Ο στολισμός των δένδρων, ο γάμος της φωτιάς, οι φωτισμοί,
τα δώρα και οι λιτανείες ήταν πρακτικές ευχαριστίας και δοξασίας της γέννησης
του φωτός και της γονιμότητας της γης, πολύ πριν την εμφάνιση του
Χριστιανισμού. Τα δέντρα ως στοιχείο σταθερότητας, έγιναν σήματα και συνεκδοχές
του τοπίου. Ως φορείς μνήμης, πάροχοι ασφάλειας, τροφής και πρώτων υλών,
σηματοδοτούν την ιστορική συνέχεια σε έναν τόπο διαρκώς βιωμένο, ο οποίος
συνέχει τον τόπο αυτόν και τους ανθρώπους που τον κατοίκησαν μέσα στο χρόνο.
Οι ρίζες των δέντρων απλώνονται στο έδαφος, κρυφές, αόρατες, αντλώντας τα συστατικά ζωής από τη γη, σηματοδοτώντας τον κύκλο της ζωής, και το θείο αόρατο σπόρο της αθανασίας . Τα κλαδιά και τα φύλλα τους που τόσο τραγουδήθηκαν από τους ανθρώπους απλώνονται θριαμβικά στον ουρανό συλλέγοντας φως και οξυγόνο, το κατ’ εξοχήν συστατικό της ζωής.
Ο άνθρωπος στην αρχαιότητα, σε όλους τους πολιτισμούς, θεωρούνταν μέρος της Φύσης, είτε η προσέγγιση ήταν ανθρωποκεντρική είτε όχι. Σε αυτό το πλαίσιο, τα δέντρα αποκτούν μιαν ανεξάντλητη συμβολική βαρύτητα καθώς είναι συνδεδεμένα με έννοιες όπως η σοφία, η δύναμη, η προστασία, η ανάπτυξη, η ομορφιά και η αφθονία. Συνδέουν τον ουρανό με τη γη, φέρουν τους σπόρους και μας παρέχουν τους πολυτιμους καρπούς, οι οποίοι προσομοιάζονται και με την δική μας πνευματική ωρίμαση και της γνώση του αφανούς.
Τα δέντρα ως μέτοχοι, του μυστικού της ζωής, αποπνέουν ιερότητα. Γίνονται δέντρα – επιφάνεια της θεότητας ή υπάρχουν στο τοπίο, μέσα στο οποίο επιφαίνεται η θεότητα. Ή συνδέονται με τη μαντεία, όπως η βελανιδιά του ιερού του Δία στη Δωδώνη, όπως το δέντρο στο Ιδαίον Άντρο, στα κλαδιά του οποίου κρέμονταν αναθήματα.
Το «δέντρο της ζωής» ή το βιβλικό «δέντρο της γνώσης» είναι η ιερή έκφραση της φύσης, η ανάσα του κόσμου, το συνώνυμο της ζωής. Ένας ομφάλιος λώρος που συνδέει τη γη και τη χθόνια φύση του ανθρώπου και το θείον, κάθετα. Σαν ένας κάθετος δίαυλος επικοινωνίας μέσα από τον οποίο ψιθυρίζονται στον ουρανό τα μυστικά της γης.
Έτσι και στην Δωδώνη, όπου αρχικά λατρευόταν η Γαία, και στην συνέχεια ο Δίας, οι Ελλοί ή Σελλοί διαρκώς ξυπόλητοι, και ξαπλωμένοι κοντά στη γη, με τα πόδια γεμάτα χώμα, σέρνονταν στη γη για να μιλούν μαζί της. Εκεί κάτω από την ιερή δρυ ερμήνευαν το θρόισμα των φύλλων, το νερό που κυλούσε στον κορμό της αλλά και τον κελαηδισμό των πουλιών.
Τα δέντρα δεν είναι αθάνατα, αναπτύσσονται, καρποφορούν, γεννούν νέα βλαστάρια και πεθαίνουν, μετέχοντας στον κύκλο της ζωής. Επειδή, ωστόσο, αντανακλούν τον κύκλο της ζωής, θεωρούνται αθάνατα, όπως εν τέλει «αθάνατο» είναι και το ανθρώπινο είδος. Αυτό μας υπενθυμίζει η άμπελος της Χριστιανικής θρησκείας, αυτό γνωρίζουμε από τις βλαστικές θεότητες της αρχαιότητας που γεννιούνται, μεγαλώνουν, πεθαίνουν και αναγεννιούνται, όπως ο Διόνυσος.
Ο Διόνυσος, θεός-προστάτης του αμπελιού και του κρασιού, της γονιμότητας και της βλάστησης, λατρευόταν σε τελετές στις οποίες η οινοποσία οδηγούσε τις συνοδούς του, τις Μαινάδες, σε έκσταση. Γενικά οι ακόλουθοι του Διονύσου συνδέονται με την δεντρολατρεία, εφόσον ο Διόνυσος φέρει το επίθετο Δεντρίτης.
Σε όλη την αρχαία Ελληνική Μυθολογία τα δέντρα συνδέονται με θεούς και λατρεύτηκαν, τυγχάνοντας του σεβασμού με τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες ούτως ή άλλως αντιμετώπιζαν τη Φύση, απέναντι στην οποία η στάση των ανθρώπων αναγνωρίστηκε από πολύ νωρίς ως υποδειγματικό μέτρο για την κοινωνική συμπεριφορά τους.
Δεν είναι τυχαίο πως οι πρόγονοι μας πίστευαν πως τα δέντρα ήταν κατοικία νυμφών (Δρυάδες/Αμαδρυάδες) , οι οποίες ζούσαν όσο ζούσαν τα δέντρα, και οι οποίες πραγματοποιούσαν τις ευχές των ανθρώπων. («Απτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. χτύπαγαν το ξύλο του κορμού των δένδρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων).
Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να αναρτούν αναθήματα σε αγριελιές και άλλα δέντρα για να αποτρέψουν τη βασκανία και το κακό. Στην λατρεία του Δια και της Κυβέλης στο ύπαιθρο, στόλιζαν δένδρα με αναθήματα, κουλουράκια, πλακούντες και κορδέλες και τα φώτιζαν με λυχνάρια. Δένδρο στόλιζαν και περιέφεραν, για να καταλήξουν στο ναό και οι «Δενδροφόροι» προς τιμήν του Διόνυσου και της Δήμητρας.
Από τα ιερότερα σημεία στο βράχο της Ακρόπολης ήταν η ελιά που χάρισε η θεά Αθηνά στους κατοίκους για να νικήσει τον Ποσειδώνα κατά τη διεκδίκηση της Αθήνας. Οι Αθηναίοι την πλησίαζαν με ευλάβεια, έδεναν κορδέλες στα κλαδιά της, κρεμούσαν αναθήματα και καρπούς. Βρισκόταν στο Πανδρόσειο, δίπλα στο Ερεχθείο και πυρπολήθηκε από τους Πέρσες όταν εισέβαλαν στην Αθήνα το 480 π.Χ. Ωστόσο, η καμένη ελιά αναγεννήθηκε, όπως και η πόλη. Οι δεκαπέντε «μορίες» ήταν οι απόγονοι της πρώτης ελιάς: στους αγώνες των Παναθηναίων, το έπαθλο ήταν αμφορείς γεμάτοι λάδι από τους καρπούς της.
Από αυτό το δέντρο αρκεί ένα κλαδί για να φέρει τύχη και ευημερία, εφ’ όσον το αειθαλές δέντρο ή το φυλλοβόλο που αναγεννιέται διαρκώς διασφαλίζουν τη συνέχεια της ζωής. Κατά τον μήνα Πυανεψιών (μέσα Οκτωβρίου έως μέσα Νοεμβρίου), ο οποίος ο μήνας των πυάνων, δηλαδή των κυάμων και όλων των καρπών που έβρασαν μέσα σε χύτρα προς τιμήν του θεού Απόλλωνα, οι εξώθυρες ναών και σπιτιών στολίζονται με κλώνους Ελιάς για να δηλώσουν τις εορταστικές ημέρες.
Το κλαδί ελιάς γίνεται ικετηρία στα χέρια των ανθρώπων που ζητούν ειρήνη ή συγχώρεση. Τυλιγμένο με μαλλί, στολισμένο με καρπούς, γλυκίσματα και μικρά αγγεία με υγρές προσφορές γίνεται Ειρεσιώνη για να φέρει την ευημερία (Πυανόψια προς τιμήν του Απόλλωνα). Το μεγάλο κλαδί της ελιάς για την Ειρεσιώνη κοβόταν κατά την εορτή των Παναθηναίων από τις μορίες. Η Ειρεσιώνη συνδέεται με τα Πυανόψια, μια αρχαία γιορτή που στη διάρκεια της προσφέρονταν ως ευχαριστήριο στους θεούς, οι «απαρχές», οι πρώτοι καρποί της φθινοπωρινής σοδειάς.
Η Ειρεσιώνη, ο πρόδρομος ή το αντίστοιχο του Χριστουγγενιάτικου δέντρου. Ήταν το σύμβολο της ευφορίας, της γονιμότητας και της ζωής, η οποία γεννιέται ξανά μετά τον χειμερινό θάνατό της. H παράσταση της ίδιας της γης, γι’ αυτό η παρουσία της και η επαφή μαζί της μετέδιδαν στον άνθρωπο τις γονιμικές δυνάμεις που ενυπήρχαν σε αυτήν.
Την Ειρεσιώνη περιέφερε παιδί που ζούσαν και οι δυό γονείς του και το τοποθετούσε στην είσοδο του ναού του Απόλλωνος, την ημέρα των Πυανεψίων. Τα παιδιά που κουβαλούσαν την Ειρεσιώνη τραγουδούσαν και τα κάλαντα της Ειρεσιώνης. Μετά τη γιορτή κρεμούσαν την Ειρεσιώνη στην είσοδο των οικιών τους μέχρι την επόμενη χρονιά, οπότε και την έκαιγαν.
Ως γνωστόν, οι περισσότερες αν όχι όλες οι παγανιστικές τελετές που πραγματοποιούνταν στην αρχαιότητα σχετίζονταν με την γονιμότητα της γης, και τις εποχές του χρόνου. Τον ίδιο μήνα τον Πυανεψιών, τελούνταν τα Θεσμοφορία ένα τοπικό γιορταστικό τριήμερο στην αρχαία Αθήνα που αποτελείτο από τις επί μέρους γιορτές Άνοδος, Νηστεία και Καλλιγένεια. Εκτός από την Αθήνα γιορτάζονταν και στο Άργος, την Τροιζήνα, Πελλήνη, Αίγινα, Ερέτρια στη Δήλο, αλλά και στην Σικελία και σε άλλες Ελληνικές αποικίες. Ήταν εορτή κατεξοχήν των γυναικών. Στους άνδρες απαγορευόταν η είσοδος στους ναούς.
Σύνδεση όμως με τις τελετές αυτές γονιμόητας υπάρχει και με τα Ελευσίνια μυστήρια και τις τελετές πρός τιμή της θεάς Δήμητρας. Πρόκειται για το έθιμο με τα πολυσπόρια, που πραγματοποιείται την παραμονή των Εισοδίων της Θεοτόκου, δηλαδή στις 20 Νοεμβρίου, στο μεταβυζαντινό εκκλησάκι της Παναγίας Μεσοσπορίτισσας. Η εκκλησία δεσπόζει στον λόφο εντός του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας, και πιο συγκεκριμένα πάνω από το αρχαίο Τελεστήριο, το εστιακό σημείο αναφοράς της λατρείας στη θεά- και έχει χτιστεί πάνω στα ερείπια παλαιότερου χριστιανικού ναού.
Αυτό το πανάρχαιο έθιμο αναβιώνει στον ιερό τόπο των Ελευσίνιων Μυστηρίων, όπου από τη Μυκηναϊκή Εποχή έως το τέλος του 4ου αι. μ.Χ. λατρευόταν συνεχώς η θεά Δήμητρα, θεά της ανανέωσης της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών επιβεβαιώνοντας τους αρχαίους παγανιστικούς συμβολισμούς που απέκτησαν πλέον Χριστιανικό περιεχόμενο χωρίς όμως, να χάσουν τη βασική λειτουργία τους.
Η Παναγία η Μεσοσπορίτισσα είναι συνδεδεμένη με την καλή σοδειά και τη γονιμότητα της γης και στη λαϊκή μνήμη τα «Εισόδια» συνδυάστηκαν με την «εσοδεία». Κάπως έτσι συνεχίστηκε η παράδοση για να ευλογηθεί η σπορά και να καρπίσει η γη. Σύμφωνα με την Λίνα Μενδώνη, από το υπουργείο Πολιτισμού προωθείται το συγκεκριμένο έθιμο για ένταξη στον κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου εορτάζεται σε πολλά ακόμη μέρη του Ελληνικού χώρου, σηματοδοτώντας το τέλος ή τουλάχιστον το μέσον της σποράς γι αυτό και ο λαός τη λέει Αποσπορίτισσα ή Μεσοσπορίτισσα και τη θεωρεί προστάτρια της σοδειάς (<εισόδια), γι αυτό και «Αποσοδειά» και οι Χριστιανοί «εισάγουν» συμβολικά, κατά αρχαία συνήθεια (πανσερμία, «ηψημένην εν γλυκεί» κατά τον μήνα Πυανεψιώνα) στον ναό «πολυσπόρια». Γι’ αυτό λέγεται και Πολυσπορίτισσα, και η προσφορά «μπουμπόλια» ή «μπουσμπουρέλια».
Την παραμονή ή και ανήμερα των Εισοδίων οι νοικοκυρές έβραζαν πολλά σπόρια μαζί: σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη, καλαμπόκι, φασόλια, ρεβύθια, κουκκιά και τα μοίραζαν υπό τύπον κολλύβων στη γειτονιά «για να γίνουν τα σπαρμένα». Από αυτά ένα πιάτο «εισάγουν» στην εκκλησία, όπου διαβάζεται κατά τη λειτουργία και μοιράζεται στο εκκλησίασμα. Ένα μέρος του φέρνουν πίσω στο σπίτι.
Από αυτό έχουν μερίδιο και τα ζώα, ιδιαίτερα «οι αροτήρες βόες», «τα καματερά βούγια», το υπόλοιπο ο γεωργός το ρίχνει στο χωράφι για «να αναπαυθεί ο σπόρος» αλλά και για να πάρουν το μερίδιο τους και τα πουλιά. Στην Παναγία-Δήμητρα, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Καθηγητής της Λαογραφίας Δημήτριος Λουκάτος, προσφέρεται «ευχαριστήρια πανσπερμία για το καλό που πέρασε, και για το καλό που πρέπει να συνεχιστεί» καθώς η σοδειά του καλοκαιριού έχει καταναλωθεί σχεδόν κατά το ήμισυ.
Η προχριστιανική παγανιστική παραδοσιακή πρακτική της προσφοράς (τάξιμο), ως ικεσίας-παράκλησης για βοήθεια (τάματα δεητικά ή εξευμενισμού) ή ευχαριστίας για την ευεργεσία και συνδρομή (ευχαριστηριακά ή ανταποδοτικά) πέρασε στη Χριστιανική λατρεία και παράδοση. Θεοί και άγιοι, η Παναγία, έγιναν οι αποδέκτες των προσφορών-αφιερωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου