Το ερώτημα που ταλανίζει το τελευταίο χρονικό διάστημα τους Έλληνες με αφορμή την οικονομική αλλά και θεσμική κρίση της χώρας, είναι το «πως στο καλό τα καταφέραμε έτσι;»
Για κάποιους (λίγους) βέβαια, το σημερινό τέλμα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα αντιλαμβάνονται. Η ακοή αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών ταράττεται. Η μυστική βοή τους έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων. Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί».
Από καιρό με απασχολούσε το όφελος της ενασχόλησης με την ιστορία και την φιλοσοφία, όταν το παρόν και το μέλλον φαντάζει εξαιρετικά δυσοίωνο. Το συμπέρασμα ήταν πως η γνώση της ιστορίας και τα μαθήματα που αυτή μας προσφέρει, είναι απαραίτητα για οποιοδήποτε υπεύθυνο πολίτη οποιασδήποτε χώρας (πόσο μάλλον της Ελλάδος), η δε Φιλοσοφία, εκτός από μία αλλαγή συνείδησης και στάση ζωής στην οποία στοχεύει, μαθαίνει το βασικότερο σε έναν άνθρωπο να «μάθει να σκέφτεται». Συνεπώς να αποκτάει και κριτική σκέψη..
Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή, σε ότι επιτάσσει ο σύγχρονος τρόπος ζωής. Ο σημερινός άνθρωπος ως σύγχρονος Νάρκισσος όπως αναφέρει ο Christopher Lasch's στο βιβλίο του, «η κουλτούρα τού ναρκισσισμού», ζει σ' ένα αδιάστατο παρόν, αποκομμένος από τις ιστορικές του ρίζες, δίχως προοπτική και μέριμνα για το μέλλον.
Αδιαφορεί για οτιδήποτε του κληροδότησε το παρελθόν και για οτιδήποτε θα κληροδοτήσει αυτός στις επερχόμενες γενεές. Αυτή η έλλειψη ιστορικής συνέχειας, η εξάλειψη της αίσθησης ότι ανήκουμε σε μία «διαδοχή γενεών που είναι ριζωμένες στο παρελθόν και επεκτείνονται στο μέλλον» χαρακτηρίζει και γεννά την ναρκισσιστική κοινωνία. Ζούμε μόνο για το παρόν, καναλώνοντας αδιάφορα και άπληστα οτιδήποτε αυτό μας προσφέρει, αδιαφορώντας για τους προγενέστερους και τους μεταγενέστερους. Ο μετανεωτερικός νάρκισσος άνθρωπος έχει μειωμένη έως παντελώς μηδενισμένη ιστορική, εθνική, πολιτική και θρησκευτική συνείδηση, ενώ παρουσιάζει υπερτροφικά ανεπτυγμένη καταναλωτική συνείδηση.
Ο σύγχρονος άνθρωπος αμελώντας την διεύρυνση της πνευματικότητας του, στρέφει όλη την συναισθηματικότητα, ενεργητικότητα και δραστηριότητά του στην αυτοπραγμάτωση μέσω της απόκτησης υλικών αγαθών, θεοποιώντας τον ατομικισμό που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει να επενδύσει σε τίποτα έξω από τον εαυτό του. Έτσι δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το σύγχρονο γενικευμένο αίσθημα του ανικανοποίητου και του εσωτερικού κενού. Οι πρωτοφανείς ανέσεις και τα καταναλωτικά αγαθά τού σύγχρονου πολιτισμού δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την απουσία νοήματος και να άρουν το γενικευμένο αίσθημα της ψυχικής δυσφορίας και δυσανεξίας που διακατέχουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Αυτοπεριχαράκωση του εγώ στον εαυτό του, υπό αυτές τις συνθήκες σημαίνει εν τέλη αυτοκαταστροφή του.
Ο σύγχρονος νάρκισσος άνθρωπος αρνείται περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να παραδεχθεί τη θνητότητά του, το βέβαιο και αναπόφευκτο του θανάτου. Το γεγονός ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι υποταγμένη σε αμετακίνητα όρια που δεν μπορεί να ξεπεράσει. Ο περιβάλλον κόσμος, είτε ο φυσικός είτε ο ανθρώπινος, δεν αποσκοπεί σε τίποτε άλλο παρά να ικανοποιεί ή να ματαιώνει τις δίχως όρια επιθυμίες του.
Εξ ου και η λατρεία της νεότητας και ο τρόμος και η αποστροφή στο γήρας. Η υπερβολική φροντίδα τού σώματος, η προσπάθεια να διατηρηθεί νέο και ακμαίο, παρά την φυσιολογική φθορά τού χρόνου. (1)
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Βραζιλιάνος ογκολόγος Drauzio Varella:
«Στις μέρες μας δαπανώνται πέντε φορές περισσότερα χρήματα στην έρευνα για την ανδρική ανικανότητα και την προσθετική στήθους στις γυναίκες, σε σχέση με αυτά που δαπανώνται για τη θεραπεία της νόσου Alzheimer. Ως εκ τούτου σε λίγα χρόνια θα έχουμε ηλικιωμένους με τέλεια στύση και ηλικιωμένες με μεγάλα βυζιά που όμως κανείς τους δε θα θυμάται σε τι χρησιμεύουν...»!!! Μία σίγουρα κυνική δήλωση, αλλά πόσο αληθινή...
Για ποιό λόγω όμως ο Christopher Lasch παραλληλίζει τον σύχρονο άνθρωπο με τον Νάρκισσο; Ποίος ήταν ο Νάρκισσος στην αρχαιότητα και τι συμβόλιζε;
Στην αρχαία Ελληνική μυθολογία, ο Νάρκισσος ήταν γιος του Κηφισού και της νύμφης Λειριώπης. O Νάρκισσος ήταν διάσημος για τη σπάνια ομορφιά του.
Ήταν τόσο όμορφος που τον είχαν ερωτευθεί όλες οι νύμφες του δάσους. Εκείνος όμως τις περιφρονούσε, και πέρναγε τον καιρό του θαυμάζοντας την αντανάκλαση του, στην επιφάνεια του ποταμού.
Για αυτό τον λόγο οι Θεοί αποφάσισαν να τον τιμωρήσουν, έτσι κάποια μέρα έπεσε στο νερό και πνίγηκε. Απόμεινε όμως ένα λευκό λουλούδι με χρυσό στεφάνι στο κέντρο να τον θυμίζει.
Ο Μύθος του Νάρκισσου όπως προφανώς γνώριζε και ο Christopher Lasch's υποκρύπτει μία αλληγορία. Αυτή του ανθρώπου που γίνεται θύμα του υλικού κόσμου. Ο Νάρκισσος στην πραγματικότητα δεν ερωτεύεται τον εαυτό του, αλλά την αντανάκλαση του ειδώλου του στο νερό, χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι αυτό είναι μόνο μια εικόνα.
Το να ερωτευόμαστε όμως κάτι έξω από εμάς ξεχνώντας τον πραγματικό εαυτό μας, σημαίνει ότι κινδυνεύουμε να χαθούμε στις δαιδαλώδεις διαδρομές ενός περίπλοκου κόσμου. Σημαίνει ότι λησμονούμε ότι είμαστε συνδημιουργοί πραγματικότητας. Όλα αυτά που συναντάμε, που βλέπουμε, όλα αυτά που αγγίζουμε, αντανακλούν τόσο τους άλλους όσο και εμάς. Τα γεγονότα και οι περιστάσεις της ζωής ενός ανθρώπου αποκαλύπτουν και την κατάστασή του.
Η πηγή όπου ο Νάρκισσος καθρεπτίζεται είναι ο εξωτερικός κόσμος. Αν πιστέψουμε ότι αυτός είναι ο μόνος αληθινός κόσμος και στηριχθούμε σε αυτόν, τότε εξαρτόμαστε από την σκιά μας…
Από δημιουργοί γινόμαστε δημιουργήματα, από ονειρευτές γινόμαστε ονειροπόλημα, από αφεντικά γινόμαστε σκλάβοι, έως ότου μας πνίξει το ίδιο το δημιούργημα μας.
Το δημιούργημα τότε εξεγείρεται και αντεπιτίθεται εναντίον μας… Αυτό είναι το προπατορικό αμάρτημα, να αντικαθιστάς το αίτιο με το αποτέλεσμα.
Ένας αληθινός άνθρωπος, είναι κυρίαρχος του εαυτού του… Παρόλο τον φαινομενικό δυναμισμό των γεγονότων και την ποικιλία των καταστάσεων, αυτός γνωρίζει ότι ο κόσμος είναι ο καθρέφτης του…Καλό ή κακό, ωραίο ή άσχημο, σωστό ή λανθασμένο, αυτό που ο άνθρωπος συναντάει είναι μόνο η αντανάκλασή του και όχι η πραγματικότητα. Καθένας δρέπει πάντα τον εαυτό του και μόνο… Εμείς είμαστε ο σπόρος εμείς και η συγκομιδή…! (2)
Στην χώρα μας δυστυχώς, τα προβλήματα που αvτιμετωπίζουν όλες οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες έχουν μεγιστοποιηθεί, για αυτό τον λόγο και είμαστε οι πρώτοι αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο χρεοκοπίας, αλλά και οι μοναδικοί που απεμπολήσαμε άνευ όρων και αμετάκλητα την εθνική μας κυριαρχία.
Με την γέννηση μας σε αυτό τον τόπο κληθήκαμε αυτόματα να είμαστε οι θεματοφύλακες των προγόνων και της ιστορίας μας. Με τέτοια βαριά ιστορία σίγουρα δημιουργούνται προσδοκίες, δυστυχώς όμως οι περισσότεροι αναλώνονται σε μια στείρα αναφορά περί του αρχαίου κλέους, θεωρώντας πως αυτό τους κάνει να υπερέχουν. Τα έθνη όμως δεν αξίζουν να μένουν έθνη αν δεν είναι συνάμα και ζύμη για τη δημιουργία πολιτισμών και ξεχωριστών ανθρώπων.
Σε κάθε περίπτωση, το έχω αναφέρει πολλές φορές, η Ελληνικότητα δεν είναι κληρονομικό χάρισμα. Η «Ελληνικότητα» απαιτεί καλλιέργεια - Έλληνας «δεν γεννιέσαι, γίνεσαι». Εκ του αποτελέσματος η συμμετοχή σύγχρονης Ελλάδος στο παγκόσμιο πολιτισμικό γίγνεσθαι μετά την δεκαετία του εβδομήντα είναι ελάχιστη, με κάποιες εξαιρέσεις πάντα φυσικά. Η εικόνα του Ζορμπά της δεκαετίας του 60 και του 70, πού είχε αναφορά στην τότε ελληνική κοινωνία, έχει πια ξεθωριάσει. Αυτό που λάτρεψαν οι «ξένοι» το πνεύμα του Ζορμπά, το φιλότιμο, και η φιλοξενία, έχει δώσει την θέση του σήμερα, σε αναφορές περί απατεώνων και τεμπέληδων Ελλήνων. Τότε ο Ζορμπάς έλεγε :
«Να πέφτεις όπου να ’ναι, με τα μούτρα ! Να πέφτεις με τα μούτρα στη δουλειά, στο κρασί, στον έρωτα και να μη φοβάσαι το Θεό, μήτε το διάολο. Αυτό θα πει παλικάρι !».. – Σ' αυτά τα πράματα, πρέπει να ξέρεις, είμαι άνθρωπος. – Άνθρωπος; τι θες να πεις; – Νάσαι, λεύτερος ».
Άνθρωπος και ελευθερία είναι δύο έννοιες που στο έργο του Καζαντζάκη ταυτίζονται, όπως και στην αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο πως η λέξη ελευθερία έχει την ίδια ρίζα με τις λέξεις «έλευση», (αλλά και «Ελευσίνια»...), και αρχικά σχετιζόταν με τη συνέλευση των πολιτών, καθώς μόνο οι ελεύθεροι πολίτες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στην συνέλευση του δήμου. Γενικότερα στην σκέψη του Καζαντζάκη εκφράζεται μοναδικά η αρχαίο Ελληνική θέση της αρμονίας του ανθρώπου με τη φύση και τις αξίες της. Η ευθύτητα η παρρησία, και η φιλοκαλία, δηλαδή η αγάπη για το ωραίο ωραίο, αλλά και το «μέτρο» ήταν τα κύρια γνωρίσματα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Στοιχεία που λείπουν από την σύγχρονη Ελληνική κοινωνία.
Το κάλλος (ίδια ρίζα με το «καλό») κυριαρχούσε σε κάθε πτυχή της δημιουργίας των προγόνων μας, ενώ η τήρηση του «μέτρου» ήταν εξ ίσου σημαντική με το κάλλος στον Ελληνικό τρόπο ζωής. Αυτό δεν σημαίνει πως οι πρόγονοι μας είχαν κατά κόρον την αίσθηση του μέτρου, τουναντίον, ακριβώς λόγω του γεγονότος ότι είχαν επίγνωση των αδυναμιών τους, προσπαθούσαν να τηρούν το μέτρο, και την αποφυγή των υπερβολών.
Σήμερα έχουμε περάσει στην αντίπερα όχθη. Η αμετροπρέπεια και η παρακμή κυριαρχούν σε κάθε πτυχή της κοινωνικής και πολιτικής ζωής . Το «βόλεμα» και ο ατομισμός έχει καθιερωθεί ως το υπέρτατο ιδανικό, η κουτοπονηριά, ο «ωχαδερφισμός» και οι «αρπαχτές», κυριαρχούν στις προσωπικές σχέσεις, ενώ υπάρχει πλήρη παρακμή διαφθορά και παρασιτισμός στην πολιτική ζωή , και μία άνευ προηγουμένου καταρράκωση των θεσμών και αξιών της πολιτείας.
Η Ελληνική κοινωνία έχει αναλωθεί σε έναν μη δημιουργικό μιμητισμό, με αποτέλεσμα να απουσιάζει παντελώς, η πρωτοτυπία, η καινοτομία, οι φρέσκες ιδέες στην Ελληνική κοινωνία. Όταν όλα αυτά συνδυαστούν με την επικείμενη οικονομική πτώχευση της χώρας ( *2011 ) και το εξαιρετικά δυσμενές παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον τότε το μίγμα γίνεται εκρηκτικό. Σε αυτή την χρονική συγκυρία, όλοι οι οικονομικοί δείκτες στην χώρα μας βρίσκονται σε κατάρρευση, με μόνη εξαίρεση τον Τουρισμό. Παρότι όμως είναι κοινά αποδεκτό πως αυτός αποτελεί την βαριά βιομηχανία της Ελλάδος, απασχολώντας το 18% της συνολικής εγχώριας απασχόλησης και συμμετέχοντας στο εγχώριο ΑΕΠ με περίπου 15% (καταναλώνοντας ταυτόχρονα προϊόντα άλλων παραγωγικών κλάδων της χώρας σε ποσοστό 14% επί του ΑΕΠ), και σε αυτό τον τομέα δεν υπήρξε ποτέ ένας υπερκομματικός μακροχρόνιος στρατηγικός σχεδιασμός.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα για να αναδειχθεί και η ανεπάρκεια της Τουριστικής εκπαίδευσης. Στην Σχολή Τουριστικών επιχειρήσεων που φοίτησα καθηγητής Τουριστικού Marketing δίδασκε πως το Τουριστικό προϊόν της Ελλάδος είναι τα τρία «S», δηλαδή: Sea, Sex and Sun, (ξέχασε κάτι;) δηλαδή προϊόντα που μας τα προσφέρει απλά η φύση γενναιόδωρα, και τα οποία βεβαίως παρέχουν οι ανταγωνίστριες χώρες, (την ίδια θάλασσα και ήλιο) με πολύ καλύτερες υπηρεσίες και σε πολύ πιο ανταγωνιστικές τιμές.
Και όμως το Τουριστικό προϊών μας θα έπρεπε να είναι τα τρία «Π», «Πολιτισμός», «Πολιτισμός», «Πολιτισμός», καθώς τα θέλγητρα για τους ξένους επισκέπτες μας είναι σίγουρα ο ήλιος, η θάλασσα και οι παραλίες, αλλά το συγκριτικό μας πλεονέκτημα είναι η κληρονομιά των προγόνων μας, τα αρχαία μνημεία.
Μπορεί κάποιος να αντιτείνει πως και οι ανταγωνιστές μας έχουν αρχαία Ελληνικά μνημεία να επιδείξουν καθώς ο Ελληνισμός κυριάρχησε σε όλη την λεκάνη της Μεσογείου στο παρελθόν. Εμείς όμως έχουμε το προνόμιο να βρισκόμαστε στο λίκνο του Ελληνικού πολισμού, και να είμαστε οι συνεχιστές του... Τα αρχαία μνημεία είναι φορείς και ενός ξεκάθαρου μηνύματος όμως... Έχουν αντέξει για χιλιάδες χρόνια, έχουν δει την άνοδο και την πτώση πολλών αυτοκρατοριών που κάποτε έμοιαζαν ανίκητες, οι οποίες τελικά κατέρρευσαν. Οι κοινωνίες αλλάζουν και ότι σε μια εποχή θεωρούνται δεδομένα, σε μια άλλη έχουν ήδη σκεπαστεί από την σκόνη της λήθης...
Εν μέσω κρίσης και εάν δεν καταφέρουμε - διότι αυτό ακριβώς επιδιώκουμε - όλοι οι Έλληνες με την συμπεριφορά μας, να καταστρέψουμε και τον Τουρισμό της χώρας, ίσως απομείνει μία ελπίδα ανάκαμψης για το μέλλον. (Παρά τις αντιξοότητες σύμφωνα με προβλέψεις του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδιών και Τουρισμού WTTC αναμένεται η μέση μέση ενίσχυση κατά 4% στα έσοδα από τον ελληνικό τουρισμό έως το 2021).
Πέρα από την απαξίωση διεθνώς της χώρας, με τις ταραχές και τις καταστροφές που συμβαίνουν συνεχώς στην πρωτεύουσα, πέρα από το κλείσιμο των πυλών της χώρας των λιμανιών και των αεροδρομίων της, (σημειωτέο είναι πως σε ευνομούμενες χώρες κλείσιμο αεροδρομίων και λιμανιών μίας χώρας γίνεται μόνο σε περίπτωση πολέμου), τι εικόνα προσφέρει η πρωτεύουσα της χώρας πέρα από την εικόνα Αφρικάνικης πόλης όπως χαρακτηριστικά θυμάμαι πως έγραφε σε cart postal Ισπανός τουρίστας που έτυχε να βρεθεί στα χέρια μου;
Μία εικόνα πόλης με άναρχη πολεοδομία, με πολυκατοικίες με σκουριασμένες κεραίες στις ταράτσες, στενούς δρόμους, σκουπίδια, με ανύπαρκτα πάρκα και χώρους πρασίνου(στην Αθήνα αντιστοιχούν 2.5 τ.μ, ανά κάτοικο, στην Θεσσαλονίκη 2,7 τ.μ ενώ στην στο Άμστερνταμ 27 τ.μ., στην Βιέννη 20 τ.μ., στο Βερολίνο 13 τ.μ, στην Ρώμη 9 τ.μ., στο Παρίσι 8 τ.μ.) , με πλατείες και αρχαία μνημεία που κείτονται αφύλακτα δίχως ταμπέλες βορά στον κάθε ασυνείδητο;
Και βέβαια το πρόβλημα δεν είναι η αρχαιότητα των Ελληνικών πόλεων και η συνεχής κατοίκηση τους από τους αρχαίους χρόνους. Για παράδειγμα όταν η Αθήνα ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Ελλάδος, ήταν απλά ένα χωριό γεμάτο ερείπια με 4.000 κατοίκους οι περισσότεροι των οποίων κατοικούσαν πέριξ της Ακροπόλεως, και ο Πειραιάς μια ασήμαντη ιχθυόσκαλα με τριακόσιους κατοίκους
Τον Οκτώβριο του 1824, επί φρουραρχίας Γκούρα, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην Πόλη υπήρχαν εννέα 9040 κάτοικοι και 1605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες.
Την ίδια εποχή η Θεσσαλονίκη είχε περίπου 60000 κατοίκους, ενώ η Τρίπολη και η Πάτρα περί τις 15000. Οι περιγραφές όμως είναι πράγματι αποκαρδιωτικές όταν μιλούν για την Αθήνα μετά τις περιπέτειες του απελευθερωτικού πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που αναφώνησε τον Αύγουστο του 1832 ο Λουδοβίκος Ρος:
« Αυτό δεν είναι αι ιοστεφείς και περίφημοι Αθήναι. Αυτό είναι μονάχα ένας θεόρατος σωρός ερείπια, μια άμορφη [...] γκριζωπή μάζα στάχτης και σκόνης, απ’ όπου ξεπροβάλλουν μια δωδεκάδα φοίνικες και κυπαρίσσια, τα μόνα που αντιστέκονται στην καθολική ερήμωση».
Την ίδια περίπου εποχή (1832-1833) επισκέπτεται την Αθήνα ο αποσπασμένος στο εκστρατευτικό σώμα του Στρατηγού Maison, J.L Lacour, οποίος διαπιστώνει:
«Η καρδιά σφίγγεται φτάνοντας στην Αθήνα. Νέα ερείπια καλύπτουν τα αρχαία, τα καταχωνιασμένα μέσα στη γη. [...] Στενά, σκοτεινά, λασπώδη, ακανόνιστα δρομάκια. Βρώμικα, καπνισμένα και δυσώδη μαγαζιά, με πραμάτειες που θα τις περιφρονούσαν ως και οι πλανόδιοι πωλητές στα χωριάτικα πανηγύρια μας, κι όλα αυτά περικυκλωμένα από ένα χονδροειδές τοιχίο, να τι έχει αντικαταστήσει το Ωδείο του Περικλέους, το Ελευσίνιο, το Λύκειο, τους Κήπους και τον Ναό της Αφροδίτης, τις Πύλες του Ερμού, [...] και τα λοιπά μνημεία, των οποίων μόνον τα ονόματα έχουν απομείνει».
Τον Οκτώβριο του 1833 συντάσσεται ο κατάλογος των προς απαλλοτρίωση κτιρίων χάριν ανασκαφών, καταγράφονται 400 σπίτια, 7 φούρνοι και 103 εργαστήρια, μεταξύ των οποίων 2 ελαιοτριβεία και 2 σαπουντζίδικα, μόνο στην περιοχή την οριζόμενη από τις κατοπινές οδούς Ηφαίστου, Μητροπόλεως, Νίκης, Αμαλίας και Λυσικράτους, δηλαδή στο ήμισυ περίπου της παλαιάς πόλης.
Ο εκ των Αντιβασιλέων Georg Maurer, που έφθασε στην Αθήνα το 1833 κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Όθωνα, σημειώνει:
«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες».
Τον Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, μαθητές του σημαντικότερου ίσως Γερμανού νεοκλασικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, εγκαθίστανται στην Αθήνα, όπου βάζουν μπρος το έργο της συστηματικής τοπογράφησης της πόλης και στη συνέχεια συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση, εν όψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νεοπαγούς κράτους. Η πολεοδομική αυτή σύλληψη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τις έννοιες Έθνος, Νόμος, Κράτος και Κυβέρνηση, όπως αυτές αναδείχθηκαν στη διάρκεια του 18ου αιώνα.
Προβλέπονταν με ακρίβεια οι θέσεις όλων των δημοσίων κτιρίων και γενικότερα οι περιοχές όλων των λειτουργιών της Πόλης: Υπουργεία, Δικαστήρια, Στρατώνες, Αστυνομία, Ταχυδρομείο, Νομισματοκοπείο, Μητρόπολη, Ακαδημία, Βιβλιοθήκη, Χρηματιστήριο, Αγορές, Πάρκα, κλπ. Το σύνολο ήταν προγραμματισμένο να φιλοξενήσει όλες τις λειτουργίες μιας πρωτεύουσας και έναν πληθυσμό που προβλεπόταν να φθάσει το όριο των 40.000 κατοίκων. (3)
To 1868 έρχεται στην Ελλάδα, ο Ernst Moritz Theodor Ziller ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του 19ου αιώνα, ο οποίος χάρισε στην Αθήνα αλλά και σε ολόκληρη της Ελλάδα μερικά από τα σημαντικότερα κτήρια της συνδυάζοντας την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική με στοιχεία της Αναγέννησης.
Πάνω από 500 κτήρια κατασκευάστηκαν από τον Ziller , ανάμεσα σε αυτά το κεντρικό κτήριο του Εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο το θέατρο Απόλλων στην πόλη της Πάτρας, το Θέατρο Ζακύνθου (καταστράφηκε στους σεισμούς του 1953), το Μουσείο της Ολυμπίας, το Χημείο, η Αγορά του Πύργου, το Ζάππειο, το Προεδρικό Μέγαρο που τότε ήταν οικεία του διαδόχου Κωνσταντίνου, και πλήθος άλλων. Οι πολυάριθμες αρχιτεκτονικές του μελέτες έδωσαν στην Αθήνα ως ένα πολύ μεγάλο βαθμό τη μορφή που είχε εκείνη την περίοδο, ενώ ευθύνεται και για τον εξωραϊσμό του Λυκαβηττού και την δεντροφύτευση του, ώστε να γίνει εστία πρασίνου για τους κατοίκους των Αθηνών.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Αθήνα ήταν μία πόλη 200.000 κατοίκων, με τριώροφα το πολύ τα σπίτια με κήπους και αυλές. Γενικά ήταν μια όμορφη πόλη με εντυπωσιακά δημόσια κτίρια, τα περισσότερα δωρεές πλούσιων Ελλήνων της διασποράς.
Η τεράστια αλλαγή του χαρακτήρα της έλαβε χώρα την τριαντακονταετία 1950-80. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εκρηκτική αύξηση του πληθυσμού της ελληνικής πρωτεύουσας (κατά 220% περίπου), και της συνακόλουθης έκρηξης της οικοδομικής δραστηριότητας στην πρωτεύουσα με το σύστημα της αντιπαροχής...!
Η επέκταση της πόλης έγινε χωρίς σχέδιο και με αυθαίρετη δόμηση. Οι συνοικίες πλημμύρισαν από πολυκατοικίες και το ιστορικό της κέντρο έχασε τον χαρακτήρα του.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην σημερινή εικόνα των Αθηνών, η οποία συγκρινόμενη με οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν έχει τίποτα να επιδείξει, πέρα από τον Παρθενώνα, και τα λοιπά αρχαία μνημεία.
Τι κάνουμε όμως για να αναδείξουμε έστω τα αρχαία μνημεία; Ελάχιστα. Εάν η Ρώμη ονομάζεται η αιώνια πόλη, η Αθήνα ως αρχαιότερη από την Ρώμη πόλη, πώς έπρεπε να ονομάζεται; Βέβαια η Ρώμη είναι ένα τεράστιο υπαίθριο μουσείο με πλατείες και σιντριβάνια με συνθέσεις αγαλμάτων σε κάθε γειτονιά, στοιχεία που λείπουν από την Αθήνα.
Για να συνειδητοποιήσουμε την διαφορά της κουλτούρας μας με την αρχαία Ελλάδα, αξίζει να κάνουμε αναφορά στην λέξη άγαλμα. Η λέξη ετυμολογείται από «αγάλλομαι» και «ίαση» (=γιατρειά), διότι όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και ιατρευόμαστε. Αντίστοιχα το α-σχημο, ετυμολογείται από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα, και βέβαια σημαίνει αυτό που επιφέρει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Μίας και έκανα αναφορά στην Ρώμη στην αντίστοιχη Λατινική (που προέρχεται από το Ελληνικό αλφάβητο των αποίκων από την Εύβοια) το άγαλμα ονομάζεται statua, το οποίο προέρχεται από το Ελληνικό «ίστημι», λόγω του ότι στέκει ακίνητο.
Υπάρχει βέβαια τεράστια διαφορά ανάμεσα στα νοήματα των δύο γλωσσών, αυτό που στα Ελληνικά εκφράζει συναίσθημα, στα Λατινικά εκφράζει απλά ένα νεκρό πράγμα. Στην Αθήνα, αλλά και σε όλη την επικράτεια, τα περισσότερα σύγχρονα αγάλματα απέχουν πολύ από την αισθητική που γέννησε ο Ελληνικός κόσμος.
Ακόμα και έτσι, είναι πραγματικά άξιο απορίας πως και στις ελάχιστες περιπτώσεις που στήνονται συνθέσεις αγαλμάτων και ανδριάντες που αναδεικνύουν την κλασσική Ελλάδα, αυτά ξηλώνονται και αποσύρονται σε αποθήκες.
Τρανό παράδειγμα για το οποίο δεν «άνοιξε μύτη», ήταν όταν επί δημαρχίας της Κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη ξηλώθηκαν οι έξι ορειχάλκινες προτομές φιλοσόφων και ιστορικών της αρχαιότητας (του Γ. Καλακάλλα) που είχαν τοποθετηθεί στην πλατεία Κοτζιά, με το αιτιολογικό πως προκαλούσαν πρόβλημα στις κατασκευές που απαιτούνταν να στηθούν για την διεξαγωγή αθλητικών εκδηλώσεων που θα γίνονταν εκείνη την περίοδο των Ολυμπιακών αγώνων 2004 στο κέντρο της πόλης. Μάλλον κρίθηκε πως δεν «έδενε» το κλασσικό με το μοντέρνο, μίας και στην ίδια πλατεία βρίσκεται το σύγχρονο γλυπτό «Θησέας;» (της Σόφης Βάρη) στο μέσο της Πλατείας...
Τελικά τα αγάλματα των Μουσών απομακρύνθηκαν από την πλατεία Ομονοίας, και σήμερα βρίσκονται 4 στην Καρδίτσα, 2 στις Καρυές Λακωνίας, 2 στην Αμοργό ενώ η ένατη καταστράφηκε.
Στην αρχαιότητα, πίστευαν πως οι Μούσες τραγουδούσαν στα συμπόσια των θεών, και συμβόλιζαν το μεγαλείο της τέχνης. Σύμφωνα με τον Ησίοδο οι Μούσες ήταν εννέα (υπάρχουν επίσης αναφορές πως παλαιότερα υπήρχαν άλλες τρεις, η Μελέτη, η Μνήμη και η Αοιδή).
Οι Μούσες (από το «μω», η οποία σημαίνει «ερευνώ, ζητώ να μάθω σε βάθος» ή από τη ρίζα «μας» ή «μους» που σημαίνει «γενιά, παραγωγή, ανάπτυξη έξω από μια αρχή, μύηση»), ήταν θυγατέρες του Δία-Ζευ (δηλαδή της αιώνιας ζώσης θείας πνευματικής ενέργειας), και της Μνημοσύνης, δηλαδή της διατήρησης στην μνήμη των ανθρώπων των αιώνιων διαχρονικών αξιών. Οι εννέα Μούσες αντιστοιχούν στις τέχνες που σχετίζονται με τη μουσική (Η λέξη μουσική, προέρχεται από τις Μούσες) την τέχνη, την ποίηση, το τραγούδι, τον χορό, το θέατρο αλλά και αστρονομία εφόσον το σύμπαν διέπεται από αρμονία. Οι Μούσες συνόδευαν και συντρόφευαν τον Θεό του φωτός και της Μουσικής, τον Απόλλωνα, και υπήρξαν οι προστάτιδες των τεχνών τις οποίες η κάθε μία αντιπροσώπευε. Πιο συγκεκριμένα:
Πιο συγκεκριμένα:
Η Κλειώ: (που δοξάζει το αρχαίο κλέος) ήταν η μούσα της ιστορίας και της επικής ποίησης, και απεικονιζόταν με περγαμηνές και ένα δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι.
Η Καλλιόπη: (που έχει ωραία φωνή) ήταν η κόρη της επικής ποίησης και των καλών τεχνών και η πιο σεβαστή από όλες τις μούσες. Ο Όμηρος ξεκίνησε τα έπη του με επίκληση της Καλλιόπης. Απεικονίζεται συνήθως με χρυσό στεφάνι στο κεφάλι, κρατώντας πινάκιο και γραφίδα και συχνά με τα Ομηρικά έπη στα γόνατά της.
Η Πολύμνια: (η άδουσα πολλούς ύμνους) σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία ήταν η μούσα της ιερής ποίησης. Στις παραστάσεις τη βλέπουμε στοχαστική, με μακρύ μανδύα και πέπλο. Από πολλούς θεωρείται επίσης η μούσα της μιμικής και του διαλογισμού.
Η Τερψιχόρη: (τέρψη της ψυχής) θεωρείται η μούσα του χορού και της ανάλαφρης ποίησης. Συναντάται καθισμένη κρατώντας μια λύρα.
Η Ερατώ: (έρως, αγαπώ) ήταν η προστάτιδα της λυρικής ποίησης και των ύμνων. Απεικονίζεται κρατώντας μια λύρα.
Η Ευτέρπη: ( ευ + τέρπω, η χαρούμενη) είναι η προστάτιδα της αυλητικής τέχνης και της ερωτικής ποίησης. Απεικονιζόταν κρατώντας έναν αυλό.Η Θάλεια: (θάλλω δροσερή, η ωραία) ήταν προστάτιδα της κωμωδίας και της βουκολικής ποίησης. Απεικονίζεται με στεφάνι κισσού και κρατώντας στο δεξί χέρι μάσκα θεάτρου και στο αριστερό μια ράβδο.
Η Μελπομένη: (μέλπω, άδω, ψάλλω, υμνώ και εξυμνώ), ήταν η μούσα της τραγωδίας. Απεικονίζεται πλάι στο Διόνυσο, φορώντας τραγική μάσκα ή κρατώντας την τραγική μάσκα στο ένα χέρι και ένα μαχαίρι στο άλλο.
Η Ουρανία: θεωρείται η προστάτιδα της αστρονομίας και της αστρολογίας. Συνήθως συναντάται στις παραστάσεις κρατώντας στο δεξί χέρι διαβήτη και στο αριστερό μια παγκόσμια σφαίρα.
Εγκαταλείψαμε λοιπόν τις Μούσες , αλλά από όσο φαίνεται μας εγκατέλειψαν και αυτές, εφόσον για να παραχθεί πολιτισμός πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη παιδεία, και ο ανάλογος μόχθος για αυτό. Διαφορετικά θα συμβεί ότι συνέβη στον Βασιλιά Διόνυσο των Συρακουσών, όταν ζήτησε από τον καλύτερο Έλληνα μάγειρα να μαγειρέψει τον μέλανα ζωμό, τον οποίο έτρωγαν οι οι Σπαρτιάτες, για να διαπιστώσει τι τους έκανε τόσο καλούς πολεμιστές. Πράγματι έφαγε τον μέλανα ζωμό (4), αλλά παραπονέθηκε πως αφενός είχε πολύ άσχημη γεύση, και αφετέρου δεν κατάλαβε τίποτα μαγικό να συμβαίνει καταναλώνοντας τον.
Ο Μάγειρας τότε του απάντησε:
«Διότι είσαι ξεκούραστος μεγάλε Βασιλιά. Για να σου αρέσει ο μέλανας ζωμός πρέπει να τρέχεις και να ασκείσαι, να καταπονέσεις το κορμί και το πνεύμα σου στο μέγιστο, τότε μόνο θα τον εκτιμήσεις»...
Εάν σύντομα δεν αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε, δρούμε και ταυτόχρονα αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας σε σχέση με το περιβάλλον, οι επόμενες γενιές θα κληρονομήσουν έναν κόσμο που δεν θα τους αξίζει.
Οι αδυσώπητοι τροχοί των αλλαγών έχουν ήδη τεθεί σε κίνηση, εμείς μπορούμε είτε να χαράξουμε την ρώτα τους, είτε να παρασυρθούμε κάτω από αυτούς...
Πηγές/Παραπομπές:
(1). Christopher Lasch's «Η κουλτούρα τού ναρκισσισμού», Εκδόσεις Νησίδες.
(2). Stefano D’Anna, «Η σχολή των Θεών», εκδόσεις ΕΛΦΙΛ
(3 ). Η Αθήνα τον 19ο αιώνα, Λεωνίδας Καλλιβρετάκης (http://www.eie.gr/archaeologia/gr/chapter_more_9.aspx )(4). Για την Παρασκευή του περίφημου Μέλανα Ζωμού οι Σπαρτιάτες, σφάζανε το χοίρο και φρόντιζαν με μεγάλη επιμέλεια να μαζέψουν το αίμα του. Το αίμα ανακάτευαν με ξύδι για να μην πήξη. Κατόπιν τηγάνιζαν κρέας και λίπος και μέσα σ’ αυτό έριχναν νερό. Μόλις το νερό άρχιζε να βράζει ανακάτευαν μέσα σ’ αυτό αλεύρι κρίθινο και προσέθεταν λίγο-λίγο το αίμα με το ξύδι. Εν συνεχεία και ενώ συνέχιζε το βράσιμο ρίχνανε νερό ώστε να διατηρείται πάντα αραιά πηχτό, υδαρές. Όταν το παρασκεύασμα δεν απορροφούσε άλλο νερό σήμαινε πως είχε βράσει και ήταν κατάλληλο προς βρώση. Αυτό βέβαια το φαγητό με ξύδια μέσα, με αίμα, με λίπη και αλεύρια βρασμένα ήταν πολύ βαρύ. Για τους μακρινούς όμως προγόνους μας που κάνανε πολύ σκληρή και φυσική ζωή ήταν αναγκαίο. Όταν αργότερα οι Σπαρτιάτες εγκατέλειψαν τη λιτή ζωή, διατήρησαν για αρκετό καιρό σαν έθιμο μάλλον παρά σαν τροφή το μέλανα ζωμό.
Για κάποιους (λίγους) βέβαια, το σημερινό τέλμα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα αντιλαμβάνονται. Η ακοή αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών ταράττεται. Η μυστική βοή τους έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων. Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί».
Από καιρό με απασχολούσε το όφελος της ενασχόλησης με την ιστορία και την φιλοσοφία, όταν το παρόν και το μέλλον φαντάζει εξαιρετικά δυσοίωνο. Το συμπέρασμα ήταν πως η γνώση της ιστορίας και τα μαθήματα που αυτή μας προσφέρει, είναι απαραίτητα για οποιοδήποτε υπεύθυνο πολίτη οποιασδήποτε χώρας (πόσο μάλλον της Ελλάδος), η δε Φιλοσοφία, εκτός από μία αλλαγή συνείδησης και στάση ζωής στην οποία στοχεύει, μαθαίνει το βασικότερο σε έναν άνθρωπο να «μάθει να σκέφτεται». Συνεπώς να αποκτάει και κριτική σκέψη..
Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή, σε ότι επιτάσσει ο σύγχρονος τρόπος ζωής. Ο σημερινός άνθρωπος ως σύγχρονος Νάρκισσος όπως αναφέρει ο Christopher Lasch's στο βιβλίο του, «η κουλτούρα τού ναρκισσισμού», ζει σ' ένα αδιάστατο παρόν, αποκομμένος από τις ιστορικές του ρίζες, δίχως προοπτική και μέριμνα για το μέλλον.
Ο σύγχρονος άνθρωπος αμελώντας την διεύρυνση της πνευματικότητας του, στρέφει όλη την συναισθηματικότητα, ενεργητικότητα και δραστηριότητά του στην αυτοπραγμάτωση μέσω της απόκτησης υλικών αγαθών, θεοποιώντας τον ατομικισμό που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες.
Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει να επενδύσει σε τίποτα έξω από τον εαυτό του. Έτσι δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το σύγχρονο γενικευμένο αίσθημα του ανικανοποίητου και του εσωτερικού κενού. Οι πρωτοφανείς ανέσεις και τα καταναλωτικά αγαθά τού σύγχρονου πολιτισμού δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την απουσία νοήματος και να άρουν το γενικευμένο αίσθημα της ψυχικής δυσφορίας και δυσανεξίας που διακατέχουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Αυτοπεριχαράκωση του εγώ στον εαυτό του, υπό αυτές τις συνθήκες σημαίνει εν τέλη αυτοκαταστροφή του.
Ο σύγχρονος νάρκισσος άνθρωπος αρνείται περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να παραδεχθεί τη θνητότητά του, το βέβαιο και αναπόφευκτο του θανάτου. Το γεγονός ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι υποταγμένη σε αμετακίνητα όρια που δεν μπορεί να ξεπεράσει. Ο περιβάλλον κόσμος, είτε ο φυσικός είτε ο ανθρώπινος, δεν αποσκοπεί σε τίποτε άλλο παρά να ικανοποιεί ή να ματαιώνει τις δίχως όρια επιθυμίες του.
Εξ ου και η λατρεία της νεότητας και ο τρόμος και η αποστροφή στο γήρας. Η υπερβολική φροντίδα τού σώματος, η προσπάθεια να διατηρηθεί νέο και ακμαίο, παρά την φυσιολογική φθορά τού χρόνου. (1)
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Βραζιλιάνος ογκολόγος Drauzio Varella:
«Στις μέρες μας δαπανώνται πέντε φορές περισσότερα χρήματα στην έρευνα για την ανδρική ανικανότητα και την προσθετική στήθους στις γυναίκες, σε σχέση με αυτά που δαπανώνται για τη θεραπεία της νόσου Alzheimer. Ως εκ τούτου σε λίγα χρόνια θα έχουμε ηλικιωμένους με τέλεια στύση και ηλικιωμένες με μεγάλα βυζιά που όμως κανείς τους δε θα θυμάται σε τι χρησιμεύουν...»!!! Μία σίγουρα κυνική δήλωση, αλλά πόσο αληθινή...
Για ποιό λόγω όμως ο Christopher Lasch παραλληλίζει τον σύχρονο άνθρωπο με τον Νάρκισσο; Ποίος ήταν ο Νάρκισσος στην αρχαιότητα και τι συμβόλιζε;
Στην αρχαία Ελληνική μυθολογία, ο Νάρκισσος ήταν γιος του Κηφισού και της νύμφης Λειριώπης. O Νάρκισσος ήταν διάσημος για τη σπάνια ομορφιά του.
Ήταν τόσο όμορφος που τον είχαν ερωτευθεί όλες οι νύμφες του δάσους. Εκείνος όμως τις περιφρονούσε, και πέρναγε τον καιρό του θαυμάζοντας την αντανάκλαση του, στην επιφάνεια του ποταμού.
Για αυτό τον λόγο οι Θεοί αποφάσισαν να τον τιμωρήσουν, έτσι κάποια μέρα έπεσε στο νερό και πνίγηκε. Απόμεινε όμως ένα λευκό λουλούδι με χρυσό στεφάνι στο κέντρο να τον θυμίζει.
Ο Μύθος του Νάρκισσου όπως προφανώς γνώριζε και ο Christopher Lasch's υποκρύπτει μία αλληγορία. Αυτή του ανθρώπου που γίνεται θύμα του υλικού κόσμου. Ο Νάρκισσος στην πραγματικότητα δεν ερωτεύεται τον εαυτό του, αλλά την αντανάκλαση του ειδώλου του στο νερό, χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι αυτό είναι μόνο μια εικόνα.
Το να ερωτευόμαστε όμως κάτι έξω από εμάς ξεχνώντας τον πραγματικό εαυτό μας, σημαίνει ότι κινδυνεύουμε να χαθούμε στις δαιδαλώδεις διαδρομές ενός περίπλοκου κόσμου. Σημαίνει ότι λησμονούμε ότι είμαστε συνδημιουργοί πραγματικότητας. Όλα αυτά που συναντάμε, που βλέπουμε, όλα αυτά που αγγίζουμε, αντανακλούν τόσο τους άλλους όσο και εμάς. Τα γεγονότα και οι περιστάσεις της ζωής ενός ανθρώπου αποκαλύπτουν και την κατάστασή του.
Η πηγή όπου ο Νάρκισσος καθρεπτίζεται είναι ο εξωτερικός κόσμος. Αν πιστέψουμε ότι αυτός είναι ο μόνος αληθινός κόσμος και στηριχθούμε σε αυτόν, τότε εξαρτόμαστε από την σκιά μας…
Από δημιουργοί γινόμαστε δημιουργήματα, από ονειρευτές γινόμαστε ονειροπόλημα, από αφεντικά γινόμαστε σκλάβοι, έως ότου μας πνίξει το ίδιο το δημιούργημα μας.
Το δημιούργημα τότε εξεγείρεται και αντεπιτίθεται εναντίον μας… Αυτό είναι το προπατορικό αμάρτημα, να αντικαθιστάς το αίτιο με το αποτέλεσμα.
Ένας αληθινός άνθρωπος, είναι κυρίαρχος του εαυτού του… Παρόλο τον φαινομενικό δυναμισμό των γεγονότων και την ποικιλία των καταστάσεων, αυτός γνωρίζει ότι ο κόσμος είναι ο καθρέφτης του…Καλό ή κακό, ωραίο ή άσχημο, σωστό ή λανθασμένο, αυτό που ο άνθρωπος συναντάει είναι μόνο η αντανάκλασή του και όχι η πραγματικότητα. Καθένας δρέπει πάντα τον εαυτό του και μόνο… Εμείς είμαστε ο σπόρος εμείς και η συγκομιδή…! (2)
Στην χώρα μας δυστυχώς, τα προβλήματα που αvτιμετωπίζουν όλες οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες έχουν μεγιστοποιηθεί, για αυτό τον λόγο και είμαστε οι πρώτοι αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο χρεοκοπίας, αλλά και οι μοναδικοί που απεμπολήσαμε άνευ όρων και αμετάκλητα την εθνική μας κυριαρχία.
Με την γέννηση μας σε αυτό τον τόπο κληθήκαμε αυτόματα να είμαστε οι θεματοφύλακες των προγόνων και της ιστορίας μας. Με τέτοια βαριά ιστορία σίγουρα δημιουργούνται προσδοκίες, δυστυχώς όμως οι περισσότεροι αναλώνονται σε μια στείρα αναφορά περί του αρχαίου κλέους, θεωρώντας πως αυτό τους κάνει να υπερέχουν. Τα έθνη όμως δεν αξίζουν να μένουν έθνη αν δεν είναι συνάμα και ζύμη για τη δημιουργία πολιτισμών και ξεχωριστών ανθρώπων.
Σε κάθε περίπτωση, το έχω αναφέρει πολλές φορές, η Ελληνικότητα δεν είναι κληρονομικό χάρισμα. Η «Ελληνικότητα» απαιτεί καλλιέργεια - Έλληνας «δεν γεννιέσαι, γίνεσαι». Εκ του αποτελέσματος η συμμετοχή σύγχρονης Ελλάδος στο παγκόσμιο πολιτισμικό γίγνεσθαι μετά την δεκαετία του εβδομήντα είναι ελάχιστη, με κάποιες εξαιρέσεις πάντα φυσικά. Η εικόνα του Ζορμπά της δεκαετίας του 60 και του 70, πού είχε αναφορά στην τότε ελληνική κοινωνία, έχει πια ξεθωριάσει. Αυτό που λάτρεψαν οι «ξένοι» το πνεύμα του Ζορμπά, το φιλότιμο, και η φιλοξενία, έχει δώσει την θέση του σήμερα, σε αναφορές περί απατεώνων και τεμπέληδων Ελλήνων. Τότε ο Ζορμπάς έλεγε :
«Να πέφτεις όπου να ’ναι, με τα μούτρα ! Να πέφτεις με τα μούτρα στη δουλειά, στο κρασί, στον έρωτα και να μη φοβάσαι το Θεό, μήτε το διάολο. Αυτό θα πει παλικάρι !».. – Σ' αυτά τα πράματα, πρέπει να ξέρεις, είμαι άνθρωπος. – Άνθρωπος; τι θες να πεις; – Νάσαι, λεύτερος ».
Άνθρωπος και ελευθερία είναι δύο έννοιες που στο έργο του Καζαντζάκη ταυτίζονται, όπως και στην αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο πως η λέξη ελευθερία έχει την ίδια ρίζα με τις λέξεις «έλευση», (αλλά και «Ελευσίνια»...), και αρχικά σχετιζόταν με τη συνέλευση των πολιτών, καθώς μόνο οι ελεύθεροι πολίτες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στην συνέλευση του δήμου. Γενικότερα στην σκέψη του Καζαντζάκη εκφράζεται μοναδικά η αρχαίο Ελληνική θέση της αρμονίας του ανθρώπου με τη φύση και τις αξίες της. Η ευθύτητα η παρρησία, και η φιλοκαλία, δηλαδή η αγάπη για το ωραίο ωραίο, αλλά και το «μέτρο» ήταν τα κύρια γνωρίσματα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Στοιχεία που λείπουν από την σύγχρονη Ελληνική κοινωνία.
Το κάλλος (ίδια ρίζα με το «καλό») κυριαρχούσε σε κάθε πτυχή της δημιουργίας των προγόνων μας, ενώ η τήρηση του «μέτρου» ήταν εξ ίσου σημαντική με το κάλλος στον Ελληνικό τρόπο ζωής. Αυτό δεν σημαίνει πως οι πρόγονοι μας είχαν κατά κόρον την αίσθηση του μέτρου, τουναντίον, ακριβώς λόγω του γεγονότος ότι είχαν επίγνωση των αδυναμιών τους, προσπαθούσαν να τηρούν το μέτρο, και την αποφυγή των υπερβολών.
Σήμερα έχουμε περάσει στην αντίπερα όχθη. Η αμετροπρέπεια και η παρακμή κυριαρχούν σε κάθε πτυχή της κοινωνικής και πολιτικής ζωής . Το «βόλεμα» και ο ατομισμός έχει καθιερωθεί ως το υπέρτατο ιδανικό, η κουτοπονηριά, ο «ωχαδερφισμός» και οι «αρπαχτές», κυριαρχούν στις προσωπικές σχέσεις, ενώ υπάρχει πλήρη παρακμή διαφθορά και παρασιτισμός στην πολιτική ζωή , και μία άνευ προηγουμένου καταρράκωση των θεσμών και αξιών της πολιτείας.
Η Ελληνική κοινωνία έχει αναλωθεί σε έναν μη δημιουργικό μιμητισμό, με αποτέλεσμα να απουσιάζει παντελώς, η πρωτοτυπία, η καινοτομία, οι φρέσκες ιδέες στην Ελληνική κοινωνία. Όταν όλα αυτά συνδυαστούν με την επικείμενη οικονομική πτώχευση της χώρας ( *2011 ) και το εξαιρετικά δυσμενές παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον τότε το μίγμα γίνεται εκρηκτικό. Σε αυτή την χρονική συγκυρία, όλοι οι οικονομικοί δείκτες στην χώρα μας βρίσκονται σε κατάρρευση, με μόνη εξαίρεση τον Τουρισμό. Παρότι όμως είναι κοινά αποδεκτό πως αυτός αποτελεί την βαριά βιομηχανία της Ελλάδος, απασχολώντας το 18% της συνολικής εγχώριας απασχόλησης και συμμετέχοντας στο εγχώριο ΑΕΠ με περίπου 15% (καταναλώνοντας ταυτόχρονα προϊόντα άλλων παραγωγικών κλάδων της χώρας σε ποσοστό 14% επί του ΑΕΠ), και σε αυτό τον τομέα δεν υπήρξε ποτέ ένας υπερκομματικός μακροχρόνιος στρατηγικός σχεδιασμός.
Θα αναφέρω ένα παράδειγμα για να αναδειχθεί και η ανεπάρκεια της Τουριστικής εκπαίδευσης. Στην Σχολή Τουριστικών επιχειρήσεων που φοίτησα καθηγητής Τουριστικού Marketing δίδασκε πως το Τουριστικό προϊόν της Ελλάδος είναι τα τρία «S», δηλαδή: Sea, Sex and Sun, (ξέχασε κάτι;) δηλαδή προϊόντα που μας τα προσφέρει απλά η φύση γενναιόδωρα, και τα οποία βεβαίως παρέχουν οι ανταγωνίστριες χώρες, (την ίδια θάλασσα και ήλιο) με πολύ καλύτερες υπηρεσίες και σε πολύ πιο ανταγωνιστικές τιμές.
Και όμως το Τουριστικό προϊών μας θα έπρεπε να είναι τα τρία «Π», «Πολιτισμός», «Πολιτισμός», «Πολιτισμός», καθώς τα θέλγητρα για τους ξένους επισκέπτες μας είναι σίγουρα ο ήλιος, η θάλασσα και οι παραλίες, αλλά το συγκριτικό μας πλεονέκτημα είναι η κληρονομιά των προγόνων μας, τα αρχαία μνημεία.
Μπορεί κάποιος να αντιτείνει πως και οι ανταγωνιστές μας έχουν αρχαία Ελληνικά μνημεία να επιδείξουν καθώς ο Ελληνισμός κυριάρχησε σε όλη την λεκάνη της Μεσογείου στο παρελθόν. Εμείς όμως έχουμε το προνόμιο να βρισκόμαστε στο λίκνο του Ελληνικού πολισμού, και να είμαστε οι συνεχιστές του... Τα αρχαία μνημεία είναι φορείς και ενός ξεκάθαρου μηνύματος όμως... Έχουν αντέξει για χιλιάδες χρόνια, έχουν δει την άνοδο και την πτώση πολλών αυτοκρατοριών που κάποτε έμοιαζαν ανίκητες, οι οποίες τελικά κατέρρευσαν. Οι κοινωνίες αλλάζουν και ότι σε μια εποχή θεωρούνται δεδομένα, σε μια άλλη έχουν ήδη σκεπαστεί από την σκόνη της λήθης...
Εν μέσω κρίσης και εάν δεν καταφέρουμε - διότι αυτό ακριβώς επιδιώκουμε - όλοι οι Έλληνες με την συμπεριφορά μας, να καταστρέψουμε και τον Τουρισμό της χώρας, ίσως απομείνει μία ελπίδα ανάκαμψης για το μέλλον. (Παρά τις αντιξοότητες σύμφωνα με προβλέψεις του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδιών και Τουρισμού WTTC αναμένεται η μέση μέση ενίσχυση κατά 4% στα έσοδα από τον ελληνικό τουρισμό έως το 2021).
Πέρα από την απαξίωση διεθνώς της χώρας, με τις ταραχές και τις καταστροφές που συμβαίνουν συνεχώς στην πρωτεύουσα, πέρα από το κλείσιμο των πυλών της χώρας των λιμανιών και των αεροδρομίων της, (σημειωτέο είναι πως σε ευνομούμενες χώρες κλείσιμο αεροδρομίων και λιμανιών μίας χώρας γίνεται μόνο σε περίπτωση πολέμου), τι εικόνα προσφέρει η πρωτεύουσα της χώρας πέρα από την εικόνα Αφρικάνικης πόλης όπως χαρακτηριστικά θυμάμαι πως έγραφε σε cart postal Ισπανός τουρίστας που έτυχε να βρεθεί στα χέρια μου;
Μία εικόνα πόλης με άναρχη πολεοδομία, με πολυκατοικίες με σκουριασμένες κεραίες στις ταράτσες, στενούς δρόμους, σκουπίδια, με ανύπαρκτα πάρκα και χώρους πρασίνου(στην Αθήνα αντιστοιχούν 2.5 τ.μ, ανά κάτοικο, στην Θεσσαλονίκη 2,7 τ.μ ενώ στην στο Άμστερνταμ 27 τ.μ., στην Βιέννη 20 τ.μ., στο Βερολίνο 13 τ.μ, στην Ρώμη 9 τ.μ., στο Παρίσι 8 τ.μ.) , με πλατείες και αρχαία μνημεία που κείτονται αφύλακτα δίχως ταμπέλες βορά στον κάθε ασυνείδητο;
Και βέβαια το πρόβλημα δεν είναι η αρχαιότητα των Ελληνικών πόλεων και η συνεχής κατοίκηση τους από τους αρχαίους χρόνους. Για παράδειγμα όταν η Αθήνα ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Ελλάδος, ήταν απλά ένα χωριό γεμάτο ερείπια με 4.000 κατοίκους οι περισσότεροι των οποίων κατοικούσαν πέριξ της Ακροπόλεως, και ο Πειραιάς μια ασήμαντη ιχθυόσκαλα με τριακόσιους κατοίκους
Τον Οκτώβριο του 1824, επί φρουραρχίας Γκούρα, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην Πόλη υπήρχαν εννέα 9040 κάτοικοι και 1605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες.
Την ίδια εποχή η Θεσσαλονίκη είχε περίπου 60000 κατοίκους, ενώ η Τρίπολη και η Πάτρα περί τις 15000. Οι περιγραφές όμως είναι πράγματι αποκαρδιωτικές όταν μιλούν για την Αθήνα μετά τις περιπέτειες του απελευθερωτικού πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που αναφώνησε τον Αύγουστο του 1832 ο Λουδοβίκος Ρος:
« Αυτό δεν είναι αι ιοστεφείς και περίφημοι Αθήναι. Αυτό είναι μονάχα ένας θεόρατος σωρός ερείπια, μια άμορφη [...] γκριζωπή μάζα στάχτης και σκόνης, απ’ όπου ξεπροβάλλουν μια δωδεκάδα φοίνικες και κυπαρίσσια, τα μόνα που αντιστέκονται στην καθολική ερήμωση».
Την ίδια περίπου εποχή (1832-1833) επισκέπτεται την Αθήνα ο αποσπασμένος στο εκστρατευτικό σώμα του Στρατηγού Maison, J.L Lacour, οποίος διαπιστώνει:
«Η καρδιά σφίγγεται φτάνοντας στην Αθήνα. Νέα ερείπια καλύπτουν τα αρχαία, τα καταχωνιασμένα μέσα στη γη. [...] Στενά, σκοτεινά, λασπώδη, ακανόνιστα δρομάκια. Βρώμικα, καπνισμένα και δυσώδη μαγαζιά, με πραμάτειες που θα τις περιφρονούσαν ως και οι πλανόδιοι πωλητές στα χωριάτικα πανηγύρια μας, κι όλα αυτά περικυκλωμένα από ένα χονδροειδές τοιχίο, να τι έχει αντικαταστήσει το Ωδείο του Περικλέους, το Ελευσίνιο, το Λύκειο, τους Κήπους και τον Ναό της Αφροδίτης, τις Πύλες του Ερμού, [...] και τα λοιπά μνημεία, των οποίων μόνον τα ονόματα έχουν απομείνει».
Τον Οκτώβριο του 1833 συντάσσεται ο κατάλογος των προς απαλλοτρίωση κτιρίων χάριν ανασκαφών, καταγράφονται 400 σπίτια, 7 φούρνοι και 103 εργαστήρια, μεταξύ των οποίων 2 ελαιοτριβεία και 2 σαπουντζίδικα, μόνο στην περιοχή την οριζόμενη από τις κατοπινές οδούς Ηφαίστου, Μητροπόλεως, Νίκης, Αμαλίας και Λυσικράτους, δηλαδή στο ήμισυ περίπου της παλαιάς πόλης.
Ο εκ των Αντιβασιλέων Georg Maurer, που έφθασε στην Αθήνα το 1833 κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Όθωνα, σημειώνει:
«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες».
Αποψη της πόλης των Αθηνών, σε πίνακα του Richard Temple, όπως την αντίκρισαν ο λόρδος Βύρωνας και ο βαρώνος Hobhouse το έτος 1810। Στο αριστερό άκρο της εικόνας διακρίνεται η Πύλη του Αδριανού και στο δεξιό το Θησείο.
Με
την ανεξαρτησία έρχεται Βασιλιάς στο νεοϊδρυθέν ελληνικό κράτος ο
Όθωνας, γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου του Α΄, ανθρώπου μορφωμένου, φιλότεχνου, ένθερμου φιλέλληνα και λάτρη της κλασσικής αρχαιότητας, ένθερμου υποστηρικτή της αναβίωσης του κλασσικού αρχαιοελληνικού ιδεώδες. Για αυτό τον λόγο μαζί με τον Όθωνα έρχονται στην Ελλάδα για την αναδόμηση της, Γερμανοί επιστήμονες και αρχιτέκτονες. Τον Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, μαθητές του σημαντικότερου ίσως Γερμανού νεοκλασικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, εγκαθίστανται στην Αθήνα, όπου βάζουν μπρος το έργο της συστηματικής τοπογράφησης της πόλης και στη συνέχεια συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση, εν όψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νεοπαγούς κράτους. Η πολεοδομική αυτή σύλληψη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τις έννοιες Έθνος, Νόμος, Κράτος και Κυβέρνηση, όπως αυτές αναδείχθηκαν στη διάρκεια του 18ου αιώνα.
Προβλέπονταν με ακρίβεια οι θέσεις όλων των δημοσίων κτιρίων και γενικότερα οι περιοχές όλων των λειτουργιών της Πόλης: Υπουργεία, Δικαστήρια, Στρατώνες, Αστυνομία, Ταχυδρομείο, Νομισματοκοπείο, Μητρόπολη, Ακαδημία, Βιβλιοθήκη, Χρηματιστήριο, Αγορές, Πάρκα, κλπ. Το σύνολο ήταν προγραμματισμένο να φιλοξενήσει όλες τις λειτουργίες μιας πρωτεύουσας και έναν πληθυσμό που προβλεπόταν να φθάσει το όριο των 40.000 κατοίκων. (3)
To 1868 έρχεται στην Ελλάδα, ο Ernst Moritz Theodor Ziller ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του 19ου αιώνα, ο οποίος χάρισε στην Αθήνα αλλά και σε ολόκληρη της Ελλάδα μερικά από τα σημαντικότερα κτήρια της συνδυάζοντας την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική με στοιχεία της Αναγέννησης.
Πάνω από 500 κτήρια κατασκευάστηκαν από τον Ziller , ανάμεσα σε αυτά το κεντρικό κτήριο του Εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα, η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο το θέατρο Απόλλων στην πόλη της Πάτρας, το Θέατρο Ζακύνθου (καταστράφηκε στους σεισμούς του 1953), το Μουσείο της Ολυμπίας, το Χημείο, η Αγορά του Πύργου, το Ζάππειο, το Προεδρικό Μέγαρο που τότε ήταν οικεία του διαδόχου Κωνσταντίνου, και πλήθος άλλων. Οι πολυάριθμες αρχιτεκτονικές του μελέτες έδωσαν στην Αθήνα ως ένα πολύ μεγάλο βαθμό τη μορφή που είχε εκείνη την περίοδο, ενώ ευθύνεται και για τον εξωραϊσμό του Λυκαβηττού και την δεντροφύτευση του, ώστε να γίνει εστία πρασίνου για τους κατοίκους των Αθηνών.
Άποψη της πόλης των Αθηνών, από την Ακρόπολη προς το Λυκαβηττό, περί το 1860. Διακρίνονται σε πρώτο πλάνο η Μητρόπολη υπό κατασκευή, στο βάθος το κτίριο του Πανεπιστημίου, και πίσω του οι ακατοίκητες ακόμη εκτάσεις της Νεάπολης και του Στρέφη.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Αθήνα ήταν μία πόλη 200.000 κατοίκων, με τριώροφα το πολύ τα σπίτια με κήπους και αυλές. Γενικά ήταν μια όμορφη πόλη με εντυπωσιακά δημόσια κτίρια, τα περισσότερα δωρεές πλούσιων Ελλήνων της διασποράς.
Η τεράστια αλλαγή του χαρακτήρα της έλαβε χώρα την τριαντακονταετία 1950-80. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εκρηκτική αύξηση του πληθυσμού της ελληνικής πρωτεύουσας (κατά 220% περίπου), και της συνακόλουθης έκρηξης της οικοδομικής δραστηριότητας στην πρωτεύουσα με το σύστημα της αντιπαροχής...!
Η επέκταση της πόλης έγινε χωρίς σχέδιο και με αυθαίρετη δόμηση. Οι συνοικίες πλημμύρισαν από πολυκατοικίες και το ιστορικό της κέντρο έχασε τον χαρακτήρα του.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην σημερινή εικόνα των Αθηνών, η οποία συγκρινόμενη με οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν έχει τίποτα να επιδείξει, πέρα από τον Παρθενώνα, και τα λοιπά αρχαία μνημεία.
Τι κάνουμε όμως για να αναδείξουμε έστω τα αρχαία μνημεία; Ελάχιστα. Εάν η Ρώμη ονομάζεται η αιώνια πόλη, η Αθήνα ως αρχαιότερη από την Ρώμη πόλη, πώς έπρεπε να ονομάζεται; Βέβαια η Ρώμη είναι ένα τεράστιο υπαίθριο μουσείο με πλατείες και σιντριβάνια με συνθέσεις αγαλμάτων σε κάθε γειτονιά, στοιχεία που λείπουν από την Αθήνα.
Για να συνειδητοποιήσουμε την διαφορά της κουλτούρας μας με την αρχαία Ελλάδα, αξίζει να κάνουμε αναφορά στην λέξη άγαλμα. Η λέξη ετυμολογείται από «αγάλλομαι» και «ίαση» (=γιατρειά), διότι όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και ιατρευόμαστε. Αντίστοιχα το α-σχημο, ετυμολογείται από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα, και βέβαια σημαίνει αυτό που επιφέρει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Μίας και έκανα αναφορά στην Ρώμη στην αντίστοιχη Λατινική (που προέρχεται από το Ελληνικό αλφάβητο των αποίκων από την Εύβοια) το άγαλμα ονομάζεται statua, το οποίο προέρχεται από το Ελληνικό «ίστημι», λόγω του ότι στέκει ακίνητο.
Υπάρχει βέβαια τεράστια διαφορά ανάμεσα στα νοήματα των δύο γλωσσών, αυτό που στα Ελληνικά εκφράζει συναίσθημα, στα Λατινικά εκφράζει απλά ένα νεκρό πράγμα. Στην Αθήνα, αλλά και σε όλη την επικράτεια, τα περισσότερα σύγχρονα αγάλματα απέχουν πολύ από την αισθητική που γέννησε ο Ελληνικός κόσμος.
Ακόμα και έτσι, είναι πραγματικά άξιο απορίας πως και στις ελάχιστες περιπτώσεις που στήνονται συνθέσεις αγαλμάτων και ανδριάντες που αναδεικνύουν την κλασσική Ελλάδα, αυτά ξηλώνονται και αποσύρονται σε αποθήκες.
Τρανό παράδειγμα για το οποίο δεν «άνοιξε μύτη», ήταν όταν επί δημαρχίας της Κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη ξηλώθηκαν οι έξι ορειχάλκινες προτομές φιλοσόφων και ιστορικών της αρχαιότητας (του Γ. Καλακάλλα) που είχαν τοποθετηθεί στην πλατεία Κοτζιά, με το αιτιολογικό πως προκαλούσαν πρόβλημα στις κατασκευές που απαιτούνταν να στηθούν για την διεξαγωγή αθλητικών εκδηλώσεων που θα γίνονταν εκείνη την περίοδο των Ολυμπιακών αγώνων 2004 στο κέντρο της πόλης. Μάλλον κρίθηκε πως δεν «έδενε» το κλασσικό με το μοντέρνο, μίας και στην ίδια πλατεία βρίσκεται το σύγχρονο γλυπτό «Θησέας;» (της Σόφης Βάρη) στο μέσο της Πλατείας...
Το γλυπτό «Θησέας;» στην πλατεία Κοτζία, και οι «πρώην» προτομές των Φιλοσόφων που έχουν χαθεί σε κάποια δημοτική αποθήκη
Ένα άλλο δείγμα της μοντέρνας Ελληνικής τέχνης και του «χαμένου Ελληνικού κάλλους» είναι η σιδερένια κατασκευή (του Μουστάκα Ευάγγελου) στην πλατεία Καραϊσκάκη που οι περισσότεροι αναφέρουν ως τον «έκπτωτο άγγελο».
Το έργο προκαλεί σίγουρα ερωτήματα για το τι συμβολίζει, καθώς πέρα από την καλλιτεχνική άποψη του έργου σίγουρα πολύ σημαντικός είναι και ο συμβολισμός ενός έργου, όπως σε πολλά άρθρα έχω αναλύσει.
Στην πραγματικότητα η κατασκευή δεν είναι ο έκπτωτος άγγελος όπως οι περισσότεροι νομίζουν, και σίγουρα δεν είναι ο Καραϊσκάκης ντυμένος αποκριάτικα Βελζεβούλ που έπεσε από τον έκτο όροφο παρακείμενου ξενοδοχείου με το κεφάλι φυτεμένο στο χώμα... Στην πραγματικότητα το έργο αποτελεί Μνημείο Πεσόντων Αεροπόρων που χρηματοδοτήθηκε από το Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βετεράνων Αεροπορίας και φιλοδοξούσε να απεικονίσει την πτώση του Δαιδάλου...! Στην ίδια πλατεία υπάρχουν άλλα δύο μαρμάρινα αγάλματα που απεικονίζουν μια αετόμορφη ανθρώπινη ύπαρξη και μία γυναικεία μορφή. Ο συμβολισμό τους αγνοείται επίσης.
Στην πραγματικότητα η κατασκευή δεν είναι ο έκπτωτος άγγελος όπως οι περισσότεροι νομίζουν, και σίγουρα δεν είναι ο Καραϊσκάκης ντυμένος αποκριάτικα Βελζεβούλ που έπεσε από τον έκτο όροφο παρακείμενου ξενοδοχείου με το κεφάλι φυτεμένο στο χώμα... Στην πραγματικότητα το έργο αποτελεί Μνημείο Πεσόντων Αεροπόρων που χρηματοδοτήθηκε από το Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βετεράνων Αεροπορίας και φιλοδοξούσε να απεικονίσει την πτώση του Δαιδάλου...! Στην ίδια πλατεία υπάρχουν άλλα δύο μαρμάρινα αγάλματα που απεικονίζουν μια αετόμορφη ανθρώπινη ύπαρξη και μία γυναικεία μορφή. Ο συμβολισμό τους αγνοείται επίσης.
Πέρα όμως από τα αμφιβόλου καλλιτεχνικής αξίας (υποκειμενική εκτίμηση) εκθέματα στις πλατείες, οι πλατείες αυτές καθαυτές είναι ελάχιστες και υποβαθμισμένες. H κεντρικότερη πλατεία της Πρωτεύουσας, η πλατεία Συντάγματος είναι πεδίο μαχών. Η δεύτερη πλατεία της Αθήνας η πλατεία Ομονοίας, από αισθητικής πλευράς είναι ένα τερατούργημα, ενώ όλη η περιοχή έχει μετατραπεί σε γκέτο αλλοδαπών, ναρκωτικών και πορνείας. Θα σταθώ λίγο στην Πλατεία Ομονοίας καθώς βρήκα μερικά ενδιαφέρουσα στοιχεία για αυτή. Σύμφωνα με το αρχικό πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας των Σταμάτη Κλεάνθη και Eduard Schaubert (για τους οποίος έγινε λόγος παραπάνω) , ο χώρος προοριζόταν για την ανέγερση των Ανακτόρων.
Τελικά διαμορφώθηκε σε πλατεία το 1846, ονομαζόμενη αρχικά ως «Πλατεία Ανακτόρων» και στη συνέχεια Πλατεία Όθωνος, προς τιμή του βασιλιά. Αποτελούσε μάλιστα το βορειότερο άκρο της πόλης και το τέρμα του εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων της εποχής. Το 1862 μετονομάσθηκε σε Πλατεία Ομονοίας, όταν στο χώρο αυτό συγκεντρώθηκαν και έδωσαν όρκο «ομονοίας» οι αρχηγοί αντιπάλων πολιτικών ομάδων, οι οποίες είχαν προκαλέσει αιματηρές ταραχές στη χώρα. Το 1931 στην πλατεία Ομονοίας (επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη) τοποθέτησαν για αισθητικούς λόγους κάλυψης αεραγωγών, οκτώ τσιμεντένια αγάλματα των εννέα μουσών, στο πλαίσιο αναμόρφωσης της πλατείας με αφορμή την εγκατάσταση του υπόγειου σταθμού του Ηλεκτρικού, το 1930. Πάνω σε μεγάλα κυβικά βάθρα υψώνονταν κίονες ιωνικού ρυθμού, στη βάση των οποίων βρίσκονταν τα αγάλματα των Μουσών. Το έργο επιμελήθηκαν τα τότε μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών.
Το ένατο άγαλμα της Καλλιόπης που δεν τοποθετήθηκε επί της πλατείας, είχε αποθηκευτεί προσωρινά δίπλα στις τουαλέτες του υπογείου. Έτσι όταν ρωτούσαν που βρίσκονται τα δημόσια ουρητήρια η απάντηση ήταν: «Κάτω στην Καλλιόπη»! Κατ’ αυτόν τον τρόπο έμεινε η ονομασία «Καλλιόπη» για την αγγαρεία καθαρισμού της τουαλέτας στον στρατό...
Τελικά διαμορφώθηκε σε πλατεία το 1846, ονομαζόμενη αρχικά ως «Πλατεία Ανακτόρων» και στη συνέχεια Πλατεία Όθωνος, προς τιμή του βασιλιά. Αποτελούσε μάλιστα το βορειότερο άκρο της πόλης και το τέρμα του εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων της εποχής. Το 1862 μετονομάσθηκε σε Πλατεία Ομονοίας, όταν στο χώρο αυτό συγκεντρώθηκαν και έδωσαν όρκο «ομονοίας» οι αρχηγοί αντιπάλων πολιτικών ομάδων, οι οποίες είχαν προκαλέσει αιματηρές ταραχές στη χώρα. Το 1931 στην πλατεία Ομονοίας (επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη) τοποθέτησαν για αισθητικούς λόγους κάλυψης αεραγωγών, οκτώ τσιμεντένια αγάλματα των εννέα μουσών, στο πλαίσιο αναμόρφωσης της πλατείας με αφορμή την εγκατάσταση του υπόγειου σταθμού του Ηλεκτρικού, το 1930. Πάνω σε μεγάλα κυβικά βάθρα υψώνονταν κίονες ιωνικού ρυθμού, στη βάση των οποίων βρίσκονταν τα αγάλματα των Μουσών. Το έργο επιμελήθηκαν τα τότε μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών.
Το ένατο άγαλμα της Καλλιόπης που δεν τοποθετήθηκε επί της πλατείας, είχε αποθηκευτεί προσωρινά δίπλα στις τουαλέτες του υπογείου. Έτσι όταν ρωτούσαν που βρίσκονται τα δημόσια ουρητήρια η απάντηση ήταν: «Κάτω στην Καλλιόπη»! Κατ’ αυτόν τον τρόπο έμεινε η ονομασία «Καλλιόπη» για την αγγαρεία καθαρισμού της τουαλέτας στον στρατό...
Τελικά τα αγάλματα των Μουσών απομακρύνθηκαν από την πλατεία Ομονοίας, και σήμερα βρίσκονται 4 στην Καρδίτσα, 2 στις Καρυές Λακωνίας, 2 στην Αμοργό ενώ η ένατη καταστράφηκε.
Στην αρχαιότητα, πίστευαν πως οι Μούσες τραγουδούσαν στα συμπόσια των θεών, και συμβόλιζαν το μεγαλείο της τέχνης. Σύμφωνα με τον Ησίοδο οι Μούσες ήταν εννέα (υπάρχουν επίσης αναφορές πως παλαιότερα υπήρχαν άλλες τρεις, η Μελέτη, η Μνήμη και η Αοιδή).
Οι Μούσες (από το «μω», η οποία σημαίνει «ερευνώ, ζητώ να μάθω σε βάθος» ή από τη ρίζα «μας» ή «μους» που σημαίνει «γενιά, παραγωγή, ανάπτυξη έξω από μια αρχή, μύηση»), ήταν θυγατέρες του Δία-Ζευ (δηλαδή της αιώνιας ζώσης θείας πνευματικής ενέργειας), και της Μνημοσύνης, δηλαδή της διατήρησης στην μνήμη των ανθρώπων των αιώνιων διαχρονικών αξιών. Οι εννέα Μούσες αντιστοιχούν στις τέχνες που σχετίζονται με τη μουσική (Η λέξη μουσική, προέρχεται από τις Μούσες) την τέχνη, την ποίηση, το τραγούδι, τον χορό, το θέατρο αλλά και αστρονομία εφόσον το σύμπαν διέπεται από αρμονία. Οι Μούσες συνόδευαν και συντρόφευαν τον Θεό του φωτός και της Μουσικής, τον Απόλλωνα, και υπήρξαν οι προστάτιδες των τεχνών τις οποίες η κάθε μία αντιπροσώπευε. Πιο συγκεκριμένα:
Πιο συγκεκριμένα:
Η Κλειώ: (που δοξάζει το αρχαίο κλέος) ήταν η μούσα της ιστορίας και της επικής ποίησης, και απεικονιζόταν με περγαμηνές και ένα δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι.
Η Καλλιόπη: (που έχει ωραία φωνή) ήταν η κόρη της επικής ποίησης και των καλών τεχνών και η πιο σεβαστή από όλες τις μούσες. Ο Όμηρος ξεκίνησε τα έπη του με επίκληση της Καλλιόπης. Απεικονίζεται συνήθως με χρυσό στεφάνι στο κεφάλι, κρατώντας πινάκιο και γραφίδα και συχνά με τα Ομηρικά έπη στα γόνατά της.
Η Πολύμνια: (η άδουσα πολλούς ύμνους) σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία ήταν η μούσα της ιερής ποίησης. Στις παραστάσεις τη βλέπουμε στοχαστική, με μακρύ μανδύα και πέπλο. Από πολλούς θεωρείται επίσης η μούσα της μιμικής και του διαλογισμού.
Η Τερψιχόρη: (τέρψη της ψυχής) θεωρείται η μούσα του χορού και της ανάλαφρης ποίησης. Συναντάται καθισμένη κρατώντας μια λύρα.
Η Ερατώ: (έρως, αγαπώ) ήταν η προστάτιδα της λυρικής ποίησης και των ύμνων. Απεικονίζεται κρατώντας μια λύρα.
Η Ευτέρπη: ( ευ + τέρπω, η χαρούμενη) είναι η προστάτιδα της αυλητικής τέχνης και της ερωτικής ποίησης. Απεικονιζόταν κρατώντας έναν αυλό.Η Θάλεια: (θάλλω δροσερή, η ωραία) ήταν προστάτιδα της κωμωδίας και της βουκολικής ποίησης. Απεικονίζεται με στεφάνι κισσού και κρατώντας στο δεξί χέρι μάσκα θεάτρου και στο αριστερό μια ράβδο.
Η Μελπομένη: (μέλπω, άδω, ψάλλω, υμνώ και εξυμνώ), ήταν η μούσα της τραγωδίας. Απεικονίζεται πλάι στο Διόνυσο, φορώντας τραγική μάσκα ή κρατώντας την τραγική μάσκα στο ένα χέρι και ένα μαχαίρι στο άλλο.
Η Ουρανία: θεωρείται η προστάτιδα της αστρονομίας και της αστρολογίας. Συνήθως συναντάται στις παραστάσεις κρατώντας στο δεξί χέρι διαβήτη και στο αριστερό μια παγκόσμια σφαίρα.
Oι Μούσες
Εγκαταλείψαμε λοιπόν τις Μούσες , αλλά από όσο φαίνεται μας εγκατέλειψαν και αυτές, εφόσον για να παραχθεί πολιτισμός πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη παιδεία, και ο ανάλογος μόχθος για αυτό. Διαφορετικά θα συμβεί ότι συνέβη στον Βασιλιά Διόνυσο των Συρακουσών, όταν ζήτησε από τον καλύτερο Έλληνα μάγειρα να μαγειρέψει τον μέλανα ζωμό, τον οποίο έτρωγαν οι οι Σπαρτιάτες, για να διαπιστώσει τι τους έκανε τόσο καλούς πολεμιστές. Πράγματι έφαγε τον μέλανα ζωμό (4), αλλά παραπονέθηκε πως αφενός είχε πολύ άσχημη γεύση, και αφετέρου δεν κατάλαβε τίποτα μαγικό να συμβαίνει καταναλώνοντας τον.
Ο Μάγειρας τότε του απάντησε:
«Διότι είσαι ξεκούραστος μεγάλε Βασιλιά. Για να σου αρέσει ο μέλανας ζωμός πρέπει να τρέχεις και να ασκείσαι, να καταπονέσεις το κορμί και το πνεύμα σου στο μέγιστο, τότε μόνο θα τον εκτιμήσεις»...
Εάν σύντομα δεν αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε, δρούμε και ταυτόχρονα αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας σε σχέση με το περιβάλλον, οι επόμενες γενιές θα κληρονομήσουν έναν κόσμο που δεν θα τους αξίζει.
Οι αδυσώπητοι τροχοί των αλλαγών έχουν ήδη τεθεί σε κίνηση, εμείς μπορούμε είτε να χαράξουμε την ρώτα τους, είτε να παρασυρθούμε κάτω από αυτούς...
Πηγές/Παραπομπές:
(1). Christopher Lasch's «Η κουλτούρα τού ναρκισσισμού», Εκδόσεις Νησίδες.
(2). Stefano D’Anna, «Η σχολή των Θεών», εκδόσεις ΕΛΦΙΛ
(3 ). Η Αθήνα τον 19ο αιώνα, Λεωνίδας Καλλιβρετάκης (http://www.eie.gr/archaeologia/gr/chapter_more_9.aspx )(4). Για την Παρασκευή του περίφημου Μέλανα Ζωμού οι Σπαρτιάτες, σφάζανε το χοίρο και φρόντιζαν με μεγάλη επιμέλεια να μαζέψουν το αίμα του. Το αίμα ανακάτευαν με ξύδι για να μην πήξη. Κατόπιν τηγάνιζαν κρέας και λίπος και μέσα σ’ αυτό έριχναν νερό. Μόλις το νερό άρχιζε να βράζει ανακάτευαν μέσα σ’ αυτό αλεύρι κρίθινο και προσέθεταν λίγο-λίγο το αίμα με το ξύδι. Εν συνεχεία και ενώ συνέχιζε το βράσιμο ρίχνανε νερό ώστε να διατηρείται πάντα αραιά πηχτό, υδαρές. Όταν το παρασκεύασμα δεν απορροφούσε άλλο νερό σήμαινε πως είχε βράσει και ήταν κατάλληλο προς βρώση. Αυτό βέβαια το φαγητό με ξύδια μέσα, με αίμα, με λίπη και αλεύρια βρασμένα ήταν πολύ βαρύ. Για τους μακρινούς όμως προγόνους μας που κάνανε πολύ σκληρή και φυσική ζωή ήταν αναγκαίο. Όταν αργότερα οι Σπαρτιάτες εγκατέλειψαν τη λιτή ζωή, διατήρησαν για αρκετό καιρό σαν έθιμο μάλλον παρά σαν τροφή το μέλανα ζωμό.