Εχθές συνάντησα τυχαία έναν κύριο με τον οποίο είχαμε σε κάποιες πεζοπορίες. Με ρώτησε, λοιπόν, με αφορμή τις δικές του και δικές μου αναζητήσεις, «ποιος είναι ο Έλλην άνθρωπος σήμερα», διότι βάσει αυτών που έχει διαβάσει και πολλοί υποστηρίζουν (με αντίτιμο φυσικά), –με ή χωρίς «χλαμύδες», με ή χωρίς «αστροπλοιά» από τον Σείριο–, με ή χωρίς φοροαπαλλαγές από την εφορία (ναι το ζήσαμε και αυτό), υπάρχει ο Έλλην (sic), σε αντίθεση από τους υπόλοιπους ανθρώπους, νεοέλληνες και ξένους!
Και αναρωτιέμαι αν ένας Γερμανός λ.χ έκανε αυτόν τον διαχωρισμό, δεν θα παρέπεμπε μια τέτοια διαφοροποίηση στην Άρια φυλή; Εμείς πως διαχωρίζουμε τον Φωτισμένο και διαφοροποιημένο Έλλην -α, αν υπάρχει σήμερα αυτός σήμερα (που δεν υπάρχει), από τους υπόλοιπους συνανθρώπους του; Με ποιους όρους, πως, και γιατί δεν γινόμαστε αυτόματα ρατσιστές;
Ας ξεκινήσουμε όμως από τα βασικά. Δεν υπάρχει ένα γενετικά προδιαγεγραμμένο «Ελληνικό χάρισμα». Υπάρχει ο άνθρωπος ο οποίος, λόγω της γέννησης και της κατοίκησής του σε αυτό τον χώρο που σήμερα ονομάζεται Ελλάδα, αγαπά την πατρίδα και την ιστορία της χώρας του, όπως αγαπά κάθε άνθρωπος σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Οι σύγχρονοι Έλληνες, λοιπόν, δεν διαθέτουν κάποιο ειδικό γονιδιακό κληρονομικό χάρισμα (sic) που τους διακρίνει. Αντίθετα, η Ελληνικότητα –δηλαδή το σύνολο των αξιών και παραδόσεων που προήλθαν από την αρχαία Ελλάδα– αφορά μια διαρκή, καθημερινή κατάκτηση στον χρόνο, μια αέναη προσπάθεια όχι μόνο διατήρησης, αλλά και υπέρβασης και εξέλιξης, της έννοιας του ανθρώπου και της εξέλιξης του, τόσο με πνευματικά όσο και υλικά έργα.
Από το παρελθόν δανειζόμαστε μόνο ότι είναι χρήσιμο και ωφέλιμο για να συντηρήσουμε και να χτίσουμε ένα καλύτερο το μέλλον. Εάν ο σύγχρονος Έλληνας δεν επιδιώκει να ζήσει ως υπεύθυνος και συνειδητοποιημένος πολίτης, τότε η στείρα «προγονολατρεία» κινδυνεύει να αποτελέσει μια φολκλορική καρικατούρα, και αδυνατεί να του προσφέρει ουσιαστική καθοδήγηση. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αιρετικός και συχνά Κυνικός Βασίλης Ραφαηλίδης:
«Ο ταλαιπωρημένος ανθρωπάκος (Έλληνας) αρχίζει να νιώθει καλύτερα, καθώς διαπιστώνει πως έχει κάποια σχέση με μυθοποιημένους, σπουδαίους προγόνους. Και όσο πιο άθλιος είναι κανείς, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχει από το ‘προγονικό μεγαλείο’.
Σε αυτή τη γραμμή, δεν έχει σημασία αν η σημερινή λαότητα των ΝεοΕλλήνων προέρχεται από συγκεκριμένες γενετικές γραμμές· το ουσιώδες είναι τι έχει περάσει και κληρονομηθεί ως πολιτισμός και ήθος, παρά το 'καθαρό' αίμα που κυκλοφορεί στις φλέβες ενός σύγχρονου λαού.
Όσοι κατοικούμε σήμερα σε αυτήν την υπέροχη γη –αγνοώντας μισές φορές τα προκαταρκτικά στερεότυπα– είμαστε Νεοέλληνες, όχι απλώς 'Έλληνες. Ας αφήσουμε τον χαρακτηρισμό «Έλληνας' για εκείνον τον μεγάλο λαό, εάν, όντως, θέλουμε να τον σεβόμαστε. Άλλωστε, απ’ τη στιγμή που δεν έχουμε καταφέρει να μάθουμε αρχαία Ελληνικά και εξαρτιόμαστε από μεταφράσεις για να κατανοήσουμε τη γλώσσα των αρχαίων, έχουμε χάσει την απευθείας επαφή με τον μοναδικό πολιτισμό που εκείνος αντιπροσωπεύει.».
Για να απαντήσω με τη σειρά μου, στο ερώτημα του «Κου Σπύρου», θα έλεγα πως τα βασικά χαρακτηριστικά του αρχαίου Έλληνα που θα έπρεπε να καλλιεργηθούν -και- από τον σύγχρονο Έλληνα, θα ήταν τα εξής:
📌 Φιλοκαλία και αγάπη για την ελευθερία.
Φιλοκαλία: Σημαίνει την αγάπη για το όμορφο και το ωραίο –την εκτίμηση του φυσικού και ανθρώπινου κάλλους, την αρμονία στα έργα τέχνης, στη σκέψη και στη δημιουργία. Και ως γνωστόν, για να δεις και να αναπαράγεις το ωραίο, πρέπει να έχεις τις αντίστοιχες παραστάσεις, και να είσαι όμορφος πρώτα από όλα μέσα σου.
Ελευθερία: Σημαίνει τον αγώνα για μια καλύτερη ζωή, βασισμένο στον σεβασμό για την ιστορία μας, τις πραγματικές μας ανάγκες και το μέλλον των παιδιών μας, στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις. Είναι απαραίτητο να ξανααγαπήσουμε τον εαυτό μας, την πολιτιστική μας κληρονομιά, την κοινωνία και την πατρίδα μας, ανακαλύπτοντας ξανά τα ουσιώδη στη ζωή.
📌 Αρετή και μέτρο στον βίο.
Στο έργο του Eduard Zeller, «Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας», αναφέρεται πως «πολλοί λαοί έχουν αγίους, προφήτες, θρησκευτικούς μεταρρυθμιστές, αλλά λίγοι φιλοσόφους», έμφαση στη μοναδικότητα της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας.
Οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν μία φιλοσοφία που οδήγησε το ανθρώπινο μυαλό από το «Μύθο στο Λόγο», αγγίζοντας όχι μόνο τα κοσμολογικά ή γνωσιολογικά ζητήματα, αλλά και την ευτυχία, το νόημα ζωής, την ηθική και την οργάνωση της πολιτείας.
Η ιδέα του μέτρου, σε συνδυασμό με την αναζήτηση της αρετής –η σωφροσύνη, η γενναιοδωρία, η δικαιοσύνη και η ανδρεία, όπως περιγράφει ο Αριστοτέλης– έπρεπε να τεκμηριώνεται από τη συνήθεια και την παιδεία από μικρή ηλικία, ώστε οι άνθρωποι να μπορέσουν να υλοποιούν το αγαθό στην πράξη, ανεξάρτητα από εξωτερικά κίνητρα επιβράβευσης ή τιμωρίας.
📌 Γνώση και φιλοσοφία.
Οι Έλληνες φιλόσοφοι επιδίωκαν να διδάξουν πώς να επιτυγχάνει κανείς το εύζην, όχι αλλάζοντας τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής, αλλά μεταβάλλοντας τις πεποιθήσεις και την εσωτερική τους όψη – προσδοκώντας μια αληθινή εσωτερική μεταμόρφωση.
Οι αξίες του καλού και της γνώσης αποτέλεσαν θεμέλιο για την επίτευξη της ευδαιμονίας, μέσω μιας συνεπούς και συστηματικής προσπάθειας. Όπως έγραψε ο φιλόσοφος Ιεροκλής:
- «η φιλοσοφία λειτουργεί ως μέσο εξαγνισμού και τελειοποίησης της ανθρώπινης φύσης, απελευθερώνοντάς μας από τις προσκολλήσεις της ύλης και φέρνοντάς μας πιο κοντά στο ιδεώδες του θεϊκού στοιχείου.»
Ο Πλάτων, στον «Φαίδρο» (250–277 π.Χ.), τόνισε ότι :
- «Η φιλοσοφία έγκειται στον έρωτα της ψυχής για την πνευματική αθανασία, μέσω της αναζήτησης του ωραίου και της δημιουργίας ενός 'τόκου' που οδηγεί στην αθανασία –είτε μέσω σωματικών είτε μέσω πνευματικών έργων.»
Με άλλα λόγια, ούτε οι χλαμύδες, ούτε οι 12 θεοί, ούτε ο Σείριος, ή οποιοδήποτε άλλο αρχαίο δόγμα, καθορίζουν ποιος είναι ο σύγχρονος Έλληνας, ο οποίος προσπαθεί να διακατέχεται από τα ιδανικά, τις αξίες και τα επιτεύγματα των αρχαίων μας προγόνων.
Ένας πολίτης του σήμερα, οφείλει να επιδιώκει έναν συνειδητό βίο, με γνώση, καλλιεργεία των τεχνών, με αγάπη για το σώμα του, τη φύση και τον άνθρωπο. Πρέπει να γνωρίζει σε βάθος την ιστορία του, να είναι υπεύθυνος και ευσυνείδητος, να καινοτομεί, να καλλιεργεί τα ταλέντα και τις δεξιότητες του, δίχως πιθηκισμούς, καιροσκοπισμούς, κουτοπόνηριές και ωχαδελφισμούς, σε έναν περίπλοκο σύγχρονο κόσμο.
Είναι εξάλλου γνωστό παλαιόθεν, τα «καλά κρασιά» δεν κρίνεται μόνο από την ετικέτα, η ιστορία των προγόνων δεν εξασφαλίζει αυτόματα την επιτυχία των απογόνων. Ο κλασσικός Ελληνικός πολιτισμός –και ο όρος «Έλληνας»– γενικά τελείωσε μετά την Ελληνιστική εποχή, και απενήλθε στο προσκήνιο πρόσφατα. Στο ενδιάμεσο τεράστιο χρονικό διάστημα ο όρος Έλλην είχε δυστυχώς ταυτιστεί με τον ειδωλολάτρη ήταν, προσβλητικός, αντί αυτού είχε επικρατήσει ο όρος Ρωμιός, ο οποίος βεβαίως αφορούσε τον Ρωμαίο πολίτη.
Ο σύγχρονος Έλληνας πρέπει να μεταβεί από το απλό «φαίνεσθαι» στο «είναι». Αυτή η αλλαγή είναι καίρια, απαιτεί χρόνο και μόχθο, ώστε να πραγματοποιηθεί η σχετική απαραίτητη αφύπνιση. Σκοπός αυτής της αφύπνισης είναι μια ριζική ανατροπή του τρόπου σκέψης, και κυρίως μιας δημιουργικής δράσης.
«Σε αυτόν άρχου»! Η ελπίδα υπάρχει στον νεοέλληνα, εφόσον αναλάβει μια πιο υπεύθυνη θέση απέναντι στον εαυτό του, στον πολιτισμό του και στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Τι πολιτισμό παράγει η σύγχρονη Ελλάδα σήμερα, εκτός από έναν μη βιώσιμο τουρισμό και τη κουλτούρα του μουσακά, του ήλιου, της θάλασσας, του ανατολικού Ρυθμού του τσιφτετελιού, και της απειθαρχίας;
Τα επιτεύγματα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού είναι μοναδικά, αθάνατα και διαχρονικά. Οι αρχαίοι Έλληνες μάθαιναν να μαθαίνουν, ώστε να γνωρίζουν να σκέφτονται. Ότι δανείστηκαν από σύγχρονους προς αυτούς πολιτισμούς ( και δανείστηκαν πολλά), τα εξέλιξαν και τα ανέπτυξαν στο μέγιστο βαθμό, ξεπερνώντας τους αρχαίους εμπνευστές τους. Δεν είναι τα πάντα Ελληνικά ούτε ήταν ποτέ, η λογική του ότι όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες οι άλλοι έτρωγαν βελανιδιά, είναι όχι μόνο στείρα, αλλά και επικίνδυνη.
Οι αξίες που προέκυψαν από το πνεύμα της μυθολογίας, της φιλοσοφίας της επιστήμης, καθώς και η αφοσίωση στη γνώση και την τέχνη, αποτελούν πηγές στις οποίες ο νεοέλληνας θα πρέπει να επιστρέψει για να ανακαλύψει τον χαμένο του εαυτό και να επιδιώξει την αληθινή ευδαιμονία, με τρόπο δημιουργικό. Αυτό και τίποτα άλλο.
Αλλά δυστυχώς το περιβάλλον είναι τοξικό, και το γνώσιολογικο υπόβαθρο ανύπαρκτο, και έτσι όχι μόνο δημιουργούνται καρκινογενέσεις, αλλά είναι καταδικασμένες και οι ελάχιστες ειλικρινείς προσπάθειες της κακώς ενοούμενης επανελλήνησης.!