«Κανένας άνθρωπος που δεν είναι
πρόθυμος να βοηθήσει τον εαυτό του δεν θα πρέπει να παρακαλάει για βοήθεια τους
φίλους του ή τους θεούς»
Δημοσθένης
Ο Δημοσθένης υπήρξε Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός.
Γεννήθηκε το 384/383 π.Χ. και η πολιτική του δράση τοποθετείται από τα μέσα του
4ου αιώνα π.Χ. και εξής. Σε ηλικία επτά ετών έμεινε ορφανός και την ανατροφή
και διαχείριση της περιουσίας του ανέλαβαν τρεις κηδεμόνες, οι οποίοι
καταχράστηκαν το μεγαλύτερο μέρος της. Το
αποτέλεσμα ήταν ότι ο έφηβος Δημοσθένης, χωρίς την κατάλληλη φυσική αγωγή,
απέκτησε μάλλον καχεκτική σωματική διάπλαση. Επιπλέον ήταν βραδύγλωσσος. Όταν
συνειδητοποίησε πόσο τον είχαν βλάψει οι κηδεμόνες του, αποφάσισε να ασχοληθεί
με τη ρητορική για να μπορέσει μια ημέρα να τους οδηγήσει ενώπιον της
δικαιοσύνης.
Ο Δημοσθένης
λόγω του ότι ήταν φιλάσθενος, αδύναμος και
με σωματικά ελαττώματα που τον εμπόδισαν να συμμετέχει σε ανδροπρεπείς ασκήσεις
με τους συνομήλικους του, άρχισε να
καλλιεργεί συστηματικά το πνεύμα του εις βάρος του σώματος.
Ο Πλούταρχος, τονίζει πως η παραπάνω
εικόνα ενδεχομένως, έγινε η αφορμή για να αποδοθούν στο ρήτορα παρατσούκλια,
όπως Άγρας και Βάταλος, εξαιτίας των προβλημάτων λόγου που αντιμετώπιζε. Ωστόσο
ο Δημοσθένης ήταν προικισμένος με ευφυΐα και μεγάλη ψυχική δύναμη.
Ο ίδιος ο Δημοσθένης στο λόγο του «Παραγραφή προς
Πανταίνετον», αναφέρει σχετικά με την δυσκολία να αντιμετωπίσει κάποιος
τα φυσικά του ελαττώματα:
«Ως προς τα
άλλα, η φύση έχει φτιάξει τον καθένα όπως έτυχε. Δεν είναι εύκολο να
αντιπαλέψεις ένα φυσικό ελάττωμα, όταν το έχεις, γιατί τότε όλοι θα είμαστε
ίδιοι. Είναι όμως εύκολο να το δεις πάνω σε κάποιον άλλο, να το καταλάβεις και
να το κρίνεις».
Έχοντας ο ίδιος γνώση των προβλημάτων του, κατέβαλλε εξαιρετικά
μεγάλη προσπάθεια για να αντιμετωπίσει την ίδια του την ελαττωματική φύση. Δείχνοντας αξιοζήλευτο ζήλο και συνέπεια
προκειμένου να υπερνικήσει τις φυσικές του αδυναμίες, ανέπτυξε ενδιαφέρον στην κατάκτηση τεχνικών μέσων, όπως
η προφορά, η ορθοφωνία και η απαγγελία που οδηγούσαν στην σωστή εκφώνηση και
κατά συνέπεια, παρέπεμπαν στην σωστή ρητορική. Γι’ αυτόν η απαγγελία αποτελούσε
τον κατεξοχήν σπουδαιότερο μέρος της ρητορικής, διότι δεν ήταν εξαρχής
προικισμένος με αυτό το χάρισμα.
Εφηύρε λοιπόν μία τεχνική ως αυτοθεραπεία, χρησιμοποιώντας βότσαλα, τα οποία έβαζε στο
στόμα του μιλώντας ταυτόχρονα. Έτσι γύμναζε τη φωνή του στους δρόμους και τις
ανηφοριές, μιλώντας και απαγγέλλοντας κάποιους λόγους ή στίχους, ενώ η αναπνοή
του γινόταν όλο και πυκνότερη. Λέγεται επίσης πως στο σπίτι του, υπήρχε ένας μεγάλος καθρέφτης
και πως στεκόταν απέναντι και μελετούσε κατά την διάρκεια των γλωσσικών αυτών ασκήσεων.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο απέβαλε και
διόρθωσε την αστάθεια και το τραύλισμα της γλώσσας του. Επιπρόσθετα, προσπαθούσε μεγαλόφωνα να
ξεπεράσει το γλωσσικό του μειονέκτημα δίπλα στην θάλασσα με τη συνοδεία του
ήχου των παφλασμών των κυμάτων, που τον ταύτιζε με την βοή του πλήθους. Όλες τις παραπάνω τεχνικές για την άμβλυνση
των δυσκολιών στην ομιλία του, τις συνδύαζε
με ασκήσεις του σώματος (χέρια, πνεύμονες κ.α.).
Επειδή επίσης πίστευε πως με την υποκριτική τέχνη
(προφορά) ο λόγος του βελτιώνεται, κατασκεύασε ένα υπόγειο, ως χώρο μελέτης,
και διαμόρφωνε την υποκριτική του εξασκώντας την φωνή του. Σε πολλά αποσπάσματα αναφέρεται πως ο ρήτορας
έμενε με το μισό κεφάλι ξυρισμένο για αρκετούς μήνες για να μην μπορεί να βγει
έξω από το υπόγειο και επιδιδόταν σε κάθε είδους γλωσσικές ασκήσεις. Για να μην
τον παίρνει ο ύπνος, κρατούσε μια βαριά σιδερένια μπάλα, που άμα του
έπεφτε από τα χέρια, έκανε τόσο θόρυβο, ώστε τον ξυπνούσε.
Καλλιέργησε
λοιπόν με μόχθο και τις αποχρώσεις της φωνής και την τοποθέτηση του σώματος,
ώστε να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα...
Ο Δημοσθένης όμως είχε ακόμη ένα πρόβλημα. Λόγω του
ότι είχε επίσης το τίκ να σηκώνει τον ώμο του, προέβη σε μία άλλη άσκηση, ώστε να
διορθώσει την στάση του σώματος του. Τοποθέτησε ένα ξίφος πάνω από τον ώμο του, ώστε να μην το κινεί σπασμωδικά κατά την διάρκεια εξάσκησης της ομιλίας του.
Οι εχθροί του, ιδίως ένας Πυθέας, πείραζαν τον Δημοσθένη λέγοντας ότι οι λόγοι του μυρίζουν λυχνάρι, ότι τους ετοιμάζει δηλαδή την νύχτα. Ο Δημοσθένης απάντησε στον Πυθέα, που είχε την φήμη νυχτοκλέφτη, ότι δεν τον συμφέρει αυτόν να καίει φως στα σπίτια, γιατί δεν μπορεί να κλέψει.
Η δύναμη της θέλησης του Δημοσθένη, και οι τεχνικές που αυτός ανέπτυξε, συνέβαλλαν στην προετοιμασία της παρουσίας του ρήτορα στο βήμα και οδήγησαν τον ίδιο στην ψυχολογική διαχείριση της απόρριψης που δεχότανε από το ακροατήριο εξαιτίας της ομιλίας του, όταν ήταν ακόμα νέος.
Οι πρώτοι λόγοι που εκφώνησε ο Δημοσθένης στρέφονταν κατά των κηδεμόνων του. Κέρδισε τη δίκη και την αρχή μιας λαμπρής σταδιοδρομίας. Γρήγορα διακρίθηκε ως λογογράφος, απέκτησε φήμη και χρήματα και όταν στα 30 του χρόνια θέλησε να αφιερωθεί στην πολιτική, ήταν πλέον αρκετά εύπορος. H πρώτη εμφάνισή του στον πολιτικό στίβο της Βουλής και της Εκκλησίας του Δήμου έγινε το 354 π.X. με τον λόγο «Περί συμμοριών», που αφορούσε την υποχρέωση των ευπόρων πολιτών να δώσουν χρήματα για τη συγκρότηση στόλου εν όψει των φημών για νέα Περσική απειλή.