοτε τις εκστατικές ή υπερβατικές εμπειρίες.
Στην αρχαία Ελλάδα η «μεταφυσική»,
«μυστικιστική» υπερβατική εμπειρία, βρήκε διέξοδο δια μέσω της ανάπτυξης των
«μυστηρίων», όπου ο υποψήφιος μύστης, θα κατανοήσει την
«μυστικιστική κατάσταση», ως μια εξαιρετικά έκτακτη κατάσταση, που αποτελεί την κορυφαία στιγμή της ζωής του
ανθρώπου σε αυτή την ζωή, (όχι στην μετά θάνατον), κατά την οποία
επιτυγχάνεται δια μέσου των εκστατικών τελετών, λατρείας και μυήσεων, η ένωση της
ανθρώπινης ψυχής με τον Θεό (Θέωση).
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, υπάρχει η
εξωτερική γνώση, που προσλαμβάνει ο άνθρωπος με τις αισθήσεις και τη λογική
του, αλλά υπάρχει και η εσωτερική γνώση που δίνεται στον άνθρωπο με την «μύηση»,
όταν ωριμάζει ηθικά και νοητικά.
Ο άνθρωπος αποκτά την εσωτερική γνώση
πολύ πιο δύσκολα, διότι για την κατάκτησή της, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η
σταθερή ενατένιση της εσωτερικής ζωής, η υπέρβαση των αισθήσεων και ο απόλυτος
έλεγχος του νου. Συνεπώς, σοφός είναι αυτός που έχει υπερβεί τον κόσμο των
αισθήσεων και των επιθυμιών, επειδή γι’ αυτόν ανασηκώθηκε το πέπλο της πλάνης
και της λήθης, και αντίκρισε την αιώνια Αλήθεια.
Είναι αυτός που κατέκτησε την γνώση
που αφορά στις εσωτερικές αιτίες των φαινομένων, στους παγκόσμιους νόμους, και
στις εφαρμογές αυτών των νόμων, ως αιώνιες Σταθερές στη Φύση. Όπως αναφέρει
χαρακτηριστικά ο Πλάτωνας (πολιτεία , 518 b-d):
«Στο εσωτερικό της ψυχής του, καθένας
έχει την ικανότητα να μαθαίνει και το όργανο που του επιτρέπει να αποκτά την
μόρφωση είναι η ψυχή. Και, καθώς δεν μπορούμε να στρέψουμε το μάτι μας από το
σκοτάδι στο φως, χωρίς να γυρίσουμε ταυτόχρονα όλο μας το σώμα, έτσι ακριβώς
πρέπει με ολόκληρη την ψυχή να πραγματοποιηθεί η στροφή αυτού του οργάνου, ως
τη στιγμή που θα είναι ικανό, στραμμένο προς το πραγματικό να σηκώσει το βάρος
της ενατένισης εκείνου, που είναι το πιο φωτεινό μέσα στο πραγματικό. Εκείνου,
που ονομάζομε Αγαθό.»
Σήμερα λοιπόν ως «εσωτερική φιλοσοφία»
ή «μεταφυσική», θα μπορούσαμε να πούμε
πως ορίζεται το σύνολο των αναπόδεικτων
στις περισσότερες περιπτώσεις πεποιθήσεων (που οφείλεται ενίοτε και στην «μυστικιστική
υπερβατική ενόραση»,), μιας κοινωνίας, για την φύση του ανθρώπου και του
κόσμου, οι οποίες φαίνονται στα πλαίσια αυτής της κοινωνίας να είναι ορθές. Κάποιοι
ταυτίζουν την μεταφυσική με τον όρο «New Age» ή «Νέα Εποχή».
Ο όρος όμως από μόνος του είναι
προβληματικός, καθώς η μεταφυσική δεν είναι ένα νέο φαινόμενο ως όρος και ως
μεθοδολογία, αυτογνωσίας και έρευνας του σύμπαντος. Σύμφωνα με τους επικριτές του υποτιθέμενου κινήματος
«new age», αυτό αποτελεί ένα συγκρητιστικό σύστημα, στις διδασκαλίες του οποίου
συναντούμε ένα πλήθος από δοξασίες αρχαίων και σύγχρονων
θρησκειών και φιλοσοφιών, όπου παράλληλα με σύγχρονες διδασκαλίες εφαρμόζονται αρχαίες
πρακτικές και αντιλήψεις, όπως ο ο πνευματισμός, ο αποκρυφισμός, η μαγεία, η γόγκα και ο διαλογισμός. Αν
σε αυτό προσθέσουμε και θεωρίες συνωμοσίας, και της νέας τάξης πραγμάτων τότε
σίγουρα έχουμε ξεφύγει από τον ορισμό της μεταφυσικής ως την έρευνα της αρχής
του όντος και της φύσεως του ανθρώπου.
Ας επανέλθουμε όμως στην μεταφυσική. Για
την μεταφυσική ο χώρος του άγνωστου ήταν πάντα είναι άπειρος, και άχρονος, πέρα
από δόγματα και ανθρώπινες προκαταλήψεις. Τόσο όμως στην μεταφυσική όσο και
στην επιστήμη κατανοούμε πως όσο πιο πολύ γνωρίζουμε, τόσο πιο πολύ
διαπιστώνουμε ότι αγνοούμε. Ίσως για αυτό ο φυσικός Max Plank να είπε:
«Δεν υπάρχει φυσική χωρίς κάποια δόση
μεταφυσικής..».
Η Σωκρατική πρόταση ότι γνώση είναι η
συνειδητοποίηση της άγνοιάς μας εμφανίζεται ως ένα αξίωμα απρόσβλητο, που δεν
μπορεί να ακυρωθεί από κάτι γνωστικά υπέρτερο, όπως λ.χ. η Νευτώνεια μηχανική
ακυρώνεται ή παροπλίζεται σε μια ανώτερη σφαίρα παρατήρησης των φυσικών φαινομένων - τη σφαίρα δηλαδή της τάξης των μεγάλων αποστάσεων και των υψηλών
ταχυτήτων - από τη θεωρία της σχετικότητας και την κβαντομηχανική.
Συνοψίζοντας, αν η επιστήμη αναζητά τα
όρια της φύσης, η Φιλοσοφία και η μεταφυσική την έλλειψη αυτών των ορίων.
Αν η επιστήμη είναι η σταγόνα του ωκεανού, η Φιλοσοφία το κύμα του. Αν η επιστήμη εργάζεται για να ερμηνεύσει
πειραματικά το μυστήριο της ύπαρξης, η Φιλοσοφία και η μεταφυσική για την
αληθινή φύση της πραγματικότητας.
Με διαφορετικές αφετηρίες και
μεθοδολογίες, τόσο η επιστήμη όσο και η Φιλοσοφία ψάχνουν για την
βασική αλήθεια γύρω από την ύλη και την πηγή της. Σε αυτή την αναζήτηση
όμως φαίνεται πως η επιστήμη αμέλησε εντελώς το πνεύμα μία λεπτοφιότερης μορφή
της ύλης που μελετούσε.
Ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός
έχει δημιουργήσει ένα κόσμο πολύπλοκο, ένα κόσμο αποξένωσης, ατομισμού,
αλλοτρίωσης, ένα κόσμο στον οποίο επιδιδόμαστε σε ένα ατέρμονο αγώνα δρόμου επαγγελματικής επιτυχίας,
κοινωνικές καταξίωσης, ναρκισσισμού, ξεχνώντας να επενδύσουμε στον πυρήνα των
αναγκών της ύπαρξης μας.
Ίσως για αυτό τον λόγο, η κατάθλιψη είναι η δεύτερη πιο σοβαρή νόσος παγκοσμίως, μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Ο Ακαδημαϊκός και συγγραφέας Λου Μαρίνοφ στο βιβλίο του «Πλάτωνας όχι Πρόζακ», προτείνει να διαβάζουμε Πλάτωνα, αντί να παίρνουμε αντικαταθλιπτικά χάπια Πρόζακ!
«Η αγωνία ή το άγχος που εμφανίζεται
προ της ιδέας του θανάτου ή πριν από μια δραστική αλλαγή, μας κάνει να
αναρωτιόμαστε για ένα σωρό ζητήματα. Δεν είμαστε τόσο πρωτότυποι, αφού τα
ερωτήματα αυτά έχουν τεθεί πολύ πριν και οι μεγάλοι φιλόσοφοι τα έχουν
απαντήσει/ίσως οι απαντήσεις τους να μην είναι αυτές που ψάχνουμε, αλλά μπορούν
να μας βοηθήσουν να βρούμε τη δική μας εξήγηση και παρηγοριά. Αν διαβάζουμε
Πλάτωνα, και άλλους κλασσικούς είναι εύκολο να αντιληφθούμε πως εμείς οι
άνθρωποι είμαστε ικανοί για κάτι παραπάνω…Κανένα φάρμακο δεν μπορεί να
κάνει κάποιον να μάθει τον εαυτό του κι ούτε μπορεί να τον κάνει να πετύχει
τους στόχους του ή να κατανοήσει την κοινωνία που τον περιβάλλει.»
O Μαρίνοφ όμως αναγνωρίζει παράλληλα:
«Mπορεί ο φιλοσοφικός διάλογος να προσφέρει ηρεμία και χαλάρωση αλλά για εκείνους που έχουν ανάγκη ιατρικής παρακολούθησης δεν μπορεί να κάνει τίποτε παραπάνω από το να τους παραπέμψει στους κατάλληλους γιατρούς».
Και
όσο για τα δικαιώματα των «φιλοσόφων», ο καθηγητής είναι σαφής:
«Εφόσον η Πολιτεία αναγνωρίζει τους ψυχολόγους
και τους ψυχιάτρους, θα πρέπει, λογικά, να αναγνωρίσει και τη
δική μας ιδιότητα ως φιλοσόφων.»
Καταλήγοντας ίσως η επιστήμη και
η τεχνολογία οφείλουν να αποκαταστήσουν μια γόνιμη σύζευξη με τα κελεύσματα της
αρχαίας σοφίας, της θεολογίας και της μεταφυσικής, ώστε να αντικρίσουν τον
άνθρωπο ως ένα ψυχοσωματικό ον. Εξάλλου, η κατάκτηση της εξωτερικής φύσης
από την Επιστήμη είναι σίγουρα κάτι ωραίο και σπουδαίο, αλλά σπουδαιότερη
ακόμα είναι η κατάκτηση της εσωτερικής μας φύσης.
Οδός άνω και κάτω μία, ή μήπως όχι;
Παραπομπή.
Ο απατηλός καθρέφτης, Ρενέ Μαγκρίτ, 1915. Ο εξωτερικός
κόσμος. Αν προσπαθήσουμε να σκεφτούμε έστω κι ένα πράγμα που βρίσκεται έξω από
εμάς, δεν θα βρούμε ούτε ένα. Οτιδήποτε γνωρίζουμε για τον έξω κόσμο βρίσκεται
αποτυπωμένο μέσα στο μυαλό μας. Επιπλέον είναι φιλτραρισμένο από τις αισθήσεις
μας, καθώς και από τις πεποιθήσεις μας. Δηλαδή όχι μόνο ο έξω κόσμος είναι
εξολοκλήρου μια απεικόνιση του εσωτερικού μας κόσμου αλλά επιπλέον αυτή η
απεικόνιση είναι παραμορφωμένη και ατελής.
Ο εσωτερικός
κόσμος. Αν όμως ο έξω κόσμος αποτελεί μία ψευδαίσθηση, με την έννοια ότι είναι
μια αντιγραφή πάνω στη συνείδησή μας και σύμφωνα με τις δικές μας δομές και
λειτουργίες, τότε ο εσωτερικός κόσμος καταρρέει, γίνεται απατηλός, αφού όλα τα
πράγματα του έξω κόσμου αποτελούν τις προβολές του.
Ο καθρέφτης.
Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τον εαυτό μας χωρίς εσωτερικές αξίες, ιδιότητες,
και χωρίς εξωτερικά ορόσημα, συντεταγμένες, καθώς και ιδιότητες των λοιπών
πραγμάτων και όντων. Έτσι λοιπόν ο μέσα κόσμος και ο έξω κόσμος αποτελούν τις
δύο εκδοχές αντικριστά στις δυο πλευρές ενός καθρέφτη. Ο εξωτερικός κόσμος
είναι απειλητικός και ψεύτικος. Ο εσωτερικός κόσμος ακαθόριστος και απατηλός. Ο
εξωτερικός κόσμος αποτελείται από τις προβολές του εσωτερικού κόσμου. Ο
εσωτερικός κόσμος αποτελεί μια έκφανση του εξωτερικού κόσμου. Το μέσα και το
έξω αναπηδούνε διαρκώς κάπου ανάμεσα στις αντανακλάσεις. Αυτό που μένει είναι
ένας καθρέφτης που μας δίνει τον εαυτό μας και τον κόσμο μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου