Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Κωνσταντίνος Χλέτσος : «Η Οδύσσεια μου, ως αιχμάλωτος πολέμου, στον πόλεμο της Κορέας»


Μία άγνωστη στους πολλούς ιστορία. Από μικρός άκουγα από τον πατέρα μου πως ένας από τους συγγενής μας (τον οποίο συνάντησα αρκετές φορές στο παρελθόν), πολέμησε και αιχμαλωτίστηκε στον πόλεμο της Κορέας *. Αυτό όμως ήταν πολλά χρόνια πριν. Πρόσφατα έτυχε ένας δημοσιογράφος να παρευρίσκεται σε μία ομιλία μου. Με ρώτησε εάν έχω συγγενική σχέση με τον εν λόγο κύριο ( λόγω του κοινού μας επωνύμου).  Η απάντηση μου ήταν καταφατική, και στην συνέχεια θα διαβάσετε την συνέντευξη που είχε πάρει ο διαδικτυακός φίλος και δημοσιογράφος Παναγώτης Λίακος, από τον Κωνσταντίνο Χλέτσο. Απολαύστε την μοναδική αυτή συνέντευξη, η οποία θα μπορούσε να ήταν Χολυγουντιανή ταινία. Μία ιστορία που ελάχιστοι γνωρίζουν.


 New York times. H Φωτογραφία επιστροφής του Κωνσταντίνου Χλέτσου, ο οποίος στον πόλεμο της Κορέας (1950-1955), έμεινε αιχμάλωτος των Βορειο Κορεατών για οχτώ μήνες.

Συνέντευξη  στον δημοσιογράφο, Παναγιώτη Λιάκο. Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό  «Άμυνα και Διπλωματία» .


Ο Κωνσταντίνος Χλέτσος είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση βετεράνου πολεμιστή. Βρέθηκε σε έναν πόλεμο που δεν έλκει και τόσο πολύ τα φώτα της δημοσιότητας – έστω της επετειακής. Η Ελληνική συμμετοχή στον πόλεμο της Κορέας δεν έγινε υπέρ βωμών και εστιών αλλά για το ΝΑΤΟ. Τραυματίστηκε, πιάστηκε αιχμάλωτος, βασανίστηκε από το τραύμα του, αφέθηκε ελεύθερος και τέλος έδωσε την πιο δύσκολη μάχη: εκείνη εναντίον του ελληνικού δημοσίου (βλέπε γραφειοκρατία). Στόχος του Κωνσταντίνου Χλέτσου, ΑΝΣΚ που λέει κι ο Στρατός, ήταν ν’ αποδείξει ότι δεν σκοτώθηκε στην Κορέα! Απολαύστε την αφήγησή του...

-: Μπορείτε να μας μιλήσετε για τον εαυτό σας πριν την εμπλοκή στον πόλεμο της Κορέας;

Ονομάζομαι Κωνσταντίνος Χλέτσος και κατάγομαι από το χωριό Λίχνα της Λήμνου. Γεννήθηκα το 1928, κατετάγην στο Πεζικό το 1950 και συγκεκριμένα στο Μηχανικό με την ειδικότητα του σκαπανέα-ναρκαλιευτή. Αρχικά, έλαβα τη βασική και τακτική εκπαίδευσή μου στην Κρήτη και αργότερα εκπαιδεύτηκα ως ναρκαλιευτής και σαμποτέρ στο ΚΕΜΧ, στο Ναύπλιο, για χρονικό διάστημα δύο μηνών. Κατόπιν, πήρα μετάθεση για το 521ο Τάγμα Πεζικού της 9ης Μεραρχίας. Διοικητής μου εκεί, ήταν ο Αναστάσιος Κούβελας, ηπειρώτης στην καταγωγή. Μετέπειτα, βρέθηκα στα Γιαννιτσά και από εκεί στην Καστανιά της Βέροιας. Στο Βέρμιο και δη στην Παναγιά Σουμελά κάναμε άρση ναρκών. Εκείνη την περίοδο, είχε ιδρυθεί η 5η Μεραρχία στην Κρήτη και πιο αναλυτικά στου Κοκκίνη το Χάνι, με αποτέλεσμα να πάρω απόσπαση για εκεί. Τότε, είχε έρθει μια ΝΑΤΟϊκή εγκύκλιο, βάσει της οποίας θα έπρεπε να πάνε ορισμένοι εθελοντές στην Κορέα. Το περιεχόμενό της, μας το κοινοποίησαν οι αξιωματικοί.

-: Τι ακριβώς ανακοίνωσαν οι αξιωματικοί;

Ότι όσοι θα πάνε στην Κορέα εθελοντές θα παραμείνουν εκεί για έξι μήνες και πως η θητεία τους θα μειωθεί για αντίστοιχο χρονικό διάστημα, όταν επιστρέψουν. Εγώ, ήμουν ήδη στο Στρατό 22 μήνες, επομένως δεν είχα καμιά δουλειά στην Κορέα. Έλα όμως, που ζητούσαν ένα άτομο της ειδικότητάς μου και δυστυχώς δεν υπήρχε νεότερος από μένα... Υπήρχαν άτομα, ωστόσο ήταν παντρεμένοι και προστάτες οικογενείας. Επομένως, πήραν άτομα από την 19η ΕΣΣΟ και πάνω. Ο πατέρας μου είχε 10 παιδιά κι επομένως ο κλήρος έπεσε σε μένα. Εκείνη την εποχή, δεν μπορούσες να φέρεις αντιρρήσεις, διότι υπήρχε και η Μακρόνησος, κ.λπ. Δεν μπορούσες να κάνεις διαφορετικά, καθότι με είχαν χαρακτηρίσει στο παρελθόν και αριστερό, χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα. Τέλος πάντων, μας πήγαν στη Βουλιαγμένη, λάβαμε μια εκπαίδευση κι έπειτα με ένα αρματαγωγό - επιβατηγό πλοίο, ξεκινήσαμε για την Κορέα.

-: Μόνο Έλληνες ήταν μέσα στο πλοίο;

Όχι. Καταρχήν, στο πλοίο, δεν υπήρχαν οχήματα, παρά μόνο Έλληνες, Ολλανδοί, Ιταλοί, Βέλγοι, Τούρκοι, Αιθίοπες και Σιαμαίοι. Οι τελευταίοι ήταν, μάλλον, από τις Φιλιππίνες, ωστόσο εμείς τους λέγαμε... «Σιαμέζους»! Από την Τουρκία είχαμε πάρει 1.600 άτομα και οι Έλληνες ήμασταν περίπου 500.

-: Με τους Τούρκους πως τα πήγατε στο πλοίο;

Κοιτάξτε, φορτώσαμε τους Τούρκους από Σμύρνη και μόλις μπήκανε στο πλοίο, πλακωθήκαμε. Πολύ ξύλο, 1.600 άτομα εναντίον 500. Μεσολαβήσανε μέσα οι αξιωματικοί και μας χωρίσανε. Κατευθείαν άρχισαν οι βιαιοπραγίες, δίχως να ανταλλάξουμε καμία κουβέντα. Ωστόσο, το πιο συγκινητικό περιστατικό που θυμάμαι έλαβε χώρα στη Σμύρνη. Στο λιμάνι, σε σκεπές αρκετών σπιτιών τι αντικρίσαμε; Έλληνες που είχαν βαστούσαν ελληνικές σημαίες και μας χαιρετούσανε ενθουσιασμένοι από την παρουσία μας. Εμείς, ανταποδώσαμε από το κατάστρωμα και οι Τούρκοι παρεξηγήθηκαν. Έκτοτε, δεν είχαμε καμιά επαφή μαζί τους. Είχαν ξεχωριστό χώρο, τρώγανε μόνοι τους κ.λπ. Δεν είχανε καμιά επαφή με καμιά άλλη εθνότητα. Όλοι οι υπόλοιποι ήμασταν μαζί και ήμασταν σαν αδέλφια. Δηλαδή, 700 Αιθίοπες, 200 Ολλανδοί – Βέλγοι, νοσοκόμοι Ιταλοί, περίπου 1.800 Σιαμαίοι και 500 Έλληνες. Είχαμε πολύ καλές σχέσεις με τους Αιθίοπες και με τους «Σιαμέζους» τα πηγαίναμε καλά, ωστόσο οι τελευταίοι είχαν πολλούς ομοφυλόφιλους, ιδιαίτερα στο Ναυτικό τους, οπότε σιγά σιγά απομονωθήκαμε κι απ’ αυτούς. Θυμάμαι ότι μας κυνηγούσανε και άλλα ευτράπελα... Επίσης, οι Φιλιπινέζοι (που αποκαλούσαμε Σιαμέζους) είχαν μαχαίρια επάνω τους, ενώ σε εμάς είχαν απαγορευτεί.

-: Μπορείτε να μας δώσετε τα στοιχεία κάποιων συμπολεμιστών σας;

Λοιπόν, φτάσαμε στην Κορέα, βγήκαμε στο Πουσάν και από εκεί με τρένο μεταφερθήκαμε στον 38ο Παράλληλο. Εκεί, καθίσαμε περίπου μια εβδομάδα, όπου αφενός ξεκουραστήκαμε και αφετέρου μας μιλούσαν οι αξιωματικοί μας. Δικοί μας αξιωματικοί ήταν ο υπολοχαγός Μπεκιάρης, ο οποίος σκοτώθηκε, ο υπολοχαγός Σπύρος Μουστακλής, ο συνταγματάρχης Ταμβακάς Νικόλαος, ο λοχαγός Σταύρου Ξενοφών. Διμοιρίτης μου ήταν ο υπολοχαγός Ζαχαράτος Πέτρος και θυμάμαι κι έναν έφεδρο ανθυπολοχαγό, τον Τσάτσο Παναγιώτη, ο οποίος είχε τραυματισθεί. Εκείνη την πρώτη εβδομάδα, δεν κάναμε τίποτα.

-:Πίστευε κανείς Έλληνας στον πόλεμο αυτό; Ένιωθε κάποιος πως υπηρετούσε κάποιο ανώτερο ιδανικό;

Όχι βέβαια. Τι να πιστέψει; Απλά ήμασταν στο ΝΑΤΟ. Ήμασταν υποχρεωμένοι να πάμε. Λοιπόν, από τον 38ο Παράλληλο πήγαμε στην Πρώτη Γραμμή. Σταματούσαμε την ημέρα, ξεκουραζόμασταν και μόλις βράδιασε ξεκινούσαμε με τα πόδια για την περιοχή μας. Φτάσαμε στο Βελγικό Μέτωπο, έτσι λεγόταν το μέρος αυτό, όπου και αντικαταστήσαμε (οι Έλληνες) τους Βέλγους.

-: Ο ντόπιος πληθυσμός πως σας είχε υποδεχθεί;

Δεν είχα επαφή μαζί τους. Ωστόσο, ο ντόπιος πληθυσμός ήταν νηστικός. Πεινάγανε πολύ. Βέβαια, κοντά σε εμάς υπήρχαν και μερικοί Κορεάτες μαστροποί, οι οποίοι έφερναν δυο-τρεις γυναίκες εκεί όπου βρισκόμασταν. Θυμάμαι ότι ζητούσαν δύο ή τρία ή (το πολύ) πέντε δολάρια...

-: Πόσα δολάρια ήταν ο μισθός που παίρνατε από το ΝΑΤΟ;

Μας έδιναν 20 δολάρια το μήνα τότε. Εκείνη την περίοδο το δολάριο είχε 15 δραχμές. Εμείς παίρναμε τόσο 20 δολάρια όσο και 600 δραχμές, το μήνα. Ωστόσο, εγώ δεν πήρα φράγκο, διότι πιάστηκα αιχμάλωτος μετά από ένα μήνα. Πολεμήσαμε στο ύψωμα 167, στο «Βελγικό Μέτωπο». Λοιπόν, το ύψωμα 167 ήταν υπό την επίβλεψη των Πορτορικάνων. Εμείς ήμασταν σε άλλο μέτωπο, ωστόσο μας πήγανε εκεί, προκειμένου να κάνουμε εμείς την επίθεση. Καταρχήν, εμένα μου δώσανε πολυβόλο. Για να πάμε εκεί, φύγαμε περίπολο ο Τσαγκαράτος, εγώ και άλλα 10 άτομα. Φτάσαμε έξω από τα χαρακώματά τους. Μετά από δυο-τρεις μέρες ξαναπήγαμε περίπολο μάχης και την τρίτη φορά επιτεθήκαμε. Εκεί, τραυματίστηκα στο μηρό από σφαίρα. Έσπασε το πόδι μου, γύρισε, και το βρήκα στην... πλάτη μου. Πιο αναλυτικά, καθώς πήγα να αλλάξω θέση στο ύψωμα, έπεσα σε ένα λάκκο με το κεφάλι προς τα κάτω και τα πόδια μου προς την πλάτη. Εκεί με βρήκε μια σφαίρα με συνέπεια να δημιουργηθεί ένα συντριπτικό επιπλεγμένο κάταγμα. Τότε, ήρθαν να με πάρουν ο Πέτρος Τσαγκαράτος, ο Παναγιώτης Τσάτσος, ο Δημήτρης Πηρουνάκης κι ένας Ράπτης. Εν τω μεταξύ, μας ρίχνανε με ολμάκια, με συνέπεια να τραυματιστεί και ο Πηρουνάκης (ήταν από την Αλικαρνασσό). Την άλλη μέρα το πρωί, οι Βορειοκορεάτες έστειλαν ανιχνευτές. Ειρήσθω εν παρόδω, ήταν καλοί πολεμιστές, ενώ ο λόχος τους ήταν 500 άτομα! Στην Πρώτη Γραμμή, ήταν ο ένας με το όπλο και άλλος ακολουθούσε με δύο χειροβομβίδες και δύο αντιαρματικά βλήματα. Εάν σκοτωνόταν ο προπορευόμενος με το όπλο, αυτός που ακολουθούσε, του έπαιρνε το όπλο. Έτσι, λειτουργούσαν οι Βορειοκορεάτες. Όταν, λοιπόν, άκουσαν τον Πηρουνάκη που βόγκαγε, ήρθαν προς εμάς. Ο Πηρουνάκης τραυματίστηκε από θραύσματα στην κοιλιακή χώρα κι ο Τσάτσος στο χέρι του, στον τένοντα. Δυστυχώς, του είχε μείνει παράλυτο. Ο Πέτρος Τσαγκαράτος έμεινε μόνος του. Του είπα: «Πέτρο, φύγε μη σε πιάσουν και σένα, εγώ ούτως ή άλλως είμαι καταδικασμένος».

-:Πώς σας έπιασαν αιχμάλωτο;

Εγώ είχα τραυματισθεί περίπου στις 02:00 τα χαράματα. Την επόμενη μέρα, γύρω στις 09:00 το πρωί υπολογίζω, με βρήκανε οι Βορειοκορεάτες, μέσα στο χαράκωμα. Τότε, είπε αυτός που είχε το αυτόματο στον άλλον που είχε χειροβομβίδες, να μου ρίξει μια, μέσα στο χαράκωμα. Εγώ τους καταλάβαινα από τα νοήματα που έκαναν. Ο δεύτερος έκανε νόημα στον πρώτο, ότι είχε μόνον δύο χειροβομβίδες, επομένως θα έπρεπε να μου ρίξει αυτός με το αυτόματο. Είχε ένα ρωσικό αυτόματο με το σαλίγκαρο (στσ: ο γεμιστήρας σε σχήμα μύλου) από κάτω, που έπαιρνε 30 σφαίρες. Μου έριξε σε τρεις δόσεις... Η νοοτροπία του πολέμου ήταν: «σκότωσε τον πριν σε σκοτώσει». Δεν ξέρεις τι γίνεται στον πόλεμο. Λοιπόν, από μια απόσταση ελάχιστων μέτρων μόνο, μου έριξε τρεις φορές και αστόχησε!!! Πέρασαν οι σφαίρες πάνω από το κεφάλι μου, περίπου 10 πόντους, χτύπησαν πίσω μου και γέμισα χώμα ολόκληρος. Εγώ, τους κοίταγα με ανοικτά τα μάτια. Δεν πίστευα αυτό που έγινε!!! Έλεγα ότι δεν θέλω να πεθάνω έτσι, ωστόσο ήθελα να μείνω με τα μάτι ανοικτά. Τους συγχώρησα γιατί κι εγώ να ήμουν, το ίδιο θα έκανα. 

-: Συνέβη κάτι στο μέτωπο που σας κάνει να διατυπώνετε τούτη τη «σκληρή» άποψη;


Θυμάμαι πως σκοτώσανε τον Μπεκιάρη. Τον σκοτώσανε σε ενέδρα, όταν πήγαν δύο Βορειοκορεάτες με ψηλά τα χέρια. Ο Μπεκιάρης τους είδε να πλησιάζουν από μακριά και ανέφερε μέσω του ασυρμάτου στον διοικητή του ότι το γεγονός, ζητώντας εντολές. Ο διοικητής του, του είπε: «σκότωσέ τους, πριν σε σκοτώσουν». Δεν πρόφτασε να αφήσει τον ασύρματο και δέχτηκε πυροβολισμούς από αυτούς. Είχανε ένα πιστόλι στο μανίκι τους, πυροβολήσανε και χαθήκανε στη ζούγκλα.  Η τραγική ειρωνεία ήταν ότι την επόμενη μέρα θα έφευγε!.. Λοιπόν, μόλις αστοχήσανε, με σύρανε ως το ποτάμι και με φέρανε στο φυλάκιό τους. Προσπαθήσανε να με ανακρίνουν, αλλά σε ποια γλώσσα; Ελληνικά δεν ξέρανε. Ρωτάγανε στα βουλγάρικα, στα ρωσικά, στα γερμανικά, στα αγγλικά. Τίποτα εγώ. Το μόνο που είπα ήταν: «I am Greek». Δεν ήξερα και περισσότερα αγγλικά. Κατόπιν, περάσαμε το ποτάμι Μι Τσινγκ και με πήγανε στο λόχο τους. Εκεί, πάλι, με ανέκριναν, αλλά δεν πήρανε απάντηση με αποτέλεσμα να με βάλουν σε ένα φορείο, όπου με συνοδεύανε επτά άτομα και με πήγανε στα μετόπισθεν. Εκεί, είχε μια καλύβα, όπου και με αφήσανε. Ήταν καλοκαίρι και διψούσα, ωστόσο μου φέρνανε καυτό νερό να πιω! Εγώ, το άφηνα λίγο να κρυώσει, αλλά μου το παίρνανε αμέσως. Λοιπόν, κάθισα εκεί μια εβδομάδα. Ήταν 6 Αυγούστου του 1952. Κατόπιν, με πήρανε μια νύχτα χωρίς φεγγάρι, περάσαμε ένα ποτάμι, μπήκαμε σε ένα «καρνάβαλο» (αυτοκίνητο) και φτάσαμε σε ένα βουνό, το ξημέρωμα. Εκεί, με αφήσανε σε ένα αμπρί (σκαμμένο βουνό όπου πάνω είχε κλαριά, φύλλα, κορμούς, κ.λπ.). Ήμουν μαζί με άλλους τραυματίες και ταξιδεύαμε για δύο νύκτες. Φτάσαμε σε μια ρεματιά, όπου υπήρχε ένα δωμάτιο 2,5 x 2,5 με κλειδώσανε και φύγανε. Έξω είχε πολύ κρύο, ενώ στο δωμάτιο είχε ένα αεράκι γλυκό ίσα ίσα να σε «κόβει» στη μέση. Μετά από μισή ώρα, άρχισα να κοκαλώνω. Τότε, θυμήθηκα αυτά που μας έλεγε ένας δάσκαλος στο σχολείο ότι οι Εσκιμώοι όταν κρυώνουν κάνουν κινήσεις για να ζεσταθούν. Έτσι κι εγώ έξυνα το κεφάλι μου και χτυπιόμουν μέχρι το πρωί, όπου και με βρήκαν! Εν τω μεταξύ, καθώς μας πήγαιναν εκεί, έτυχε να πέσει μια κονσέρβα από κάποιον Βορειοκορεάτη, την οποία πήρα και την έκρυψα. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν μπορούσα να την ανοίξω. Την άλλη μέρα το πρωί με παίρνουν από εκεί και με ανεβάζουν σε ένα υψωματάκι, όπου είχε πολύ ήλιο.




Φωτογραφία του Κωνσταντίνου Χλέτσου, ο οποίος στον πόλεμο της Κορέας (1950-1955), έμεινε αιχμάλωτος για οχτώ μήνες και δεκατέσσερις ημέρες, όπως ο ίδιος αναφέρει σε ιδιόχειρο σημείωμα.

-: Θυμάστε άλλους συγκρατούμενούς σας;

Μαζί μου ήταν κι ένας πιλότος Αυστραλός, ο οποίος είχε καταρριφθεί και είχε εγκαύματα στο κεφάλι και στο χέρι, καθώς κι ένας οπλίτης Πορτορικάνος. Σε μια φάση, γυρνάω και τους λέω ότι έχω κονσέρβα κι ευτυχώς ο Πορτορικάνος είχε μαχαιράκι. Την ανοίξαμε κι εγώ έστριψα το καπάκι και το έκανα κουτάλι. Από μια κουταλιά φάγαμε ο καθένας και στο τέλος με το δάχτυλο γλείφαμε το λίπος. Στο τέλος, ο Αυστραλός με ρώτησε τι θα κάνω το τενεκεδάκι και μου παρότρυνε να μην το πετάξω. Τελικά, το ήθελε για να ουρήσει εκεί. Ο Αυστραλός περπάταγε, αλλά δεν είχε χεριά. Το κεφάλι του ήταν δεμένο, ωστόσο τα χέρια του είχαν πιάσει σκουλήκια και είχαν γεμίσει μύγες. Έκλαιγε από τους πόνους και παρότρυνε τους Βορειοκορεάτες να του βγάλουν τις γάζες γιατί σφάδαζε από τους πόνους. Κανείς όμως δεν του τα έβγαζε, καθότι περίμεναν τον ιατρό. Αξίζει να σας πω ότι στο αμπρί ήμουν με έναν Πορτορικάνο, τον οποίο έλεγαν Ουάν Οσόγιο Μελέντες. Ήταν από το Καμντάνο του Πουέρτο Ρίκο. Αυτός τώρα, είχε χάσει το ένα μάτι και το ένα χέρι του, ενώ τα πόδια του ήταν τραυματισμένα. Το πρωί περιποιούμουνα τη δικιά μου πληγή και μετά με μια ψάθα που είχα του έβγαζα τα σκουλήκια από τα πόδια. Είχε γεμίσει μύγες με συνέπεια να πιάσει σκουλήκια.

-: Καθ’ όσον καταλαβαίνω δεν τύχατε ιδιαίτερης ιατρικής περίθαλψης. Οι Βορειοκορεάτες συνέχισαν να αδιαφορούν για την κατάσταση των τραυμάτων σας; Τι έγινε στη συνέχεια;

Αργότερα μας πήγανε σε ένα βουνό, όπου υπήρχε ένα νοσοκομείο, για τη νοσηλεία των τραυματιών. Εκεί, κάθισα περίπου 35 μέρες. Εν τω μεταξύ, σε όλο αυτό το διάστημα, το πόδι μου δεν είχε μπει σε γύψο. Απλά είχα τρία σανίδια - τάβλες να το στηρίζουν. Εγώ καθόμουν ξαπλωμένος σε μια ψάθα και προσπαθούσα να μην κοιμάμαι για να μην ενοχλήσω το πόδι. Κάθε Παρασκευή ερχόταν οι Βορειοκορεάτες και έκαναν αλλαγές. Τις υπόλοιπες ημέρες δεν ερχόταν κανείς ιατρός. Επίσης, ερχόταν ένας νοσοκόμος και μου έκανε ενέσεις, είτε για μόλυνση είτε για τον πόνο. Κάθε πρωί έβγαζα τη λερωμένη γάζα, έβαζα το σπασμένο πόδι μου στην ευθεία με το άλλο έβαζα την νέα γάζα, και το  έσφιγγα όσο μπορούσα. Πάνω στο μήνα, κατάλαβα ότι το πόδι μου είχε δέσει. Αυτοί ερχόταν, το βλέπανε, ωστόσο ήταν πρησμένο επάνω και μου έκαναν τρεις ενέσεις. Εγώ, κάθε πρωί, χωρίς να έχω ιδέα από ιατρική, του έκανα τριβές για την ομαλή κυκλοφορία του αίματος. Έπειτα, με πήρανε από εκεί και με στείλανε σε ένα καλύτερο νοσοκομείο. Να φανταστείτε ότι μετά από τρεις μήνες τραυματίας, κοιμήθηκα για πρώτη φορά σε κρεβάτι. Στο μέρος αυτό και ύστερα από δύο ημέρες με βάλανε σε χειρουργείο. Ανοίξανε το πόδι μου και κάνανε μια απόξεση του οστού μέχρι κάτω. Το ίδιο βράδυ και την επόμενη ημέρα δεν κοιμήθηκα από τους πόνους. Στον ίδιο θάλαμο με εμένα, υπήρχαν και άλλοι τρεις μαύροι Αμερικανοί και μου έλεγαν: «You are Greek, eat». Που να φάω εγώ... Την τρίτη νύχτα τελικά, κοιμήθηκα. Το πρωί μας έδιναν κάτι νερόβραστα για πρωινό. Εγώ, αναρωτήθηκα γιατί ξαφνικά έπαψε ο πόνος. Έβαλα το χέρι μου να δω και συνειδητοποίησα ότι το πόδι μου ήταν γεμάτο πύων και αίμα. Αμέσως, φώναξα τους νοσοκόμους, αυτοί τους ιατρούς και τελικά διαπίστωσαν ότι είχαν σαπίσει τα ράμματα και πως το πόδι μου είχε μολυνθεί. Ποίος ξέρει με τι εργαλεία μου έκαναν την επέμβαση πριν τρεις ημέρες... Τα είχαν απολυμάνει άραγε; Υποθέτω, πως εάν δεν με έβαζαν στο χειρουργείο θα ήμουν μια χαρά. Τέλος πάντων, το καθαρίσανε και στη συνέχεια καθάριζα εγώ μια τρύπα κάθε μέρα. Έτσι, έκλεισε κι αυτό το «κεφάλαιο». Μετά από τέσσερις περίπου ημέρες, μας πήγανε σε ένα στρατόπεδο. Στο μέρος αυτό, ήταν ένας Ελληνοαμερικανός εν ονόματι Κώστας Δουλόπουλος. Η μητέρα του καταγόταν από τη Μεγαλόπολη Πελοποννήσου κι ο πατέρας του Αμερικανός. Ήξερε ελληνικά, επομένως μπορούσα να μιλήσω μαζί του. Εκεί, μας είχαν σε μια καλύβα διαστάσεων 2,0 x 2,5 μέτρα. Ήμασταν στοιβαγμένοι πέντε άτομα μέσα! Άλλος κοιμόταν με σταυρωτά τα πόδια, γενικά ήμασταν ο ένας πάνω στον άλλο. Εγώ είχα σταυρωτά τα πόδια μ’ έναν Καναδό ονόματι Τσαρλς Στράτος. Στρώμα μας ήταν το παντελόνι που φορούσαμε, το σακάκι, και μαξιλάρι τα παπούτσια! Είχαμε μια κοντή κουβέρτα κι ένα πάπλωμα δύο φύλων κάμποτο (πανί). Σε μια φάση, βρήκαμε κι ένα σίδερο και ξύναμε τον πάγο από το ντουβάρι, ο οποίος μαζευόταν κάθε πρωί. Είχε πολύ κρύο και υγρασία. Τότε, είχα και γενειάδα και τα πρωινά ξυριζόμουν. Έτριβα τις παγωμένες τρίχες και έσπαγαν! Θυμάμαι, έναν Αμερικανό, τον Λούις Χάμφρεϊ από την Κάτω Αλαμπάμα, ο οποίος έπαιρνε το νερό από το μαγειρείο για να πλυθούμε. Σε ένα κουβαδάκι, έβαζε βραστό νερό, ίσα ίσα να πλυθούμε κι αμέσως σκουπιζόμασταν γιατί κοκαλώναμε! Όλα αυτά γινόταν γρήγορα γιατί το νερό πάγωνε! Το κρύο ήταν πολλούς βαθμούς υπό το μηδέν. Λες και ήμασταν στη Σιβηρία!!! Βρισκόμασταν στα σύνορα Κίνας και Β. Κορέας, στην πόλη Κοράνγκ Πο.

-: Οι Κινέζοι βοηθούσαν τους Βορειοκορεάτες;

Βέβαια, μαζί με Ρώσους αξιωματικούς. Εν τω μεταξύ, εμένα, όλο αυτό το διάστημα με είχανε για νεκρό! Είχε λάβει και σχετικό επίσημο συλλυπητήριο έγγραφο η οικογένειά μου. Να φανταστείτε ότι ο πατέρας μου έπαιρνε σύνταξη για τον θάνατό μου! Ύψους 240.000 δραχμών το 1952. Πολλά λεφτά για την εποχή αυτή.

-: Τελικά, πως αποχωρήσατε από την Κορέα;

Κατά το Φεβρουάριο λοιπόν, είχα δει ένα παράξενο όνειρο: ήταν μια γρια στο χωριό κι έλεγε ότι ο πόλεμος στην Κορέα τώρα την Άνοιξη θα φουντώσει. Πράγματι έτσι έγινε. Το έλεγα σε κάποιον εκεί, ότι το Πάσχα θα φύγω, γιατί είχα δει όνειρο. Το άκουσε ένας Αμερικανοαυστριακός, εν ονόματι Νάλι Νάλσον και μου έλεγε: «E, το 1960 κι αν μέχρι τότε τελειώσει ο πόλεμος». Κατά το Πάσχα, λοιπόν, παρατήρησα μια αλλαγή στη συμπεριφορά των Βορειοκορεατών. Μας δώσανε τσιγάρα, μας καλομιλούσαν κ.ά. Κατόπιν, μας είπανε ότι έγινε συνθηκολόγηση και ότι κάποιοι θα φύγουνε...Εμείς ήμασταν διστακτικοί διότι είχαμε την εντύπωση ότι θα μας παίρνανε για εκτέλεση. Θυμάμαι τους άλλους κρατούμενους που μας φώναζαν: «Take it easy, man». Ήθελαν να μας πούνε να προσέχουμε. Τέλος πάντων, μας πήγανε με κάτι αυτοκίνητα σε κάποιο μέρος έξω, όπου μας δώσανε κρασί, ούζο, ψωμί, γλυκό. Κάναμε μπάνιο, ντυθήκαμε καλά κ.ά. Καθίσαμε καμιά δεκαριά ημέρες εκεί και μας ψυχαγωγούσανε. Στο τέλος, ήρθε και η ανταλλαγή και έτσι τελείωσε η περιπέτειά μου στην Κορέα.

-: Συνεχίστηκε όμως η απίστευτη περιπέτειά σας στην Ελλάδα όπου προσπαθούσατε να αποδείξετε στις Ελληνικές αρχές πώς ήσασταν ζωντανός. Έτσι δεν είναι;

Δυστυχώς ναι. Είναι τόσο σύνθετη, πολύπλοκη αλλά και ανόητη (όσον αφορά το ελληνικό κράτος) η ιστορία αυτή που μπορεί να γίνει και σενάριο για ταινία. Ήταν μια εξαιρετική δυσάρεστη Οδύσσεια η οποία κόντεψε να επιδεινώσει και την κατάσταση του ποδιού μου το οποίο τραυματίστηκε στην Κορέα. Πολλές φορές στο Ελληνικό Δημόσιο υπάρχει μεγαλύτερη παραφροσύνη κι από πεδίο μάχης.

-: Αν μπορούσατε να γυρίσετε τους δείκτες του ρολογιού πίσω, θα ξαναπηγαίνατε στον πόλεμο της Κορέας;

Φυσικά όχι!

Τι μπορεί κάποιος να σχολιάσει από τα προαναφερθέντα; Πολλά – άλλα σημαντικά κι άλλα όχι τόσο. Πάντως, ένα σημείο που οπωσδήποτε χρήζει σχολιασμού είναι η έκπληξη του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος που είδαν συμπατριώτες μας στην Σμύρνης να βγάζουν ελληνικές σημαίες στα μπαλκόνια και στις στέγες τους για να τους προϋπαντήσουν! Και μόνο αυτό το μοναδικό θέαμα, τριάντα χρόνια έπειτα από το μαύρο 1922, άξιζε τον κόπο της Οδύσσειας των Ελλήνων στρατιωτών...

Παραπομπή.



Η πρώτη ουσιαστικά συμμετοχή της Ελλάδας σε αποστολή του ΟΗΕ πραγματοποιήθηκε το 1950, με την αποστολή του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος στην Κορέα, όταν η Βόρεια Κορέα εισέβαλε στρατιωτικά στην Νότια. Η επίθεση προκάλεσε την άμεση αντίδραση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που αποφάσισε στις 29 Ιουνίου 1950, την ένοπλη επέμβαση της Διεθνούς Δυνάμεως ώστε να αποκατασταθεί η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή. Όλα τα κράτη – μέλη του ΟΗΕ, πλην της Ρωσίας και των χωρών μελών του πρώην Σοβιετικού Μπλοκ δέχθηκαν τη παραπάνω πρόσκληση του Συμβουλίου και συμμορφώθηκαν με τις αποφάσεις του. Η Ελλάδα ως μέλος του ΟΗΕ, ανταποκρινόμενη στην απόφασή του, προχώρησε στη συγκρότηση Ειδικού Εκστρατευτικού Σώματος με την ονομασία «Εκστρατευτικό Σώμα Ελλάδος (ΕΚΣΕ)» το οποίο περιελάμβανε δυνάμεις του Στρατού Ξηράς και της Αεροπορίας. Αρχικά καθορίσθηκε ο Στρατός Ξηράς να αποστείλει στη Κορέα Εκστρατευτικό Σώμα επιπέδου συνθέσεως Ταξιαρχίας και δυνάμεως 3.500 ανδρών περίπου. Τη βάση του Εκστρατευτικού Σώματος αποτέλεσε τμήμα της 42ης Ταξιαρχίας της IX ΜΠ, που εκπαιδευόταν τότε στη Κοζάνη. Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα αναχώρησε για την Κορέα από τον Πειραιά στις 16/11/1950 με το αμερικανικό οπλιταγωγό «Τζένεραλ Χαν». Συνολικά  από το 1950 έως το 1955 που διήρκεσε η ελληνική στρατιωτική παρουσία στην κορεατική Χερσόνησο στάλθηκαν 10.225 αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και στρατιώτες . Οι νεκροί στο Στρατό έφτασαν τους 183 και οι τραυματίες τους 610. Το ελληνικό αεροπορικό απόσπασμα είχε 12 νεκρούς και τέσσερα αεροπλάνα κατεστραμμένα. Οι ελληνικές απώλειες από τη συμμετοχή στον πόλεμο της Κορέας δεν ήταν λίγες: 183 νεκροί και 610 τραυματίες, σύνολο απωλειών 793 αξιωματικοί και οπλίτες.


Δεν υπάρχουν σχόλια: