Βρισκόμαστε στην Αγορά των αρχαίων Αθηνών, στην καρδιά της δημόσιας ζωής της κλασικής πόλης-κράτους, στο βορειοδυτικό άκρο της Ακρόπολης. Εκεί όπου υπήρχαν οι κύριοι χώροι της πόλης και σημαντικά μνημεία· ένα εμπορικό, διοικητικό, θρησκευτικό και – προπαντός – πνευματικό κέντρο. Η Αγορά ήταν ο χώρος όπου κάθε πολίτης μπορούσε να ρωτήσει, να ακούσει, να αντιπαρατεθεί. Οι φιλοσοφικές συνομιλίες δεν περιορίζονταν σε κλειστές αίθουσες· ξεκινούσαν μπροστά σε βωμούς, ανάμεσα σε πάγκους, στη σκιά των κιόνων.
Σε αυτόν τον χώρο, ο Σωκράτης περπατούσε συζητώντας με νέους και γέροντες· έκανε τη φιλοσοφία προσιτή σε όλους, ανεξαρτήτως πλούτου ή καταγωγής. Περιδιαβαίνοντας σήμερα ανάμεσα στα ερείπια της Στοάς του Αττάλου, του Θόλου και των ιερών βωμών, μπορούμε να φανταστούμε τη ζωντάνια εκείνων των διαλόγων: πολίτες που αμφισβητούν, αναζητούν, αμφιταλαντεύονται, και φιλόσοφοι που, με επιχειρήματα και ερωτήσεις, δίδασκαν την τέχνη του εσωτερικού ελέγχου και της ψυχικής ελευθερίας.
Στη συνέχεια θα διαβάσετε ένα δοκίμιο που επινόησα, παραποιώντας μια αντίστοιχη Σουφική ιστορία.
Βρισκόμαστε νοητά, λοιπόν, στην αρχαία Αγορά, ένα ηλιόλουστο πρωινό, όπου η πρωινή δροσιά λαμπυρίζει στους πάγκους των πωλητών και στα φύλλα των δέντρων. Οι χρυσαφένιες ακτίνες, τα ηλιακά βέλη του Απόλλωνος, στοχεύουν την πλακόστρωτη Αγορά των Αθηνών. Οι περαστικοί γεμίζουν τις στοές, τους βωμούς και τα ιερά.
Κάτω από τη Στοά του Ευμένους, ανάμεσα σε βωμούς με άνθη και αγγεία γεμάτα λάδι, συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου γύρω από τον Σωκράτη· κάποιοι για ν’ ακούσουν τη σοφία του, άλλοι από απλή περιέργεια. Ξαφνικά, ένας γνωστός αριστοκράτης νέος φώναξε προς τον φιλόσοφο:
— Σωκράτη, είσαι ένας απατεώνας, παλιάνθρωπος, αγύρτης των δρόμων, φλύαρος, πότης και ελεεινός φιλόσοφος! Ξεγελάς τον κόσμο με παραμύθια και ψέματα!
Οι παριστάμενοι ξαφνιάστηκαν και κοίταξαν με απορία και εκνευρισμό τον ασεβή νέο, γνωστό στην Αγορά για την έπαρση και την αλαζονεία του. Ο Σωκράτης, αντίθετα, σήκωσε τα χέρια του κάνοντας νόημα στους παριστάμενους να μη μιλήσουν και να μην αντιδράσουν άσχημα. Το βλέμμα του, ατάραχο και γαλήνιο, δεν έδειχνε ούτε οργή ούτε θλίψη· ήταν απλώς παρόν, σχηματίζοντας ένα αμυδρό μειδίαμα στα χείλη. Κοίταξε τον νεαρό στα μάτια, μέχρι που εκείνος γύρισε την πλάτη στην ομήγυρη και έφυγε χειρονομώντας και παραμιλώντας.
Ένας από τους ακόλουθους του Σωκράτη τον ρώτησε με απορία:
— Σωκράτη, πώς αντέχεις αυτές τις προσβολές; Δεν νιώθεις πίκρα, θυμό, ντροπή;
Ο Σωκράτης τού είπε να περιμένει λίγο, και όταν οι περισσότεροι έφυγαν, του ζήτησε να τον ακολουθήσει. Μέσα από στενά σοκάκια, τον οδήγησε σε μια παλιά αποθήκη πίσω από παλαιούς ελαιώνες — έναν χώρο ξεχασμένο, γεμάτο ξύλα και σκόνη. Άνοιξε ένα μπαούλο και έβγαλε από μέσα μια παλιά χλαμύδα: τσαλακωμένη, βρώμικη και κουρελιασμένη.
— Φόρεσέ την, είπε ήρεμα ο φιλόσοφος στον μαθητή του. Δες αν σου ταιριάζει.
Ο μαθητής κοίταξε την παλιά και βρώμικη χλαμύδα, την έπιασε διστακτικά και με εμφανή απέχθεια:
— Δεν επιθυμώ να σε προσβάλω, δάσκαλε, αλλά πώς να ντυθώ μ’ αυτό το κουρέλι;
Τότε ο Σωκράτης χαμογέλασε με νόημα και του απάντησε:
— Όπως εσύ δεν αποδέχτηκες την παλιά και βρώμικη χλαμύδα, έτσι κι εμένα δεν με άγγιξαν τα άσχημα λόγια του γνωστού μας επικριτή. Όταν κάποιος σου προσφέρει ένα δώρο και εσύ το αρνηθείς, σε ποιον ανήκει το απορριφθέν δώρο;
Με την άρνηση να ταράξεις την ψυχή σου με ψεύτικες κατηγορίες, αρνητικές σκέψεις και αντιδράσεις — θυμό, περιφρόνηση, προσβολές — η ψυχή παραμένει αμόλυντη και ακμαία. Μόνο έτσι η φιλοσοφία παύει να είναι απλός στοχασμός· γίνεται τρόπος ζωής.
Η ευεργεσία της φιλοσοφίας στην ψυχή αφορά τον αυτοέλεγχο. Μαθαίνει κανείς να υπόκειται στη λογική και όχι στα πάθη· να μην αιχμαλωτίζεται από ορμές και θυμούς. Καλλιεργώντας την εσωτερική ελευθερία, δεν δεσμεύεσαι από τις περιστάσεις ή τα σχόλια των άλλων.
📌 Εμπνευσμένη από μια Σουφική ιστορία και διασκευασμένη από τον γράφοντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου