«Γιατί οι θεοί αισθάνονται ό,τι θα συμβεί στο μέλλον, οι άνθρωποι ό,τι γίνεται τώρα και οι σοφοί ό,τι πλησιάζει»
Απολλώνιος ο Τυανέυς
Απολλώνιος ο Τυανέυς
Μία ιδιαιτέρως αινιγματική μορφή της Αρχαίας Ελλάδας υπήρξε ο Πυθαγοριστής Φιλόσοφος, ιερέας του Ασκληπιού, μύστης και θεουργός, Απολλώνιος ο Τυαννέας.
Γεννήθηκε σε πλούσια οικογένεια στα Τύανα της Καππαδοκίας τον πρώτο αιώνα μ.Χ ( 15 – 100). Ο Απολλώνιος μεγάλωσε σε μία εποχή έντονου θεολογικού συγκρητισμού, όταν οι αρχαίες παγανιστικές θρησκείες της πολυπολιτισμικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έχαναν έδαφος από την νέα Χριστιανική θρησκεία.
Σε ηλικία μόλις 14 χρόνων ο πατέρας του τον εμπιστεύθηκε στον ρήτορα Ευθύδημο, στην Ταρσό τής Κιλικίας. Σύντομα όμως αφοσιώθηκε στη μελέτη της πλατωνικής φιλοσοφίας ενώ από τους ιερείς του ναού του Ασκληπιού διδάχτηκε τα μυστικά της ιατρικής. Εκεί δίδαξε αργότερα τρόπους ερμηνείας των ονείρων με σκοπό τη θεραπεία.
Η φήμη του στο Ασκληπιείο ως σοφού και θεραπευτή υπήρξε τόσο μεγάλη ώστε έλεγαν σε όποιον βιαζόταν: «Πού τρέχεις; μήπως για να δεις τον έφηβον;» Δάσκαλος του στις απόκρυφες γνώσεις των Πυθαγορείων υπήρξε ο Εύξενος της Ηράκλειας, ο οποίος τον μύησε σε νεαρή ηλικία. Ο Τυαννέας μετά την θεωρητική του εκπαίδευση τήρησε την πενταετή Πυθαγόρεια σιωπή. Τηρώντας τα διδάγματα του Πυθαγόρα έζησε μία απολύτως ασκητική ζωή απέχοντας από οινοποσία και κρεατοφαγία. Πάνω απ' όλα όμως αυτό που χαρακτήρισε την ζωή του Απολλώνιου ήταν η Αρετή του. Σύμφωνα με το Σουίδα έγραψε τα ακόλουθα έργα:
1) «Τελεταί ή Περί θυσιών». Απόσπασμα του έργου σώζεται στον Ευσέβιο
2) «Βίος Πυθαγόρου», Γεννήθηκε σε πλούσια οικογένεια στα Τύανα της Καππαδοκίας τον πρώτο αιώνα μ.Χ ( 15 – 100). Ο Απολλώνιος μεγάλωσε σε μία εποχή έντονου θεολογικού συγκρητισμού, όταν οι αρχαίες παγανιστικές θρησκείες της πολυπολιτισμικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έχαναν έδαφος από την νέα Χριστιανική θρησκεία.
Σε ηλικία μόλις 14 χρόνων ο πατέρας του τον εμπιστεύθηκε στον ρήτορα Ευθύδημο, στην Ταρσό τής Κιλικίας. Σύντομα όμως αφοσιώθηκε στη μελέτη της πλατωνικής φιλοσοφίας ενώ από τους ιερείς του ναού του Ασκληπιού διδάχτηκε τα μυστικά της ιατρικής. Εκεί δίδαξε αργότερα τρόπους ερμηνείας των ονείρων με σκοπό τη θεραπεία.
Η φήμη του στο Ασκληπιείο ως σοφού και θεραπευτή υπήρξε τόσο μεγάλη ώστε έλεγαν σε όποιον βιαζόταν: «Πού τρέχεις; μήπως για να δεις τον έφηβον;» Δάσκαλος του στις απόκρυφες γνώσεις των Πυθαγορείων υπήρξε ο Εύξενος της Ηράκλειας, ο οποίος τον μύησε σε νεαρή ηλικία. Ο Τυαννέας μετά την θεωρητική του εκπαίδευση τήρησε την πενταετή Πυθαγόρεια σιωπή. Τηρώντας τα διδάγματα του Πυθαγόρα έζησε μία απολύτως ασκητική ζωή απέχοντας από οινοποσία και κρεατοφαγία. Πάνω απ' όλα όμως αυτό που χαρακτήρισε την ζωή του Απολλώνιου ήταν η Αρετή του. Σύμφωνα με το Σουίδα έγραψε τα ακόλουθα έργα:
1) «Τελεταί ή Περί θυσιών». Απόσπασμα του έργου σώζεται στον Ευσέβιο
3) «Περί μαντείων και αστέρων», έργο που γνώριζε και ο Μοιραγένης.
4) «Περί χρησμών και μαντείων».
5) «Διαθήκαι».
6) Σώζονται 197 επιστολές με το όνομα του. Άλλες από αυτές είναι γνήσιες και άλλες ψευδεπίγραφες.
Πέρα Φιλοσοφική του διάνοια και την ασκητική ζωή του λέγεται πως πραγματοποίησε πολλά Θαύματα, για αυτό και πολλοί τον συγκρίνουν με τον Ιησού. Σε αυτό συνεπικουρεί και η μυθική γέννηση του, όπως συμβαίνει εξάλλου σε όλους τους «Θείους άντρες».
Η μητέρα του Απολλώνιου λίγο πριν από τη γέννησή του είδε ένα Θεϊκό όνειρο. Της παρουσιάστηκε ένας θεός, ο οποίος όταν τον ρώτησε για το μέλλον του παιδιού της, αυτός της απάντησε: Θα γεννήσεις Εμένα !
- Και ποιος είσαι εσύ τον ρώτησε εκείνη.
- Είμαι ο Πρωτεύς, ο θαλάσσιος γέρων.
Πράγματι ο Απολλώνιος είχε την ικανότητα να προβλέπει το μέλλον σαν τον Πρωτέα.
Ο Απολλώνιος γεννήθηκε όταν η μητέρα του είχε πάει σε ένα λιβάδι για να μαζέψει λουλούδια. Τότε ένα σμήνος λευκών κύκνων την περικύκλωσε με σηκωμένα τα φτερά προς τον ουρανό, κάτω από τον ήχο ενός μελωδικού παιάνα. Καθώς ξυπνούσε από αυτήν την εξαίσια μελωδία γέννησε τον θεόσταλτο Απολλώνιο, χωρίς πόνο. Ταυτόχρονα, ένας κεραυνός σταλμένος από τον Δία έπεσε δίπλα του χωρίς να τον αγγίξει.
Ο μαθητής του Δάμις ο Νινευίτης έγραψε τη βιογραφία του Δασκάλου του. Με βάση αυτά τα γραπτά ο Λήμνιος Φλάβιος (170 - 246 μ.Χ.) Φιλόστρατος έγραψε τον βίο του Απολλώνιου του Τυανέα.
Εκτός από τον Φιλόστρατο, και πολλοί άλλοι συγγραφείς αναφέρουν τον Τυανέα, όπως για παράδειγμα, ο Δίων ο Κάσσιος, ο Αμιανός Μαρκελλίνος, ο Λουκιανός, ο Ιεροκλής, ο Ευσέβιος, ο Κασσιόδωρος, ο μοναχός Ισίδωρος, αλλά και Βυζαντινοί χρονογράφοι όπως ο Φώτιος.
Ο Φλάβιος Φιλόστρατος ήταν σοφιστής στενός φίλος του αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου (146 - 211 μ.Χ.) και της συζύγου του Ιουλίας Δόμνας (158 - 217 μ.Χ.). Ο Σεβήρος μάλιστα στο προσωπικό του ιερό είχε αγάλματα του Τυανέα, του Ιησού και του Ορφέα. Κατά παράκληση της αυτοκράτειρας ο Φιλόστρατος συνέταξε τη ζωή του Απολλώνιου από τα χειρόγραφα που είχαν παραδοθεί στην ίδια.
Ήταν τόσο σημαντική η μορφή του Απολλώνιου που ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος μάλιστα (121-180 μ.Χ) παραδέχτηκε ότι χρωστούσε τη φιλοσοφία του στον Απολλώνιο.: «Από τον Απολλώνιο διδάχθηκα την ελευθερία της βούλησης και την κατανόηση, τη σταθερότητα στο σκοπό και να μην κοιτάζω τίποτα άλλο, ούτε για μια στιγμή, εκτός από το να σκέπτομαι λογικά».
Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ευνάπιος έγραψε για τον Απολλώνιο: «Ο Τυαννέας δεν είναι απλώς φιλόσοφος αλλά μία οντότητα – μέσον μεταξύ Θεών και ανθρώπων», ενώ ο Πορφύριος έγραφε πως ο Απολλώνιος ήταν «ανήρ φιλοσοφία πάση κεκοσμημένος» και ισχυριζόταν ότι «τα θαύματα του Χριστού δεν ήταν και τίποτα εξαιρετικό».
Ο Απολλώνιος έλεγε πως : «ο σοφός πρέπει να διαλέγεται σαν νομοθέτης. Διότι ο νομοθέτης πρέπει για όσα επείσθη, αυτά σαν επιταγές να τα επιβάλλει στο πολύ πλήθος».
Υποστήριζε πως το μόνο καλό ήταν η ηθική αξία, η μόνη αληθινή ικανοποίηση ήταν η ανεξαρτησία από τους εξωτερικούς παράγοντες, και θεωρούσε ότι ο πλούτος ήταν εμπόδιο για την ανάπτυξη της αρετής. Όλες οι διδασκαλίες του θεμελιώθηκαν στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι καλούνται να δεχτούν την αλήθεια και να την κάνουν πράξη.
Για αυτόν ο κόσμος της ύλης ήταν μια φυλακή αυταπάτης από την οποία όφειλε να ελευθερωθεί η ψυχή του ανθρώπου, ώστε να ανέλθει πορεία. Σε ένα τέτοιο κοσμολογικό πλαίσιο, κάθε νοήμων ον οφείλει να αναλάβει την ευθύνη για την δική του ύπαρξη.
Τις θυσίες των ζώων τις απέρριπτε καθώς αναζητούσε πνευματικούς τρόπους λατρείας του θεού. Ο Απολλώνιος πίστευε πως η Θεότητα δεν έχει την ανάγκη της πίστης των ανθρώπων, ούτε εμπλέκεται με ασήμαντα πράγματα για αυτό και δεν χρειαζόταν θυσίες και επικλήσεις, αλλά μόνον ενδόμυχη προσευχή. Η προσευχή για τον Απολλώνιο όφειλε να είναι μια συνειδητή πράξη θέλησης, ένα κανάλι συγκέντρωσης των ψυχικών δυνάμεων, για τη δημιουργία συνδέσμου μεταξύ ψυχής και πνευματικού κόσμου, ενός πολύ σημαντικού σύμφωνα με αυτόν παράγοντα για την εκπλήρωση ενός στόχου.
Έδινε μάλιστα και οδηγίες για την ώρα και το είδος των προσευχών, θυσιών και σπονδών, που αρμόζουν σε κάθε θεό. Πίστευε πως οι άνθρωποι συμμετέχουν στη Θεία φύση, και πως με τις «μυητικές τελετές» ήταν δυνατόν να απαλλαχθούν οι άνθρωποι από τα εφήμερα δεινά της ζωής.
4) «Περί χρησμών και μαντείων».
5) «Διαθήκαι».
6) Σώζονται 197 επιστολές με το όνομα του. Άλλες από αυτές είναι γνήσιες και άλλες ψευδεπίγραφες.
Πέρα Φιλοσοφική του διάνοια και την ασκητική ζωή του λέγεται πως πραγματοποίησε πολλά Θαύματα, για αυτό και πολλοί τον συγκρίνουν με τον Ιησού. Σε αυτό συνεπικουρεί και η μυθική γέννηση του, όπως συμβαίνει εξάλλου σε όλους τους «Θείους άντρες».
Η μητέρα του Απολλώνιου λίγο πριν από τη γέννησή του είδε ένα Θεϊκό όνειρο. Της παρουσιάστηκε ένας θεός, ο οποίος όταν τον ρώτησε για το μέλλον του παιδιού της, αυτός της απάντησε: Θα γεννήσεις Εμένα !
- Και ποιος είσαι εσύ τον ρώτησε εκείνη.
- Είμαι ο Πρωτεύς, ο θαλάσσιος γέρων.
Πράγματι ο Απολλώνιος είχε την ικανότητα να προβλέπει το μέλλον σαν τον Πρωτέα.
Ο Απολλώνιος γεννήθηκε όταν η μητέρα του είχε πάει σε ένα λιβάδι για να μαζέψει λουλούδια. Τότε ένα σμήνος λευκών κύκνων την περικύκλωσε με σηκωμένα τα φτερά προς τον ουρανό, κάτω από τον ήχο ενός μελωδικού παιάνα. Καθώς ξυπνούσε από αυτήν την εξαίσια μελωδία γέννησε τον θεόσταλτο Απολλώνιο, χωρίς πόνο. Ταυτόχρονα, ένας κεραυνός σταλμένος από τον Δία έπεσε δίπλα του χωρίς να τον αγγίξει.
Ο μαθητής του Δάμις ο Νινευίτης έγραψε τη βιογραφία του Δασκάλου του. Με βάση αυτά τα γραπτά ο Λήμνιος Φλάβιος (170 - 246 μ.Χ.) Φιλόστρατος έγραψε τον βίο του Απολλώνιου του Τυανέα.
Εκτός από τον Φιλόστρατο, και πολλοί άλλοι συγγραφείς αναφέρουν τον Τυανέα, όπως για παράδειγμα, ο Δίων ο Κάσσιος, ο Αμιανός Μαρκελλίνος, ο Λουκιανός, ο Ιεροκλής, ο Ευσέβιος, ο Κασσιόδωρος, ο μοναχός Ισίδωρος, αλλά και Βυζαντινοί χρονογράφοι όπως ο Φώτιος.
Ο Φλάβιος Φιλόστρατος ήταν σοφιστής στενός φίλος του αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου (146 - 211 μ.Χ.) και της συζύγου του Ιουλίας Δόμνας (158 - 217 μ.Χ.). Ο Σεβήρος μάλιστα στο προσωπικό του ιερό είχε αγάλματα του Τυανέα, του Ιησού και του Ορφέα. Κατά παράκληση της αυτοκράτειρας ο Φιλόστρατος συνέταξε τη ζωή του Απολλώνιου από τα χειρόγραφα που είχαν παραδοθεί στην ίδια.
Ήταν τόσο σημαντική η μορφή του Απολλώνιου που ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος μάλιστα (121-180 μ.Χ) παραδέχτηκε ότι χρωστούσε τη φιλοσοφία του στον Απολλώνιο.: «Από τον Απολλώνιο διδάχθηκα την ελευθερία της βούλησης και την κατανόηση, τη σταθερότητα στο σκοπό και να μην κοιτάζω τίποτα άλλο, ούτε για μια στιγμή, εκτός από το να σκέπτομαι λογικά».
Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ευνάπιος έγραψε για τον Απολλώνιο: «Ο Τυαννέας δεν είναι απλώς φιλόσοφος αλλά μία οντότητα – μέσον μεταξύ Θεών και ανθρώπων», ενώ ο Πορφύριος έγραφε πως ο Απολλώνιος ήταν «ανήρ φιλοσοφία πάση κεκοσμημένος» και ισχυριζόταν ότι «τα θαύματα του Χριστού δεν ήταν και τίποτα εξαιρετικό».
Ο Απολλώνιος έλεγε πως : «ο σοφός πρέπει να διαλέγεται σαν νομοθέτης. Διότι ο νομοθέτης πρέπει για όσα επείσθη, αυτά σαν επιταγές να τα επιβάλλει στο πολύ πλήθος».
Υποστήριζε πως το μόνο καλό ήταν η ηθική αξία, η μόνη αληθινή ικανοποίηση ήταν η ανεξαρτησία από τους εξωτερικούς παράγοντες, και θεωρούσε ότι ο πλούτος ήταν εμπόδιο για την ανάπτυξη της αρετής. Όλες οι διδασκαλίες του θεμελιώθηκαν στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι καλούνται να δεχτούν την αλήθεια και να την κάνουν πράξη.
Για αυτόν ο κόσμος της ύλης ήταν μια φυλακή αυταπάτης από την οποία όφειλε να ελευθερωθεί η ψυχή του ανθρώπου, ώστε να ανέλθει πορεία. Σε ένα τέτοιο κοσμολογικό πλαίσιο, κάθε νοήμων ον οφείλει να αναλάβει την ευθύνη για την δική του ύπαρξη.
Τις θυσίες των ζώων τις απέρριπτε καθώς αναζητούσε πνευματικούς τρόπους λατρείας του θεού. Ο Απολλώνιος πίστευε πως η Θεότητα δεν έχει την ανάγκη της πίστης των ανθρώπων, ούτε εμπλέκεται με ασήμαντα πράγματα για αυτό και δεν χρειαζόταν θυσίες και επικλήσεις, αλλά μόνον ενδόμυχη προσευχή. Η προσευχή για τον Απολλώνιο όφειλε να είναι μια συνειδητή πράξη θέλησης, ένα κανάλι συγκέντρωσης των ψυχικών δυνάμεων, για τη δημιουργία συνδέσμου μεταξύ ψυχής και πνευματικού κόσμου, ενός πολύ σημαντικού σύμφωνα με αυτόν παράγοντα για την εκπλήρωση ενός στόχου.
Έδινε μάλιστα και οδηγίες για την ώρα και το είδος των προσευχών, θυσιών και σπονδών, που αρμόζουν σε κάθε θεό. Πίστευε πως οι άνθρωποι συμμετέχουν στη Θεία φύση, και πως με τις «μυητικές τελετές» ήταν δυνατόν να απαλλαχθούν οι άνθρωποι από τα εφήμερα δεινά της ζωής.
Kατά την ανατολή του Ηλίου εκτελούσε κάποιες άρρητες θρησκευτικές τελετουργίες. (Όπως και οι Εσσαίοι) διότι κατά την ανατολή του ήλιου σύμφωνα με τον ίδιο είναι η ώρα που πρέπει να αφιερώνει ο μύστης στην επικοινωνία του με τους Θεούς.
Οι θρησκευτικές πρακτικές που εφάρμοζε ήταν γνωστές μόνο σε όσους είχαν ασκήσει αντίστοιχη πολυετή εξάσκηση της πυθαγόρειας σιγής. Συνήθιζε δε αφού ολοκλήρωνε τα καθημερινά του καθήκοντα να πλένεται με κρύο νερό (όπως έκαναν επίσης και οι Εσσαίοι).
Υποστήριζε πως οι πραγματικοί αναζητητές έπρεπε να ταξιδεύουν σε ξένες χώρες αναζητώντας την γνώση, για αυτό τον λόγο ταξίδεψε σε όλον σχεδόν τον τότε γνωστό κόσμο.
Έτσι ταξίδεψε σε Ανατολή και Δύση, ήρθε σε επαφή με πολλά και διαφορετικά ιερατεία όπου έλαβε μέρος σε όλες τις ανά τόπο άρρητες μυητικές τελετές. Αυτό ήταν εφικτό καθώς παρά τις διαφορές των θρησκειών ως προς το τυπικό, τη λατρεία δηλαδή και την πίστη, ήταν κοινή η συνείδηση της αλληλοσυνδέσεις των μερών του σύμπαντος και των σχέσεων εξάρτησης των μερών του με την Θεική πηγή τους.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο ως μυημένος δεν έκανε διακρίσεις μεταξύ εθνών ή θρησκευτικών πεποιθήσεων, έχοντας υπερβεί το στάδιο των δογμάτων μέσα στα οποία ζουν, αντιλαμβάνονται το Θείο οι περισσότεροι άνθρωποι. Οι Ιερείς τον αποδέχτηκαν σαν ομότιμο τους, και η φήμη του απλώθηκε σε όλες τις περιοχές που επισκέφθηκε και θεωρήθηκε «ως θείος Άνθρωπος».
Όταν ο Απολλώνιος επισκέφτηκε το Μαντείο των Δελφών στεφανώθηκε από τους ιερείς, και έλαβε τον κάτωθι χρησμό από την Πυθία: «Για εκατοντάδες χρόνια θα μείνεις ξακουστός στην Γη, αλλά και για εκατοντάδες χρόνια θα σε συκοφαντούν οι αντίπαλοι σου».
Όταν επισκέφτηκε την Αθήνα την εποχή που εορτάζονταν τα Ελευσίνια Μυστήρια, θέλησε να πάρει μέρος στις μυητικές τελετές. Ο ιεροφάντης όμως αρνήθηκε να τον μυήσει λέγοντας του πως αποκλείεται να κάνει μέτοχο των ιερών ένα μάγο τσαρλατάνο και να ανοίξει την Ελευσίνα σε κάποιον που δεν ήταν απαλλαγμένος από δαιμόνια. Ο Απολλώνιος δεν πτοήθηκε και του απάντησε:
« Δεν έχεις πει ακόμη το σπουδαιότερο για το οποίο θα μπορούσα να κατηγορηθώ, ότι δηλαδή γνωρίζω περισσότερα από εσένα για την τελετή και ήρθα για να μυηθώ από κάποιον σοφότερο δήθεν από εμένα. Θα μυηθώ άλλη φορά και θα με μυήσει ο επόμενος ιεροφάντης». Αναφερόταν στον επόμενο ιεροφάντη που μετά από τέσσερα χρόνια έγινε επικεφαλής του Ελευσίνιου ιερού.
O Απολλώνιος έδωσε πολλές διαλέξεις στην Αθήνα. Η πρώτη ομιλία ήταν σχετική με τα ιερά, γιατί διαπίστωσε ότι οι Αθηναίοι είχαν υπερβολική ροπή προς τις θυσίες. Τους δίδαξε πώς να κάνουνε ευχές και σπονδές όπως αρμόζει σε κάθε θεό.
Ενώ συζητούσε για τις σπονδές, έτυχε να παρευρίσκεται ένας νέος από την Κέρκυρα που θεωρούνταν βλάσφημος. Ενώ ο Απολλώνιος συζητούσε σχετικά με τις σπονδές, ο βλάσφημος νέος γελούσε συνεχώς και ειρωνευόταν. Ο Απολλώνιος τον κοίταξε και του είπε: « Δεν είσαι εσύ ο υβριστής αλλά ο δαίμονας που σε κυρίευσε χωρίς να το ξέρεις». Πράγματι ο νέος είχε κυριευθεί από δαίμονα διότι γελούσε για πράγματα που σε άλλους δεν προκαλούσαν γέλιο, έκλαιγε χωρίς αιτία, μιλούσε μόνος του και τραγουδούσε. Όταν τον κοίταξε ο Απολλώνιος το δαιμόνιο έβγαλε φωνή φοβισμένη και οργισμένη, και ορκίστηκε να εγκαταλείψει τον νέο και να μην κατακυριεύσει κανέναν άλλο άνθρωπο.
Όταν ο Απολλώνιος οργισμένος του είπε να αποδείξει με σημάδι ότι πράγματι έτσι θα έκανε, του είπε : « Θα ρίξω κάτω τον τάδε ανδριάντα», δείχνοντας προς τη Βασιλική στοά, όπου διαδραματιζόταν το περιστατικό. Όντως ο ανδριάντας κουνήθηκε και έπειτα έπεσε. Ο νέος είχε συνέλθει, και στην συνέχεια παράτησε τις πολυτελείς χλαμύδες και έγινε φιλόσοφος.
Το ίδιο επίσης χρονικό διάστημα προσπάθησε επίσης να αναβαθμίσει τις παρακμάζουσες τότε Διονυσιακές εορτές στην Αθήνα. Εκτός της περίπτωσης του δαιμονισμένου νέου αναφέρονται και πολλές άλλες περιπτώσεις που ο Απολλώνιος θεράπευσε ανθρώπους από ανίατες ασθένειες, εμφανιζόταν σε πολλά και διαφορετικά μέρη ταυτόχρονα, έκανε προφητείες, καταλάβαινε άγνωστες σε αυτόν γλώσσες, ενώ τέλος του αποδίδονται ακόμα και αναστάσεις νεκρών.
Όταν βρισκόταν στην Ρώμη για παράδειγμα, συνάντησε μια νεκρική πομπή. Η κοπέλα είχε πεθάνει λίγο πριν νυμφευθεί, και ο γαμπρός ακολουθούσε το φέρετρο θρηνώντας. Ο Απολλώνιος έτυχε να παρευρεθεί σ' αυτή την συμφορά και είπε: «Αφήστε κάτω το φέρετρο κι εγώ θα δώσω τέλος στα δάκρυα που χύνετε για την νέα». Αμέσως ρώτησε το όνομα της κοπέλας. Οι περισσότεροι νόμισαν πώς θα εκφώνηση λόγο, σαν τους επικήδειους που συνήθιζαν θρήνους, όμως ο Απολλώνιος το μόνο που έκανε ήταν να αγγίξει την κοπέλα και αφού ψιθύρισε κάτι, ξύπνησε την κοπέλα από τον φαινομενικό θάνατο. Η νέα έβγαλε μία φωνή και επέστρεψε στο σπίτι του πατέρα της.
Ο Απολλώνιος όταν ρωτήθηκε πώς ήταν εφικτά τέτοια θαύματα και απάντησε :
«Δεν υπάρχει θάνατος σε τίποτα παρά μόνο στην εμφάνιση. Αυτό που περνά από την Ουσία στη Φύση μοιάζει να είναι γέννηση, ενώ εκείνο που περνά από τη Φύση στην Ουσία μοιάζει να είναι θάνατος. Στην πραγματικότητα τίποτα δεν γεννιέται και τίποτα δεν πεθαίνει, αλλά μόνο εμφανίζεται τη μια στιγμή και την άλλη εξαφανίζεται. Εμφανίζεται λόγω της πυκνότητας της ύλης και εξαφανίζεται λόγω της λεπτότητας της ουσίας. Αλλά είναι πάντα το ίδιο, διαφέροντας μόνο σε κίνηση και κατάσταση.»
Όταν βρισκόταν στη Έφεσο η πόλη είχε χτυπηθεί από λοιμό. Ο Απολλώνιος συγκέντρωσε τους Εφέσιους, και τους είπε: «Κουράγιο, σήμερα θα σταματήσω την αρρώστια». Αμέσως συγκέντρωσε μικρούς και μεγάλους στο θέατρο, όπου υπήρχε άγαλμα του Αποτρόπαιου. Εκεί είδε την μορφή ενός γέρου με μάτια μισόκλειστα, πού κρατούσε σακούλι με ένα κομμάτι ψωμί και ήταν ρακένδυτος με σιχαμερό πρόσωπο. Έβαλε γύρω του τους Εφέσιοι και είπε:
«Χτυπάτε τον εχθρό των θεών, αφού μαζέψετε όσο το δυνατόν περισσότερες πέτρες».
Οι Εφέσιοι απορούσαν με τα λόγια του και θεωρούσαν φοβερό να σκοτώσουν ένα ξένο πού βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, και ο οποίος τους ικέτευε ζητώντας το έλεος τους. Ο Απολλώνιος όμως επέμενε να του ρίχνουν πέτρες και να μην τον αφήσουν να φύγει. Μόλις άρχισαν μερικοί να ρίχνουν πέτρες, τα μάτια του φάνηκαν γεμάτα φωτιά. Οι Εφέσιοι κατάλαβαν ότι υπήρχε κάποιος δαίμονας και πέταξαν πέτρες μέχρι που τον σκέπασαν. Μετά από λίγο ο Απολλώνιος τους είπε να απομακρύνουν τις πέτρες και να αναγνωρίσουν το θηρίο που είχαν σκοτώσει. Αφού λοιπόν ξεσκεπάστηκε αυτός που νόμιζαν ότι είχαν χτυπήσει, εκείνος είχε εξαφανισθεί και στην θέση του αντίκρισαν ένα σκύλο, λιωμένο από τις πέτρες, πού έβγαζε αφρούς από τα στόμα όπως οι λυσσασμένοι.
Στην Έφεσο επίσης σε μία από τις ομιλίες του, μιλούσε σχετικά με την κοινοκτημοσύνη και δίδασκε ότι τα μέλη της κοινωνίας πρέπει να αλληλοβοηθούνται. Στα δέντρα που υπήρχαν τριγύρω κάθονταν σπουργίτια σιωπηλά. Κάποια στιγμή ένα απ' αυτά πέταξε βγάζοντας φωνή σαν να ήθελε να παρακίνηση τα υπόλοιπα για κάτι. Τα υπόλοιπα μόλις άκουσαν την φωνή, σηκώθηκαν και πέταξαν φωνάζοντας κάτω από την καθοδήγηση του. Ο Απολλώνιος συνέχισε την ομιλία του γιατί ήξερε τι έκανε τα σπουργίτια να πετάξουν. Δεν το εξήγησε όμως στους άλλους. Επειδή παρ' όλα αυτά όλοι σήκωσαν τα μάτια τους ψηλά κοιτάζοντας τα πουλιά και μερικοί από άγνοια θεώρησαν το περιστατικό αξιοπερίεργο, ο Απολλώνιος ξέφυγε από την ροή του λόγου του και είπε:
«Ένα παιδί ενώ μετέφερε σιτάρι μέσα σε δοχείο, γλίστρησε. Στην συνέχεια συγκέντρωσε τους σπόρους απρόσεχτα και έφυγε αφήνοντας πολλούς. Το σπουργίτι αυτό είχε την τύχη να δη το συμβάν και ήρθε να αναγγείλει και στα άλλα το απρόσμενο εύρημα και να τα καλέσει γα να φάνε».
Κάποιοι έφυγαν για να πάνε εκεί που υπέδειξε ο Απολλώνιος, ενώ αυτός συνέχισε να μιλάει σ' αυτούς που παρέμειναν συνεχίζοντας τον λόγο που είχε στο μυαλό του περί κοινοκτημοσύνης. Όταν ήρθαν και οι άλλοι γεμάτοι θαυμασμό, είπε:
«Βλέπετε με πόση επιμέλεια τα σπουργίτια φροντίζουν το ένα το άλλο και χαίρονται μ' αυτήν την κοινοκτημοσύνη. Εμείς απαξιούμε για κάτι τέτοιο κι αν δούμε κάποιον να μοιράζεται ό,τι έχει με άλλους, τον κατηγορούμε για σπατάλη, έπαρση και τα παρόμοια, ενώ αυτούς πού φροντίζει τους λέμε παράσιτα και κόλακες».
Στη διάρκεια της ζωής του ο Απολλώνιος είχε κατηγορηθεί πολλές φορές ότι οι προφητικές του ικανότητες ήταν έργο δαιμόνιων πνευμάτων και ότι ο ίδιος ήταν ένας τσαρλατάνος Μάγος. Στην Ρώμη μάλιστα το έτος 92 μ.Χ κινδύνεψε η ζωή του, όταν σύμφωνα με τον Φιλόστρατο ο Απολλώνιος κατηγορήθηκε για παρακίνηση σε στάση ενάντια στον Αυτοκράτορα αλλά και για μαγεία, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Ο Απολλώνιος υπερασπίστηκε τον εαυτό του αποκρούοντας τις κατηγορίες αναφέροντας παραδείγματα και άλλων προγενέστερων Φιλοσόφων που προέβησαν σε «θαύματα».
Αναφέρει για παράδειγμα τον Επιμενίδη που καθάρισε την Αθήνα από επικίνδυνο μίασμα, τον Δημόκριτο που ελευθέρωσε τους Αβδηρίτες από λοιμό, τον Σοφοκλή που λέγονταν ότι μάγεψε τους ανέμους, αλλά και τον Εμπεδοκλή που σταμάτησε τα βαριά σύννεφα πάνω από την πόλη του Ακράγαντα. Έκανε επίσης αναφορά στον Σωκράτη και στους Ίωνες προσωκρατικούς φιλοσόφους, κάνοντας ένα ρητορικό ερώτημα για να τεκμηριώσει την υπεράσπισή του. Ανέφερε ότι ουδέποτε κατηγορήθηκαν ως μάγοι επειδή γνώριζαν εκ των προτέρων τα γεγονότα, με την φράση του: «Γιατί οι θεοί αισθάνονται ό,τι θα συμβεί στο μέλλον, οι άνθρωποι ό,τι γίνεται τώρα και οι σοφοί ό,τι πλησιάζει». Τελικώς διέφυγε από την φυλακή με υπερφυσικό τρόπο...
Σε ηλικία 30 ετών αποφάσισε να επισκεφτεί την Ινδία. Πρώτος σταθμός ήταν η Νίνος, η αρχαία Νινευί, όπου και συνάντησε τον Δάμι, τον πιστό του μαθητή και σύντροφο έκτοτε σε όλα του τα ταξίδια. Στην συνέχεια πήγε στην Βαβυλώνα όπου μυήθηκε από τους Χαλδαίους Μάγους.
Φθάνοντας στη Μεσοποταμία ο τελώνης στη γέφυρα το ρώτησε τι μεταφέρει, και ο Απολλώνιος του απάντησε:« Φέρω μαζί μου σωφροσύνη,δικαιοσύνη, αρετή,εγκράτεια, ανδρεία, άσκηση», και όταν τού ζήτησε λεπτομερή κατάλογο όλων αυτών των «θηλυκών», εκείνος τού είπε: «Δεν μου επιτρέπεται, διότι δεν μεταφέρω δούλες αλλά κυρίες».
Σύμφωνα με τον Δάμι ο Απολλώνιος έμαθε αλλά και δίδαξε στους Πέρσες Μάγους. Όταν μάλιστα ο Δάμις κάποια στιγμή τον ρώτησε: «τι είναι οι Μάγοι;» εκείνος απάντησε: «Σοφοί μέν,αλλά όχι σε όλα τα πράγματα».
Στον δρόμο προς την Ινδία, ο Δάμις εξιστορεί μία συνομιλία που είχε με τον Απολλώνιο:
«Πες μου Δάμι, πού είμαστε χθες;» και ο Δάμις: «στη πεδιάδα»....Ο Απολλώνιος τον ρώτησε: «Σήμερα δε πού;» και ο Δάμις απάντησε: «Στον Καύκασο, εκτός και το λησμόνησα...αλλά έχει τόση σημασία η ερώτηση;» «Ποία η διαφορά Δάμι;» «Χθες είμαστε χαμηλά όπου εύκολα πολλοί βαδίζουν, σήμερα ψηλά όπου λίγοι δύσκολα ανεβαίνουν» , «Ακριβώς Δάμι και αν δεν έχεις καταλάβει τη διαφορά, είσαι ακόμα κάτω. Όλοι παραδέχονται ότ, από δύσκολους δρόμους, στην κορυφή βρίσκεται το Θείον, λίγοι όμως φθάνοντας κοντά σε αυτόν τον απέραντο και θείο μηχανισμό, κοντά στον ουρανό και ανάμεσα στα άστρα και βλέποντας στην ανατολή τον ήλιο να έρχεται νωρίτερα, εκφέρουν γνώμες σαφέστερες!».
Ο Απολλώνιος δεν έκρυβε τον θαυμασμό του για τους Ινδούς γυμνοσοφιστές καθώς όπως έλεγε «κατοικούν πάνω στη γη χωρίς να είναι πάνω της» (μετεωρισμός), και «χωρίς να έχουν τίποτα, να έχουν τα πάντα». Αυτό ήταν αποτέλεσμα της λιτής και ασκητικής ζωής τους, η οποία είχα σαν αποτέλεσμα την απόκτηση των υπερφυσικών αυτών ιδιοτήτων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι εμφανές πως η ζωή του Απολλώνιου είναι παρεμφερής με την ζωή του Ιησού. Όπως είναι φυσικό αυτό προκάλεσε έριδες από την αρχαιότητα ήδη ανάμεσα στους λεγόμενος «παγανιστές» τους πιστούς των παλαιών πολυθεϊκών θρησκειών και τους Χριστιανούς.
Οι μεν κατηγορούν τους δε (οι Χριστιανοί του παγανιστές ή Εθνικούς και αντίστροφα) για χαλκευμένες και αναξιόπιστες αναφορές. Δεν θα πρέπει όμως να μας εκπλήσσουν οι ομοιότητες.
Η εποχή στην οποία αναφερόμαστε αυτή είναι μία εποχή θρησκευτικού συγκρητισμού και έντονης μεταφυσικής αγωνίας, μία εποχή πολυπολιτισμού και πολλαπλών κρίσεων, που είχε αντιστοιχίες με την σημερινή εποχή.। Ένας κόσμος γκρεμιζόταν, ένας άλλος προσπαθούσε να γεννηθεί. Ήταν γενικά μία εποχή αυτή ήταν μία εποχή αγωνίας, καθώς στους αιώνες αυτούς κυριαρχεί μια βαθιά και γενικευμένη ηθικο-πνευματική ανασφάλεια, που ευνοούσε την ανάπτυξη της πίστης στα πνεύματα, στους μάγους και στους προφήτες, και τον μυστικισμό. Η Θεουργία, η Μαγεία και τα θαύματα κυριαρχούσαν παντού.
Την εποχή αυτή στην Ιουδαία οι ασκητές Εσσαίοι «θεραπευτές» οι οποίοι μοιράζονταν πολλά κοινά στοιχεία με την Στωική και Πυθαγόρεια Φιλοσοφία, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των πρώτων Χριστιανικών ομάδων. Λέγεται μάλιστα πως ο Ιησούς μαθήτευσε κοντά τους. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις πως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ήταν Εσσαίος, και πως η προς Εβραίους επιστολή γράφτηκε προς χριστιανούς που προηγουμένως ήταν Εσσαίοι. Σε κάθε περίπτωση τα χειρόγραφα του «Κουμράν» αναφέρουν πολλές ιστορίες θαυμάτων, και θεραπείες ασθενών.
Τα πρώτα Χριστιανικά χρόνια γράφτηκαν τα «Χαλδαϊκά λόγια» από τον Ιουλιανό τον Χαλδαίο τον Θεουργό, στα οποία εκτός των φιλοσοφικών αρχών που περιέχουν, υπάρχουν πλήθος μαγικών επικλήσεων στους αρχαίους Θεούς. Ο Πορφύριος αργότερα έγραψε υπομνήματα πάνω σε αυτά, ο Ιαμβλίχος όμως τα χρησιμοποίησε κατά κόρον. Περίπου την ίδια εποχή εικάζεται πως γράφτηκαν και τα Ερμητικά κείμενα, στην μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα, αλλά και αναδύεται ο Νεοπλατωνισμός με κυρίαρχη μορφή αυτή του Πλωτίνου, συμμαθητής του οποίου υπήρξε ο μετέπειτα Χριστιανός Ωριγένης.
Δεν είναι επίσης τυχαίο πως αυτή την εποχή ο Χριστιανισμός κινδύνεψε από το Χριστιανικό κίνημα των Γνωστικών, ο οποίος κήρυσσε έναν τρόπο απόδρασης από τον κόσμο, μέσω μιας ιδιαίτερης «φώτισης», η οποία δεν ήταν προσιτή σε όλους.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον όπου είχε αρχίσει να επικρατεί ο Χριστιανισμός (πολύ διαφορετικός από αυτόν που σήμερα γνωρίζουμε) για διαφόρους λόγους, η ιστορία του Απολλώνιου αμφισβητήθηκε έντονα από τους Χριστιανούς πατέρες, όπως ο Ιουστίνος, ο Φώτιος, ο Αυγουστίνος, ο Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο Νείλος και άλλους. Ο επίσκοπος Καισαρείας της Παλαιστίνης Ευσέβιος αναγκάζεται να γράψει το «Προς τα υπό Φιλοστράτου εις Απολλώνιον τον Τυανέα», για να αντικρούσει το «Φιλαλήθη λόγον», που διέδιδε ο Ιεροκλής.।
Στο έργο του δέχεται τον Απολλώνιο ως μάγο και τα θαύματά του τερατώδεις μύθους...Ο άγιος Χρυσόστομος, αναρωτιέται: «Πως ήταν δυνατό να συγκριθεί ο Κύριος με τον Απολλώνιο τον Τυανέα, ο οποίος ούτε Εκκλησία άφησε ούτε λαό ούτε κάτι άλλο έκανε που μπορούσε να τον εξυψώσει στη θέση του Ιησού»;
Αντίστοιχα Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι αμφισβήτησαν το Ιησού και την Χριστιανική θρησκεία, όπως για παράδειγμα έκαναν με τα συγγράμματα τους ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, o Πορφύριος, ή ο Κέλσος.nΘα παραθέσω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα συγγράμματα των Κέλσου, Πορφύριου (τα οποία διασώθηκαν μέσα από κριτικές Χριστιανών) και την επιχειρηματολογία τους..κατά των Χριστιανών.।।Ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου, γράφηκε το 178 μ.χ, και διασώθηκε σχεδόν αυτούσιος χάρη στον χριστιανό Ωριγένη ο οποίος προκειμένου να αντικρούσει τον Κέλσο, τον παρέθεσε μέσα στο απολογητικό του έργο «Κατά Κέλσου».:
...«Οι χριστιανοί πιστεύουν ότι προφέροντας τα ονόματα δαιμόνων ή λέγοντας μαγικά ξόρκια, αποκτούν δύναμη. Ο ίδιος ο Ιησούς χρησιμοποιώντας μαγικά τεχνάσματα φάνηκε πως έκανε θαύματα, και μάλιστα πρόβλεψε ότι και άλλοι θα ‘παιρναν μαθήματα και θα ‘καναν τα ίδια, παριστάνοντας τους σπουδαίους κι ότι τα κατορθώματά τους δήθεν οφείλονται στη δύναμη του θεού• και κάτι τέτοιους τους ξαπόστελνε ο Ιησούς. Αν είχε δίκιο να τους καταδικάζει, τότε όντας κι ο ίδιος ένοχος για τα ίδια πράγματα, ήταν τιποτένιος και αν δεν ήταν τιποτένιος ο ίδιος τότε δεν ήσαν τιποτένιοι και όσοι πήγαν να τον μιμηθούν... [...] Η γέννηση του Ιησού από μια παρθένο είναι δική του επινόηση, για να συγκαλύψει την πραγματική του καταγωγή: Γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Ιουδαίας από μια ντόπια, άπορη χειρώνακτα που ο άντρας της, ένας μαραγκός, την έδιωξε από το σπίτι σαν έμαθε ότι τον απατούσε μ’ έναν στρατιώτη που τον έλεγαν Πάνθηρα... [...] Κατ’ αρχάς, για να κατασκευάσουν την ιστορία της παρθενογένεσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χριστιανοί έχουν χρησιμοποιήσει τους ελληνικούς μύθους της Δανάης και Μελανίππης ή της Αύγης και της Αντιόπης... [...] Οι παλιοί μύθοι απέδιδαν θεία γέννηση στον Περσέα, τον Αμφίωνα, τον Αιακό και τον Μίνωα ούτε κι αυτούς τους πιστεύουμε, αλλά τουλάχιστον αυτοί οι μύθοι παρουσιάζουν σαν απόδειξη τα όσα μεγάλα και θαυμαστά κατόρθωσαν εκείνοι για το καλό των ανθρώπων, ώστε να αποκτήσουν κάποιον αληθοφάνεια... [...] Όμως και τα υπόλοιπα που πιστεύετε, ότι θα αναστηθούν οι νεκροί, ότι θα απονεμηθεί η θεία δίκη και ότι θα τιμηθούν οι δίκαιοι ενώ οι άδικοι θα καούν, είναι μπαγιάτικα τίποτα το καινούριο δεν έχουν να διδαχτούν απ’ αυτά οι χριστιανοί... [...]Θαύματα υπερφυσικά συνέβαιναν παντού και πάντα (λόγου χάρη, οι ευεργεσίες που πρόσφερε ο Ασκληπιός και οι προβλέψεις του για τα μελλούμενα στις πόλεις που ήσαν αφιερωμένες στη λατρεία του, όπως η Τρίκκη, η Επίδαυρος, η Κως και η Πέργαμος, ή ακόμα, η περίπτωση του Αριστέα του Προκοννήσιου ή κάποιου Κλαζομένιου ή του Κλεομήδη από την Αστυπάλαια). Αλλά μόνο οι Ιουδαίοι τα αποδίδουν στον ύψιστο θεό.».
Ο Πορφύριος ήταν Σύρος νεοπλατωνικός φιλόσοφος, που γεννήθηκε στην Τύρο του σημερινού Λιβάνου (232-305). Στο έργο του κατά Χριστιανών αναφέρει:
... «Για ποιον λόγο ο Χριστός, ούτε στον αρχιερέα όπου τον οδήγησαν ούτε στον κυβερνήτη δεν είπε ένα λόγο άξιο σοφού και θείου ανθρώπου, ένα λόγο ικανό να τους ανοίξει τα μάτια και να τους κάνει καλύτερους, τον δικαστή και τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους; Παρά ανεχόταν να τον χτυπούν μ’ ένα καλάμι, να τον φτύνουν και να του φορέσουν ακάνθινο στεφάνι, σε αντίθεση με τον Απολλώνιο Τυανέα, που αφού πρώτα τα ‘ψαλε του αυτοκράτορα Δομητιανού, αμέσως μετά έγινε άφαντος από τα ανάκτορα κι ύστερα από μερικές ώρες εμφανίστηκε στην πόλη Δικαιάρχεια -τους σημερινούς Ποτιόλους- μπρος σε όλο τον κόσμο. Μα ακόμα κι αν ήταν θεϊκή εντολή να υποστεί τα πάθη, ο Χριστός όφειλε μεν να υπομείνει την τιμωρία, όχι όμως και να τα υποστεί όλα βουβός χωρίς να μιλήσει διόλου• θα έπρεπε να μιλήσει δυνατά και να πει λόγια σπουδαία και σοφά στον Πιλάτο τον δικαστή κι όχι ν’ αφήνει να τον εξευτελίζουν σαν κανένα τιποτένιο του δρόμου. ... [...] «Μπορεί κανείς να εντοπίσει κι άλλη μία ασαφή φράση του Ιησού· εκεί όπου λεει: «Προσέξτε μη σας παραπλανήσει κανείς. Γιατί πολλοί θα παρουσιαστούν μιλώντας επ’ ονόματι μου και θα πουν «εγώ είμαι ο Χριστός», και θα παραπλανήσουν πολλούς» (Ματθαίος 24.4-5). Ιδού: Πέρασαν τριακόσια τόσα χρόνια και πουθενά δεν φάνηκε κανείς. Μήπως θα ισχυριστείτε ότι μιλούσε για τον Απολλώνιο Τυανέα, τον άνθρωπο εκείνο που είχε για κόσμημά του τη φιλοσοφία; Γιατί άλλον δεν έχει να βρείτε. Μόνο που ο Ιησούς δεν μιλά για έναν αλλά για πολλούς: «Θα εμφανιστούν πολλοί ψευδοπροφήτες και θα παραπλανήσουν πολύ κόσμο». (Ματθαίος 24.14).
Ορισμένοι νεώτεροι μελετητές συμφωνούν με τις θέσεις αυτές, όπως για παράδειγμα ο καθηγητής R. W. Bernard, που αναφέρει πως: ...«Το 325 ο Κωνσταντίνος και οι γύρω από αυτόν αποφάσισαν στην Νίκαια να εκμεταλλευθούν την μεγάλη φήμη του Απολλώνιου του Τυανέα και παραχαράσσοντας τις βασικές διδασκαλίες του Έλληνα σοφού να τον υποκαταστήσει μαζί με τον Πυθαγορισμό του με κάποιες δήθεν θεϊκές διδασκαλίες ενός υπερφυσικού Μεσσία, οι όποιες θα ήταν λιγότερο ριζοσπαστικές και περισσότερο συμφέρουσες για την αυτοκρατορία από ότι αυτές του Απολλώνιου.
Έτσι εκεί που μέχρι τότε κυριαρχούσε ο Απολλώνιος εγκατέστησαν το νεοδημιουργημένο Σωτήρα τους, δίνοντας του το όνομα Ιησούς, ο όποιος τότε και εκεί άρχισε να προϋπάρχει σαν ιδέα μέσα στα μυαλά του Ιουδαιορωμαϊκου Ιερατείου, πού αργότερα έγινε γνωστό σαν «Πατέρες της Εκκλησίας της Νικαίας». ...[..].. «Από την στιγμή που ο Χριστός πήρε την θέση του Απολλώνιου ο στόχος του Ιουδαιορωμαϊκου Ιερατείου ήταν να καταστρέψει όλα τα ντοκουμέντα τα οποία είχαν σχέση με τον Απολλώνιο όπως και με την Εσσαϊκή πρωτοχριστιανική κοινότητα την οποία ο Απολλώνιος είχε επηρεάσει πολύ σ’ αυτούς τους τρεις αιώνες μέχρι την αυτοκρατορία του Κωνσταντίνου.
Έτσι κατάφεραν να κρατήσουν στο σκοτάδι την αλήθεια και με μία άνευ προηγουμένου κολοσσιαία άπατη έκαναν τον κόσμο να πιστέψει ότι ο Ιησούς και η χριστιανική θρησκεία είχαν ξεκινήσει με τον Χριστό και τους 12 Αποστόλους του, ενώ ή αλήθεια είναι ότι όλα ξεκίνησαν τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αυτή ήταν η βασική αιτία που η Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη μετά από την πρώτη καταστροφή της από τον Ιούλιο Καίσαρα, ξανακάηκε, και μαζί με αυτήν και άλλες βιβλιοθήκες ώστε να εξαφανισθούν τα βιβλία πού θα αναφέρονταν σ’ αυτούς τους τρεις πρώτους μ.Χ. αιώνες.
Τόση ήταν η επιτυχία αυτού τού σκοτεινού Ιερατείου που κατάφερε σχεδόν για 2000 χρόνια να κράτηση στο μαύρο σκοτάδι όλες τις αποδείξεις σχετικά με τον βίο και την διδασκαλία του Απολλώνιου Τυανέα. Ευτυχώς όμως με την επιστήμη της Ιστορίας, το πιο απαγορευμένο βιβλίο από όλα διεσώθη. Το βιβλίο ήταν «ο βίος του Απολλώνιου του Τυανέως» από τον βιογράφο του Φιλόστρατο. Το βιβλίο κρατήθηκε και φυλάχθηκε μυστικά στην Μ. Ανατολή περισσότερο από 1000 χρόνια από μυημένους Άραβες κόντρα στις προσπάθειες των σταυροφόρων να το ανακαλύψουν και να το καταστρέψουν για λογαριασμό του χριστιανοπαπισμού.»…
Σε κάθε περίπτωση η συγκεχυμένη πραγματικότητα της εποχής αυτής αποτυπώνεται στη απάντηση που έδωσε ο Φιλόσοφος Συνέσιος της Κυρήνης στον Θεόφιλο της Αλεξάνδρειας όταν ο δεύτερος του πρότεινε να γίνει Χριστιανός επίσκοπος:
«Η φιλοσοφική νοημοσύνη, ενώ κοιτάει προς την αλήθεια, παραδέχεται την ανάγκη να ψεύδεται. Το φως έχει να κάνει με την αλήθεια, αλλά το μάτι έχει περιορισμένη όραση και δεν μπορεί να κοιτάξει κατευθείαν στο φως χωρίς να τραυματισθεί. Καθώς το μισόφωτο είναι πιο υποφερτό για το μάτι, έτσι πιστεύω, είναι και το ( ωφέλιμο ) ψέμα για τους απλούς ανθρώπους. Η αλήθεια βλάπτει εκείνους που δεν μπορούν να κοιτάξουν προς την πραγματικότητα. Εάν οι κανονισμοί της ιεροσύνης μου επιτρέπουν να διατηρήσω μία τέτοια θέση, τότε δέχομαι την χειροτόνηση, εφόσον μπορώ να κρατώ την φιλοσοφία μου ως ιδιωτική υπόθεση στο σπίτι μου και να κηρύττω παραμύθια όταν βρίσκομαι έξω».
Ο Απολλώνιος πέθανε σε ηλικία περίπου 90 ετών.
Στη διάρκεια της ζωής του ο Απολλώνιος είχε κατηγορηθεί πολλές φορές ότι οι προφητικές του ικανότητες ήταν έργο δαιμόνιων πνευμάτων και ότι ο ίδιος ήταν ένας τσαρλατάνος Μάγος. Στην Ρώμη μάλιστα το έτος 92 μ.Χ κινδύνεψε η ζωή του, όταν σύμφωνα με τον Φιλόστρατο ο Απολλώνιος κατηγορήθηκε για παρακίνηση σε στάση ενάντια στον Αυτοκράτορα αλλά και για μαγεία, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Ο Απολλώνιος υπερασπίστηκε τον εαυτό του αποκρούοντας τις κατηγορίες αναφέροντας παραδείγματα και άλλων προγενέστερων Φιλοσόφων που προέβησαν σε «θαύματα».
Αναφέρει για παράδειγμα τον Επιμενίδη που καθάρισε την Αθήνα από επικίνδυνο μίασμα, τον Δημόκριτο που ελευθέρωσε τους Αβδηρίτες από λοιμό, τον Σοφοκλή που λέγονταν ότι μάγεψε τους ανέμους, αλλά και τον Εμπεδοκλή που σταμάτησε τα βαριά σύννεφα πάνω από την πόλη του Ακράγαντα. Έκανε επίσης αναφορά στον Σωκράτη και στους Ίωνες προσωκρατικούς φιλοσόφους, κάνοντας ένα ρητορικό ερώτημα για να τεκμηριώσει την υπεράσπισή του. Ανέφερε ότι ουδέποτε κατηγορήθηκαν ως μάγοι επειδή γνώριζαν εκ των προτέρων τα γεγονότα, με την φράση του: «Γιατί οι θεοί αισθάνονται ό,τι θα συμβεί στο μέλλον, οι άνθρωποι ό,τι γίνεται τώρα και οι σοφοί ό,τι πλησιάζει». Τελικώς διέφυγε από την φυλακή με υπερφυσικό τρόπο...
Σε ηλικία 30 ετών αποφάσισε να επισκεφτεί την Ινδία. Πρώτος σταθμός ήταν η Νίνος, η αρχαία Νινευί, όπου και συνάντησε τον Δάμι, τον πιστό του μαθητή και σύντροφο έκτοτε σε όλα του τα ταξίδια. Στην συνέχεια πήγε στην Βαβυλώνα όπου μυήθηκε από τους Χαλδαίους Μάγους.
Φθάνοντας στη Μεσοποταμία ο τελώνης στη γέφυρα το ρώτησε τι μεταφέρει, και ο Απολλώνιος του απάντησε:« Φέρω μαζί μου σωφροσύνη,δικαιοσύνη, αρετή,εγκράτεια, ανδρεία, άσκηση», και όταν τού ζήτησε λεπτομερή κατάλογο όλων αυτών των «θηλυκών», εκείνος τού είπε: «Δεν μου επιτρέπεται, διότι δεν μεταφέρω δούλες αλλά κυρίες».
Σύμφωνα με τον Δάμι ο Απολλώνιος έμαθε αλλά και δίδαξε στους Πέρσες Μάγους. Όταν μάλιστα ο Δάμις κάποια στιγμή τον ρώτησε: «τι είναι οι Μάγοι;» εκείνος απάντησε: «Σοφοί μέν,αλλά όχι σε όλα τα πράγματα».
Στον δρόμο προς την Ινδία, ο Δάμις εξιστορεί μία συνομιλία που είχε με τον Απολλώνιο:
«Πες μου Δάμι, πού είμαστε χθες;» και ο Δάμις: «στη πεδιάδα»....Ο Απολλώνιος τον ρώτησε: «Σήμερα δε πού;» και ο Δάμις απάντησε: «Στον Καύκασο, εκτός και το λησμόνησα...αλλά έχει τόση σημασία η ερώτηση;» «Ποία η διαφορά Δάμι;» «Χθες είμαστε χαμηλά όπου εύκολα πολλοί βαδίζουν, σήμερα ψηλά όπου λίγοι δύσκολα ανεβαίνουν» , «Ακριβώς Δάμι και αν δεν έχεις καταλάβει τη διαφορά, είσαι ακόμα κάτω. Όλοι παραδέχονται ότ, από δύσκολους δρόμους, στην κορυφή βρίσκεται το Θείον, λίγοι όμως φθάνοντας κοντά σε αυτόν τον απέραντο και θείο μηχανισμό, κοντά στον ουρανό και ανάμεσα στα άστρα και βλέποντας στην ανατολή τον ήλιο να έρχεται νωρίτερα, εκφέρουν γνώμες σαφέστερες!».
Ο Απολλώνιος δεν έκρυβε τον θαυμασμό του για τους Ινδούς γυμνοσοφιστές καθώς όπως έλεγε «κατοικούν πάνω στη γη χωρίς να είναι πάνω της» (μετεωρισμός), και «χωρίς να έχουν τίποτα, να έχουν τα πάντα». Αυτό ήταν αποτέλεσμα της λιτής και ασκητικής ζωής τους, η οποία είχα σαν αποτέλεσμα την απόκτηση των υπερφυσικών αυτών ιδιοτήτων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω είναι εμφανές πως η ζωή του Απολλώνιου είναι παρεμφερής με την ζωή του Ιησού. Όπως είναι φυσικό αυτό προκάλεσε έριδες από την αρχαιότητα ήδη ανάμεσα στους λεγόμενος «παγανιστές» τους πιστούς των παλαιών πολυθεϊκών θρησκειών και τους Χριστιανούς.
Οι μεν κατηγορούν τους δε (οι Χριστιανοί του παγανιστές ή Εθνικούς και αντίστροφα) για χαλκευμένες και αναξιόπιστες αναφορές. Δεν θα πρέπει όμως να μας εκπλήσσουν οι ομοιότητες.
Η εποχή στην οποία αναφερόμαστε αυτή είναι μία εποχή θρησκευτικού συγκρητισμού και έντονης μεταφυσικής αγωνίας, μία εποχή πολυπολιτισμού και πολλαπλών κρίσεων, που είχε αντιστοιχίες με την σημερινή εποχή.। Ένας κόσμος γκρεμιζόταν, ένας άλλος προσπαθούσε να γεννηθεί. Ήταν γενικά μία εποχή αυτή ήταν μία εποχή αγωνίας, καθώς στους αιώνες αυτούς κυριαρχεί μια βαθιά και γενικευμένη ηθικο-πνευματική ανασφάλεια, που ευνοούσε την ανάπτυξη της πίστης στα πνεύματα, στους μάγους και στους προφήτες, και τον μυστικισμό. Η Θεουργία, η Μαγεία και τα θαύματα κυριαρχούσαν παντού.
Την εποχή αυτή στην Ιουδαία οι ασκητές Εσσαίοι «θεραπευτές» οι οποίοι μοιράζονταν πολλά κοινά στοιχεία με την Στωική και Πυθαγόρεια Φιλοσοφία, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των πρώτων Χριστιανικών ομάδων. Λέγεται μάλιστα πως ο Ιησούς μαθήτευσε κοντά τους. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις πως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ήταν Εσσαίος, και πως η προς Εβραίους επιστολή γράφτηκε προς χριστιανούς που προηγουμένως ήταν Εσσαίοι. Σε κάθε περίπτωση τα χειρόγραφα του «Κουμράν» αναφέρουν πολλές ιστορίες θαυμάτων, και θεραπείες ασθενών.
Τα πρώτα Χριστιανικά χρόνια γράφτηκαν τα «Χαλδαϊκά λόγια» από τον Ιουλιανό τον Χαλδαίο τον Θεουργό, στα οποία εκτός των φιλοσοφικών αρχών που περιέχουν, υπάρχουν πλήθος μαγικών επικλήσεων στους αρχαίους Θεούς. Ο Πορφύριος αργότερα έγραψε υπομνήματα πάνω σε αυτά, ο Ιαμβλίχος όμως τα χρησιμοποίησε κατά κόρον. Περίπου την ίδια εποχή εικάζεται πως γράφτηκαν και τα Ερμητικά κείμενα, στην μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα, αλλά και αναδύεται ο Νεοπλατωνισμός με κυρίαρχη μορφή αυτή του Πλωτίνου, συμμαθητής του οποίου υπήρξε ο μετέπειτα Χριστιανός Ωριγένης.
Δεν είναι επίσης τυχαίο πως αυτή την εποχή ο Χριστιανισμός κινδύνεψε από το Χριστιανικό κίνημα των Γνωστικών, ο οποίος κήρυσσε έναν τρόπο απόδρασης από τον κόσμο, μέσω μιας ιδιαίτερης «φώτισης», η οποία δεν ήταν προσιτή σε όλους.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον όπου είχε αρχίσει να επικρατεί ο Χριστιανισμός (πολύ διαφορετικός από αυτόν που σήμερα γνωρίζουμε) για διαφόρους λόγους, η ιστορία του Απολλώνιου αμφισβητήθηκε έντονα από τους Χριστιανούς πατέρες, όπως ο Ιουστίνος, ο Φώτιος, ο Αυγουστίνος, ο Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο Νείλος και άλλους. Ο επίσκοπος Καισαρείας της Παλαιστίνης Ευσέβιος αναγκάζεται να γράψει το «Προς τα υπό Φιλοστράτου εις Απολλώνιον τον Τυανέα», για να αντικρούσει το «Φιλαλήθη λόγον», που διέδιδε ο Ιεροκλής.।
Στο έργο του δέχεται τον Απολλώνιο ως μάγο και τα θαύματά του τερατώδεις μύθους...Ο άγιος Χρυσόστομος, αναρωτιέται: «Πως ήταν δυνατό να συγκριθεί ο Κύριος με τον Απολλώνιο τον Τυανέα, ο οποίος ούτε Εκκλησία άφησε ούτε λαό ούτε κάτι άλλο έκανε που μπορούσε να τον εξυψώσει στη θέση του Ιησού»;
Αντίστοιχα Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι αμφισβήτησαν το Ιησού και την Χριστιανική θρησκεία, όπως για παράδειγμα έκαναν με τα συγγράμματα τους ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, o Πορφύριος, ή ο Κέλσος.nΘα παραθέσω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα συγγράμματα των Κέλσου, Πορφύριου (τα οποία διασώθηκαν μέσα από κριτικές Χριστιανών) και την επιχειρηματολογία τους..κατά των Χριστιανών.।।Ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου, γράφηκε το 178 μ.χ, και διασώθηκε σχεδόν αυτούσιος χάρη στον χριστιανό Ωριγένη ο οποίος προκειμένου να αντικρούσει τον Κέλσο, τον παρέθεσε μέσα στο απολογητικό του έργο «Κατά Κέλσου».:
...«Οι χριστιανοί πιστεύουν ότι προφέροντας τα ονόματα δαιμόνων ή λέγοντας μαγικά ξόρκια, αποκτούν δύναμη. Ο ίδιος ο Ιησούς χρησιμοποιώντας μαγικά τεχνάσματα φάνηκε πως έκανε θαύματα, και μάλιστα πρόβλεψε ότι και άλλοι θα ‘παιρναν μαθήματα και θα ‘καναν τα ίδια, παριστάνοντας τους σπουδαίους κι ότι τα κατορθώματά τους δήθεν οφείλονται στη δύναμη του θεού• και κάτι τέτοιους τους ξαπόστελνε ο Ιησούς. Αν είχε δίκιο να τους καταδικάζει, τότε όντας κι ο ίδιος ένοχος για τα ίδια πράγματα, ήταν τιποτένιος και αν δεν ήταν τιποτένιος ο ίδιος τότε δεν ήσαν τιποτένιοι και όσοι πήγαν να τον μιμηθούν... [...] Η γέννηση του Ιησού από μια παρθένο είναι δική του επινόηση, για να συγκαλύψει την πραγματική του καταγωγή: Γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Ιουδαίας από μια ντόπια, άπορη χειρώνακτα που ο άντρας της, ένας μαραγκός, την έδιωξε από το σπίτι σαν έμαθε ότι τον απατούσε μ’ έναν στρατιώτη που τον έλεγαν Πάνθηρα... [...] Κατ’ αρχάς, για να κατασκευάσουν την ιστορία της παρθενογένεσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χριστιανοί έχουν χρησιμοποιήσει τους ελληνικούς μύθους της Δανάης και Μελανίππης ή της Αύγης και της Αντιόπης... [...] Οι παλιοί μύθοι απέδιδαν θεία γέννηση στον Περσέα, τον Αμφίωνα, τον Αιακό και τον Μίνωα ούτε κι αυτούς τους πιστεύουμε, αλλά τουλάχιστον αυτοί οι μύθοι παρουσιάζουν σαν απόδειξη τα όσα μεγάλα και θαυμαστά κατόρθωσαν εκείνοι για το καλό των ανθρώπων, ώστε να αποκτήσουν κάποιον αληθοφάνεια... [...] Όμως και τα υπόλοιπα που πιστεύετε, ότι θα αναστηθούν οι νεκροί, ότι θα απονεμηθεί η θεία δίκη και ότι θα τιμηθούν οι δίκαιοι ενώ οι άδικοι θα καούν, είναι μπαγιάτικα τίποτα το καινούριο δεν έχουν να διδαχτούν απ’ αυτά οι χριστιανοί... [...]Θαύματα υπερφυσικά συνέβαιναν παντού και πάντα (λόγου χάρη, οι ευεργεσίες που πρόσφερε ο Ασκληπιός και οι προβλέψεις του για τα μελλούμενα στις πόλεις που ήσαν αφιερωμένες στη λατρεία του, όπως η Τρίκκη, η Επίδαυρος, η Κως και η Πέργαμος, ή ακόμα, η περίπτωση του Αριστέα του Προκοννήσιου ή κάποιου Κλαζομένιου ή του Κλεομήδη από την Αστυπάλαια). Αλλά μόνο οι Ιουδαίοι τα αποδίδουν στον ύψιστο θεό.».
Ο Πορφύριος ήταν Σύρος νεοπλατωνικός φιλόσοφος, που γεννήθηκε στην Τύρο του σημερινού Λιβάνου (232-305). Στο έργο του κατά Χριστιανών αναφέρει:
... «Για ποιον λόγο ο Χριστός, ούτε στον αρχιερέα όπου τον οδήγησαν ούτε στον κυβερνήτη δεν είπε ένα λόγο άξιο σοφού και θείου ανθρώπου, ένα λόγο ικανό να τους ανοίξει τα μάτια και να τους κάνει καλύτερους, τον δικαστή και τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους; Παρά ανεχόταν να τον χτυπούν μ’ ένα καλάμι, να τον φτύνουν και να του φορέσουν ακάνθινο στεφάνι, σε αντίθεση με τον Απολλώνιο Τυανέα, που αφού πρώτα τα ‘ψαλε του αυτοκράτορα Δομητιανού, αμέσως μετά έγινε άφαντος από τα ανάκτορα κι ύστερα από μερικές ώρες εμφανίστηκε στην πόλη Δικαιάρχεια -τους σημερινούς Ποτιόλους- μπρος σε όλο τον κόσμο. Μα ακόμα κι αν ήταν θεϊκή εντολή να υποστεί τα πάθη, ο Χριστός όφειλε μεν να υπομείνει την τιμωρία, όχι όμως και να τα υποστεί όλα βουβός χωρίς να μιλήσει διόλου• θα έπρεπε να μιλήσει δυνατά και να πει λόγια σπουδαία και σοφά στον Πιλάτο τον δικαστή κι όχι ν’ αφήνει να τον εξευτελίζουν σαν κανένα τιποτένιο του δρόμου. ... [...] «Μπορεί κανείς να εντοπίσει κι άλλη μία ασαφή φράση του Ιησού· εκεί όπου λεει: «Προσέξτε μη σας παραπλανήσει κανείς. Γιατί πολλοί θα παρουσιαστούν μιλώντας επ’ ονόματι μου και θα πουν «εγώ είμαι ο Χριστός», και θα παραπλανήσουν πολλούς» (Ματθαίος 24.4-5). Ιδού: Πέρασαν τριακόσια τόσα χρόνια και πουθενά δεν φάνηκε κανείς. Μήπως θα ισχυριστείτε ότι μιλούσε για τον Απολλώνιο Τυανέα, τον άνθρωπο εκείνο που είχε για κόσμημά του τη φιλοσοφία; Γιατί άλλον δεν έχει να βρείτε. Μόνο που ο Ιησούς δεν μιλά για έναν αλλά για πολλούς: «Θα εμφανιστούν πολλοί ψευδοπροφήτες και θα παραπλανήσουν πολύ κόσμο». (Ματθαίος 24.14).
Ορισμένοι νεώτεροι μελετητές συμφωνούν με τις θέσεις αυτές, όπως για παράδειγμα ο καθηγητής R. W. Bernard, που αναφέρει πως: ...«Το 325 ο Κωνσταντίνος και οι γύρω από αυτόν αποφάσισαν στην Νίκαια να εκμεταλλευθούν την μεγάλη φήμη του Απολλώνιου του Τυανέα και παραχαράσσοντας τις βασικές διδασκαλίες του Έλληνα σοφού να τον υποκαταστήσει μαζί με τον Πυθαγορισμό του με κάποιες δήθεν θεϊκές διδασκαλίες ενός υπερφυσικού Μεσσία, οι όποιες θα ήταν λιγότερο ριζοσπαστικές και περισσότερο συμφέρουσες για την αυτοκρατορία από ότι αυτές του Απολλώνιου.
Έτσι εκεί που μέχρι τότε κυριαρχούσε ο Απολλώνιος εγκατέστησαν το νεοδημιουργημένο Σωτήρα τους, δίνοντας του το όνομα Ιησούς, ο όποιος τότε και εκεί άρχισε να προϋπάρχει σαν ιδέα μέσα στα μυαλά του Ιουδαιορωμαϊκου Ιερατείου, πού αργότερα έγινε γνωστό σαν «Πατέρες της Εκκλησίας της Νικαίας». ...[..].. «Από την στιγμή που ο Χριστός πήρε την θέση του Απολλώνιου ο στόχος του Ιουδαιορωμαϊκου Ιερατείου ήταν να καταστρέψει όλα τα ντοκουμέντα τα οποία είχαν σχέση με τον Απολλώνιο όπως και με την Εσσαϊκή πρωτοχριστιανική κοινότητα την οποία ο Απολλώνιος είχε επηρεάσει πολύ σ’ αυτούς τους τρεις αιώνες μέχρι την αυτοκρατορία του Κωνσταντίνου.
Έτσι κατάφεραν να κρατήσουν στο σκοτάδι την αλήθεια και με μία άνευ προηγουμένου κολοσσιαία άπατη έκαναν τον κόσμο να πιστέψει ότι ο Ιησούς και η χριστιανική θρησκεία είχαν ξεκινήσει με τον Χριστό και τους 12 Αποστόλους του, ενώ ή αλήθεια είναι ότι όλα ξεκίνησαν τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αυτή ήταν η βασική αιτία που η Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη μετά από την πρώτη καταστροφή της από τον Ιούλιο Καίσαρα, ξανακάηκε, και μαζί με αυτήν και άλλες βιβλιοθήκες ώστε να εξαφανισθούν τα βιβλία πού θα αναφέρονταν σ’ αυτούς τους τρεις πρώτους μ.Χ. αιώνες.
Τόση ήταν η επιτυχία αυτού τού σκοτεινού Ιερατείου που κατάφερε σχεδόν για 2000 χρόνια να κράτηση στο μαύρο σκοτάδι όλες τις αποδείξεις σχετικά με τον βίο και την διδασκαλία του Απολλώνιου Τυανέα. Ευτυχώς όμως με την επιστήμη της Ιστορίας, το πιο απαγορευμένο βιβλίο από όλα διεσώθη. Το βιβλίο ήταν «ο βίος του Απολλώνιου του Τυανέως» από τον βιογράφο του Φιλόστρατο. Το βιβλίο κρατήθηκε και φυλάχθηκε μυστικά στην Μ. Ανατολή περισσότερο από 1000 χρόνια από μυημένους Άραβες κόντρα στις προσπάθειες των σταυροφόρων να το ανακαλύψουν και να το καταστρέψουν για λογαριασμό του χριστιανοπαπισμού.»…
Σε κάθε περίπτωση η συγκεχυμένη πραγματικότητα της εποχής αυτής αποτυπώνεται στη απάντηση που έδωσε ο Φιλόσοφος Συνέσιος της Κυρήνης στον Θεόφιλο της Αλεξάνδρειας όταν ο δεύτερος του πρότεινε να γίνει Χριστιανός επίσκοπος:
«Η φιλοσοφική νοημοσύνη, ενώ κοιτάει προς την αλήθεια, παραδέχεται την ανάγκη να ψεύδεται. Το φως έχει να κάνει με την αλήθεια, αλλά το μάτι έχει περιορισμένη όραση και δεν μπορεί να κοιτάξει κατευθείαν στο φως χωρίς να τραυματισθεί. Καθώς το μισόφωτο είναι πιο υποφερτό για το μάτι, έτσι πιστεύω, είναι και το ( ωφέλιμο ) ψέμα για τους απλούς ανθρώπους. Η αλήθεια βλάπτει εκείνους που δεν μπορούν να κοιτάξουν προς την πραγματικότητα. Εάν οι κανονισμοί της ιεροσύνης μου επιτρέπουν να διατηρήσω μία τέτοια θέση, τότε δέχομαι την χειροτόνηση, εφόσον μπορώ να κρατώ την φιλοσοφία μου ως ιδιωτική υπόθεση στο σπίτι μου και να κηρύττω παραμύθια όταν βρίσκομαι έξω».
Ο Απολλώνιος πέθανε σε ηλικία περίπου 90 ετών.
3 σχόλια:
Αν δεν κάνω λάθος, η προς Εβραίους επιστολή παροτρύνει τους χριστιανοποιημένους Εβραίους να μη θυσιάζουν, λέγοντας πως μετά τη θυσία του Χριστού, δεν χρειάζονται άλλες θυσίες, επομένως, δεν είναι δυνατόν να ήσαν Εσσαίοι γιατί οι Εσσαίοι ήσαν χορτοφάγοι, όπως κι οι πρώτοι χριστιανοί, (κάτι που το λέει στην επιστολή του κι ο Πορφύριος κι ο Ιουλιανός ο Παραβάτης).
Ο Χριστιανισμός της κρεοφαγίας και των σύγχρονων θυσιών και γενοκτονιών ζώων του Πάσχα κλπ. απέχει παρασάγκας από τον χριστιανισμό του Χριστού, που δεν ερμηνεύεται από μια επιπόλαιη ανάγνωση της Κ. Διαθήκης, αυτή είναι η γνώμη μου, όπως και οτι υπάρχουν διάφορα επίπεδα κατανόησης για τον χριστιανισμό, ανάλογα με τη συνείδηση του καθενός.
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ ΤΑ ΔΩΡΕΑΝ ΒΙΒΛΙΑ ΣΑΣ ΚΑΛΟ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΑΠ' ΕΥΘΕΙΑΣ ΛΙΝΚΣ ΑΠΟ/Η GOOGLE DRIVE/BOX/MEGA ΚΛΠ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΘΥΜΕΙ ΝΑ ΤΑ ΚΑΤΕΒΑΣΕΙ ΑΜΕΣΑ ΠΑΡΑΚΑΜΠΤΟΝΤΑΣ ΟΛΑ ΤΑ ΧΡΟΝΟΒΟΡΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ ΠΛΕΟΝ SCRIBD. ΑΠΟΡΩ ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΣΤΗΡΙΖΕΤΕ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΠΟ ΣΑΣ.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ.
ειμαι κι εγω πεποισμενος οτι ο ιησούς διδάχτηκε απο τους εσσαίους αρα είναι πολύ κοντα στην φιλοσοφία του τυανευς ή τυανέα (αν και αμφιβάλω αν μπορεί να κλιθεί). Ισως ενα λογικο σενάριο είναι απλά ναυπήρχαν και οι 2. ο καθένας να ενσαρκώθηκε βέβαια για δοαφορετικό λόγο η να έδρασε έτσι εξαιτίας του διαφορετικού κοινού που είχε να "ενημερωσει"- αφυπνίσει? τι λετε?
Δημοσίευση σχολίου