Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

Κλήμης Αλεξανδρεύς περί αρχαίας σοφίας και Χριστιανισμού


Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς ή Κλήμης ο Αλεξανδρινός (Titus Flavius Clemens) ήταν θεολόγος στα τέλη του 2ου και αρχές 3ου αιώνα. Γεννήθηκε γύρω στο 150 και πέθανε μεταξύ του 211 και 216 μ.Χ. Δίδαξε ως δάσκαλος στην Αλεξάνδρεια, αφού πρώτα μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό. Ο Κλήμης θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους εκκλησιαστικούς Πατέρες. Υπήρξε δάσκαλος του Ωριγένη, ο οποίος και τον διαδέχθηκε.

Στο έργο του Στρωματείς υποστήριξε πως η ορθή φιλοσοφία σε άρρηκτη ενότητα με τη Χριστιανική πίστη πρέπει να θεωρείται η Τρίτη Διαθήκη. Ο µεγάλος αγώνας του Κλήµη–αγώνας που παίρνει και τόνο δραµατικό–, είναι να αποδείξει διεξοδικά εκείνο που είχε ήδη θέσει στον πρώτο Στρωµατέα, ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι «έκλεψαν» τις ιδέες τους από τη «φιλοσοφία των βαρβάρων», και ιδίως από το µεγάλο –και σχεδόν µοναδικό– βιβλίο αυτής της φιλοσοφίας, την Π. ∆ιαθήκη. Αναφέρει χαρακτηριστικά : 

«∆είξαµε στον πρώτο Στρωµατέα ότι οι έλληνες φιλόσοφοι λέγονται κλέφτες, γιατί χωρίς ευγνωµοσύνη, πήραν τις κυριότερες γνώµες τους, απ’ τους προφήτες και τον Μωυσή».

Είναι όµως τόσο βαθιά η γνώση που έχει του βαθύτερου περιεχοµένου της ελληνικής φιλοσοφίας και τόσο µεγάλη η αγάπη του γι’ αυτήν, ώστε η πολεµική του καταλήγει στο τέλος να παλινδροµεί µεταξύ κατηγοριών και επαίνων. Αναφέρει σχετικά :  

«Η φιλοσοφία ήταν αναγκαία για τους Έλληνες προ της παρουσίας του Κυρίου για να υπάρξει δικαιοσύνη. Τώρα πάλι είναι χρήσιμη για να επιτύχει κανείς την ευσέβεια προς τον Θεό, επειδή θεωρείται ως προπαίδεια για όσους αποκτούν την πίστη με αποδείξεις. Διότι, όπως λέγεται (στις Παροιμίες στην Π. Διαθήκη), δεν θα στραβοπατήσεις αν φροντίζεις και προνοείς για όσα είναι ορθά, είτε προέρχονται από τους Έλληνες, είτε είναι δικά μας (των Εβραίων). Διότι, ο Θεός είναι η αιτία όλων των καλών και των ορθών. Και ενώ στους Εβραίους εδόθησαν ορθά από πριν, δηλαδή, η Παλαιά Διαθήκη προ της Καινής, στους Έλληνες όσα σωστά επέτυχαν ήταν επακολούθημα της φιλοσοφίας. Μήπως, όμως, και στους Έλληνες δεν είχε δοθεί πριν ο Κύριος καλέσει και αυτούς; 

Διότι η φιλοσοφία παιδαγωγούσε και οδηγούσε και το Ελληνικό Έθνος, προς τον Χριστό, όπως τους Εβραίους ο Νόμος……[..]…Είναι προφανές ότι η ελληνική προπαιδεία, καθώς και η φιλοσοφία η ίδια, έχουν έλθει στους ανθρώπους από το Θεό, όχι κατά σειρά προτεραιότητος, αλλά όπως ακριβώς οι βροχές κατακλύζουν την καλή γη και στην κοπριά και στα δώματα και έτσι με τον ίδιο τρόπο βλασταίνει και το γρασίδι και το σιτάρι και η άγρια συκιά επάνω στα μνήματα και τα άγρια δέντρα. Και το καθένα από όσα φυτρώνουν είναι πανομοιότυπο του φυτού από το οποίο προέρχεται…[..]…Ασφαλώς και δεν αποδεχόμαστε κάθε είδους φιλοσοφία, αλλά μόνον εκείνη, στην οποία αναφέρεται και ο Σωκράτης στους Πλατωνικούς διαλόγους. Επειδή, όπως λέγει, στις τελετές πολλοί κρατούν βακχικά καλάμια, αλλά λίγοι είναι όσοι εκστασιάζονται. Με την έννοια, ότι «πολλοί είναι οι κλητοί (προσκεκλημένοι), αλλά λίγοι οι εκλεκτοί..[..].. Με αυτά τα λόγια εκφράζει επομένως καθαρά τη γνώμη του ο Σωκράτης. Κατά τη δική μου γνώμη (του Κλήμεντος) οι αναφερόμενοι δεν είναι άλλοι από όσους φιλοσοφούν σωστά, ανάμεσα στους οποίους και εγώ (ο Κλήμης), δεν παρέλειψα τίποτε στη ζωή μου, αλλά έδειξα κάθε προθυμία, ώστε να έχομε επιτύχει κάτι μέχρι σήμερα και να ελπίζομε ότι, αν θέλει ο Θεός, θα γνωρίσωμε στο μέλλον και ολόκληρη την καθαρή αλήθεια, όταν φθάσουμε εκεί (στον άλλο κόσμο) …[…].. Ονομάζω φιλοσοφία όχι τη Στωική, ούτε την Πλατωνική ή την Επικούρειο ή την Αριστοτελική, αλλά τα όσα ορθά έχουν λεχθεί από την κάθε μία διαίρεση της φιλοσοφίας. Δηλαδή, όσα διδάσκουν δικαιοσύνη με ευλαβική επιστήμη. Όλην αυτή την επιλογή ονομάζω φιλοσοφία. Αλλά δε θα έλεγα ποτέ, ότι έχουν θεία προέλευση όσα επιλέγουν οι ψευδοφιλόσοφοι για να διαστρέφουν ή αλλοιώνουν την αλήθεια με ανθρώπινους διαλογισμούς».

Για τον Κλήμη, στην ελληνική φιλοσοφία δόθηκε, µε θεία βοήθεια, έφεση προς την αλήθεια, ο Πλάτων µιλά για τον Πατέρα και τον Υιό σύµφωνα µε την Γραφή, και ο Ευριπίδης µιλά για τον Σωτήρα χωρίς να το ξέρεi. Θέλοντας λοιπόν να φέρει τους Έλληνες στην πίστη, οµολογεί ότι αποφασίζει να µιλήσει στη γλώσσα τους, –µια γλώσσα που άλλωστε πρώτη µίλησε και αγάπησε–, δηλαδή την γλώσσα της διαλεκτικής συλλογιστικής τους. Ίσως γι’ αυτό κατηγορείται από πολλούς ότι αποπειράθηκε να εξελληνίσει τον Χριστιανισµό. Παραλλήλως, αναπτύσσει τις γενικές θεολογικές απόψεις του, ότι δεν υπάρχει πίστη χωρίς γνώση, ότι η «εξαίρετη» πίστη οικοδοµείται µε την µάθηση, ότι ο Λόγος σχεδόν ταυτίζεται µε τον Θεό, γίνεται αίτιος της δηµιουργίας γεννά τον εαυτό του και γίνεται σάρκα8, και ότι ο Θεός µπορεί να αναφερθεί µόνο ως νοητή µονάδα . Γι' αυτό ο Θεός παραµένει αναπόδεικτος, αλλά και απερίγραπτος, σε αντίθεση µε τον Υιό που δέχεται και απόδειξη και περιγραφή. Όλα αυτά αποτελούν τα πρώτα και βασικά ερεθίσµατα για τον επερχόµενο ανανεωτή Ωριγένη.!!

Παραθέτω μερικά σχετικά αποσπάσματα  τα οποία χρίζουν περεταίρω διερεύνησης. Στο τέλος του κειμένου μπορείτε να βρείτε ενεργό  σύνδεσμο προς ανάγνωση ολόκληρου του κειμένου.


Περί συμβόλων και αλληγορικού λόγου  (παραβολές)

«Οσοι εκπαιδεύονται από Αιγυπτίους, πρώτα µαθαίνουν την µέθοδο της αιγυπτιακής γραφής που ονοµάζεται επιστολογραφική, και µετά την ιερατική των ιερογραµµατέων. Τέλος, µαθαίνουν την ιερογλυφική, που κατά ένα µέρος της µε γράµµατα κυριολεκτεί και κατά άλλο µέρος της, είναι συµβολική. Και της συµβολικής, ένα µέρος µιµείται και κυριολεκτεί, ένα µέρος εκφράζεται µεταφορικά, και ένα µέρος εκφράζεται αλληγορικά, µε υπαινιγµούς.
Θέλοντας δηλαδή να γράψουν τον ήλιο, σχεδιάζουν ένα κύκλο, για την σελήνη σχεδιάζουν µια ηµισέληνο, κατά τον κυριολεκτικό τρόπο. 

Όταν εκφράζονται µεταφορικά, µεταφέρουν και µεταθέτουν κυριολεκτικώς όµοια, άλλα µεταβάλλοντάς τα και άλλα µετασχηµατίζοντάς τα. Έτσι, τους επαίνους των βασιλιάδων τους, τους παριστάνουν στα ανάγλυφα µε µύθους που αναφέρονται σε θεούς.  Και σχετικά µε το τρίτο είδος, των υπαινιγµών, ένα παράδειγµα είναι το επόµενο. Τα άλλα άστρα πού έχουν λοξή πορεία τα απεικονίζουν µε σώµατα φιδιών, τον ήλιο µε σκαθάρι, επειδή πλάθει µια µικρή µπάλα από κοπριά και την κυλά µπροστά του. …[..]…

….Οι Αιγύπτιοι τοποθετούν τις σφίγγες πριν απ’ τους ναούς, για να δείξουν ότι ο λόγος περί θεού είναι αινιγµατικός και ασαφής. Κι ακόµη, ίσως, ότι πρέπει να αγαπάµε και να φοβόµαστε το θείο. Να αγαπάµε γιατί είναι προσηνές και ευµενές στους ευσεβείς, και να φοβόµαστε γιατί είναι αµείλικτα δίκαιο στους ανόσιους. επειδή η Σφίγγα παρουσιάζει αινιγµατικά εικόνα ανθρώπου και θηρίου συγχρόνως…[..]…

.. Οι Αιγύπτιοι δεν ανέθεταν την τέλεση των µυστηρίων τους σε τυχόντες, ούτε αποκάλυπταν την θεία γνώση σε βέβηλους, αλλά µόνο σε εκείνους που επρόκειτο να γίνουν βασιλείς, και από τους ιερείς, σε εκείνους που κρίνονταν δοκιµότατοι, σε σχέση µε την ανατροφή την παιδεία και την καταγωγή τους.  Όµοια λοιπόν µε τα εβραϊκά, ως προς την απόκρυψη, ήταν και τα αιγυπτιακά αινίγµατα. Από τους Αιγυπτίους µερικοί παρουσιάζουν τον ήλιο πάνω σε πλοίο, άλλοι πάνω σε κροκόδειλο.  Εννοούν µε αυτό ότι ο ήλιος, πορευόµενος µέσα σε µαλακό και υγρό αέρα δηµιουργεί τον χρόνο, ο οποίος συµβολίζεται µε τον κροκόδειλο, σύµφωνα µε άλλη ιερατική ιστορία.  Είναι γεγονός ότι και στην ∆ιόσπολη της Αιγύπτου, πάνω στον αποκαλούµενο ιερό πυλώνα, εικονίζεται ένα παιδί ως σύµβολο δηµιουργίας, ένας γέρος ως σύµβολο φθοράς, σύµβολο του θεού το γεράκι, του µίσους το ψάρι, και πάλι ο κροκόδειλος µε άλλη όµως σηµασία, ως σύµβολο αναίδειας. Φαίνεται ότι η σύνθεση αυτή των συµβόλων δηλώνει τα εξής: «Ω εσείς που έρχεστε και παρέρχεστε, ο θεός µισεί την αναίδεια »..

Εκείνοι που κατασκευάζουν µε πολύτιµο υλικό αυτιά και µάτια, αναρτώντας τα στους ναούς, τα αφιερώνουν στους θεούς, εννοώντας ασφαλώς µε αυτό ότι ο Θεός βλέπει και ακούει τα πάντα. Επιπλέον, το λιοντάρι είναι για αυτούς σύµβολο ανδρείας και ρώµης, όπως βέβαια το βόδι σύµβολο της γης της γεωργίας και της τροφής, το άλογο της ανδρείας και της ειλικρίνειας, και η σφίγγα δυναµισµού αλλά και σύνεσης, καθώς έχει σώµα λιονταριού και πρόσωπο ανθρώπου. 

Οµοίως, στους ναούς τους σµιλεύουν έναν άνθρωπο ως σύµβολο της σύνεσης, της µνήµης, της δύναµης και της τέχνης. Και στις κωµασίες των θεών, όπως τις λένε, περιφέρουν χρυσά αγάλµατα, δύο σκύλους, ένα γεράκι, και το πτηνό ίβις. Και αυτά τα τέσσερα είδωλα τα ονοµάζουν τέσσερα γράµµατα. Τα σκυλιά λοιπόν είναι τα σύµβολα των δύο ηµισφαιρίων που περιπολούν και φυλάγουν, το γεράκι σύµβολο του ήλιου γιατί είναι ορµητικό και καταστροφικό (αποδίδουν στον ήλιο τις λοιµώδεις αρρώστιες), και η ίβις σύµβολο της σελήνης, υποθέτοντας ότι τα µαύρα φτερά της αντιστοιχούν στο σκιερό µέρος της σελήνης και τα λευκά φτερά στο φωτεινό. Υπάρχουν µερικοί που θέλουν τα σκυλιά να υποδηλώνουν τους τροπικούς που φυλάγουν και παρατηρούν σαν φύλακες πυλών το πέρασµα του ήλιου στο βορρά και τον νότο. Τον ισηµερινό που είναι υψηλός και διάθερµος δηλώνει το γεράκι, ενώ η ίβις την εκλειπτική. Φαίνεται πως στους Αιγυπτίους, την ιδέα του αριθµού και του µέτρου έδωσε, µεταξύ των ζώων, η ίβις και την ιδέα του κύκλου η εκλειπτική…[..]…


Περί φιλοσοφίας και Θεογνωσίας

…Όχι όµως µόνο οι Αιγύπτιοι διανοούµενοι, αλλά και από τους άλλους βαρβάρους όσοι αγάπησαν την φιλοσοφία, ζήλεψαν τον συµβολικό τρόπο έκφρασης…[..]..  Όλοι λοιπόν, ας πούµε, οι βάρβαροι και οι Έλληνες που ασχολήθηκαν µε τον Θεό, τις αρχές των πραγµάτων τις απέκρυψαν και την αλήθεια την µετέδωσαν µε αινίγµατα, σύµβολα, αλληγορίες, µεταφορές και άλλους τέτοιους τρόπους, όπως και τα ελληνικά µαντεία. Γι’ αυτό και ο Απόλλων ο Πύθιος, Λοξίας λέγεται. ..[..]…

…Ο Ανδρακίδης λοιπόν ο Πυθαγόρειος λέει ότι τα αποκαλούµενα Εφέσια γράµµατα, τα τόσο πολυθρύλητα, αποτελούν σύµβολα και σηµαίνουν, Άσκιον το σκοτάδι γιατί δεν έχει σκιά, Κατάσκιον το φως επειδή καταυγάζει την σκιά. Λίξ είναι η γη κατά αρχαία ονοµασία, και Τετράξ το έτος, λόγω των εποχών. ∆αµναµενεύς είναι ο ήλιος που δαµάζει και Αίσια είναι η αληθινή φωνή.  Άρα, το σύµβολο σηµαίνει ότι τα θεία έχουν διαταχθεί κατά τάξη, όπως το σκοτάδι προς το φως, ο ήλιος προς το έτος και η γη προς κάθε είδους δηµιουργία. Αλλά και ο ∆ιονύσιος από την Θράκη, ο γραµµατικός, στο έργο Περί εµφάσεως, γράφει, κατά λέξη, για το σύµβολο των τροχίσκων: 

«Μερικοί υποδηλώνουν τις πράξεις όχι µόνο µε λέξεις αλλά και µε σύµβολα. Με λέξεις, όπως συµβαίνει στα ∆ελφικά παραγγέλµατα «µηδέν άγαν», «γνώθι σαυτόν» και τα παρόµοια, και µε σύµβολα όπως είναι ο τροχός που γυρίζει µέσα στους ναούς των θεών, παρµένος από τους Αιγύπτιους, και το σύµβολο των κλάδων που δίνονταν στους προσκυνητές»..[..]…

..Βέβαια, τα αποφθέγµατα των Ελλήνων που ονοµάζονται σοφοί, αποκαλύπτουν, µε λίγες λέξεις, κάτι σπουδαιότερο, όπως συµβαίνει πράγµατι µε το «χρόνου φείδου» που εννοεί ότι, επειδή η ζωή είναι σύντοµη, δεν πρέπει να καταναλώνουµε τον χρόνο της µάταια. Ή, αντίθετα, να προσέχεις αυτά που ξοδεύεις ώστε, ακόµη κι αν ζήσεις πολλά χρόνια, λένε, να µη σου λείψουν τα απαραίτητα. Επίσης και το «γνώθι σαυτόν» πολλά σηµαίνει, και ότι είσαι θνητός και ότι είσαι άνθρωπος, και ότι συγκριτικά µε τα άλλα µεγέθη της ζωής, δεν δικαιώνεσαι να υπάρχεις λέγοντας ότι είσαι ένδοξος ή πλούσιος. Ή αντιθέτως, πλούσιος όντας και ένδοξος µην υπερηφανεύεσαι για µόνιµα πλεονεκτήµατα. Και ακόµη, λένε, να µάθεις γιατί γεννήθηκες, τίνος είσαι εικόνα, ποια είναι η ουσία σου, ποια η δηµιουργία σου, η σχέση σου µε το θείο, και τα παρόµοια. …[..]…

…Χρησιµότατος λοιπόν σε πολλά ο τρόπος της συµβολικής ερµηνείας. που ακόµη συντελεί σε ορθή θεολογία και ευσέβεια, σε επίδειξη σύνεσης, και είναι άσκηση βραχυλογίας και ένδειξη σοφίας.  «Γιατί η ορθή χρησιµοποίηση µιας φράσεως συµβολικής είναι χαρακτηριστικό σοφού» λέει ο γραµµατικός ∆ίδυµος, «καθώς και η αναγνώριση εκείνου που εννοεί η φράση»….[..]..

…Όχι λοιπόν µόνο οι Πυθαγόρειοι και ο Πλάτων έκρυβαν πολλά, αλλά και οι Επικούρειοι λένε ότι µερικά κείµενα θεωρούνταν και από εκείνον (τον Επίκουρο) απόρρητα, και ότι δεν επιτρεπόταν σε όλους να τα µελετούν.  Αλλά και οι Στωικοί λένε ότι ο Ζήνων ο πρώτος είχε γράψει µερικά, που δεν επιτρέπεται εύκολα να τα διαβάσουν όσοι µαθητές δεν έχουν προηγουµένως δώσει αποδείξεις πως φιλοσοφούν γνήσια Επίσης, και οι µαθητές του Αριστοτέλη λένε ότι άλλα από τα συγγράµµατα είναι εσωτερικά και άλλα κοινά και εξωτερικά. Αλλά και αυτοί που καθιέρωσαν τα µυστήρια, µια και ήταν φιλόσοφοι, καταχώνιασαν τις δοξασίες τους σε µύθους, για να µην είναι σε όλους φανερές.  Και βέβαια αυτοί, κρύβοντας ανθρώπινες γνώµες εµπόδισαν τους αµαθείς να ασχοληθούν µε αυτές. (!!) ..[…]

...∆ικαιολογηµένα λοιπόν ο Πλάτων, στις Επιστολές, αναφερόµενος στον Θεό, λέει: «Πρέπει να σου µιλήσω µε αινίγµατα, ώστε αν τα φύλλα της γραφής µου κακοπάθουν στην ξηρά ή την θάλασσα, αυτός που θα διαβάσει να µην καταλάβει».  Γιατί ο Θεός του σύµπαντος που βρίσκεται πάνω από κάθε φωνή, σκέψη και νόηµα, δεν είναι δυνατόν να µεταβιβάζεται µε την γραφή, όντας, µε την δική του δύναµη, άρρητος. ∆ικαιολογηµένα επίσης γράφει. «έχοντας λοιπόν αυτά υπόψη σου, πρόσεξε µήπως κάποτε µεταµεληθείς για εκείνα που, κάποια στιγµή, κοινολογούνται µε τρόπο ανάξιο. Η µέγιστη προφύλαξη είναι να µην γράφεις αλλά ν’ αποστηθίζεις. Γιατί είναι αδύνατον, πράγµατι αδύνατον, αυτά που γράφονται να µην κοινολογηθούν.» ..[…]…

..Το µυστικό τετραγράµµατο όνο µ α, που δινόταν µόνο σε εκείνους που µπαίνανε στο άδυτο. ∆ιαβάζεται Ιαουε, και µεταφράζεται, «ο υπάρχων και ερχό µενος».  Αλλά και κατά τους Έλληνες, το όνο µ α Θεός έχει τέσσερα γράµµατα.(!!!)   Ό µως, στον κόσµο τον νοητό, θα εισέλθει µόνο εκείνος που έγινε κύριος των παθών, εισδύοντας στην γνώση του άρρητου, πάνω και πέρα από «κάθε όνοµα» που σχηµατίζεται από την φωνή.  Εξάλλου και η λυχνία βρισκόταν στο νότιο µέρος του θυµιατηρίου, δηλώνοντας τους εφτά αστέρες που οι τροχιές τους συµπληρώνονται στον νότο.  Στις δυο πλευρές της λυχνίας έχουν στερεωθεί τρεις κλάδοι και πάνω σ’ αυτούς οι λύχνοι, επειδή και ο ήλιος όπως και η λυχνία, όντας στην µέση των πλανητών, δίνει φως, σύµφωνα µε µια θεία αρµονία, και στους πάνω και στους κάτω από αυτόν…[..]…

…Το όνοµα των Χερουβίµ σηµαίνει πλήρη επίγνωση.  Και τα δύο έχουν δώδεκα φτερούγες υποδηλώνοντας, µέσα από τον κύκλο τον ζωδιακό και από τον χρόνο που αυτός διαγράφει, τον αισθητό κόσµο.(!!)

…∆εν είναι λοιπόν αδικαιολόγητο που τα µυστήρια των Ελλήνων αρχίζουν µε καθαρµούς, όπως και των βαρβάρων µε λουτρό. Μετά, ακολουθούν τα µικρά µυστήρια, µε σκοπό κάποια διδασκαλία και προπαρασκευή για τα µέλλοντα, και τα µεγάλα, που αναφέρονται στο σύµπαν, όπου δεν αποµένει πια να µάθεις τίποτα, αλλά να εποπτεύεις και να διανοείσαι για την φύση και τα πράγµατα. [..]..

…Μπορούµε να πετύχουµε τον τρόπο της κάθαρσης µε την οµολογία, ενώ τον τρόπο της εποπτείας µε την ανάλυση, προχωρώντας προς την πρώτη νόηση. µε την ανάλυση, αρχίζοντας από τα υποκείµενα σ’ αυτόν τον τρόπο, αφαιρώντας τις φυσικές ποιότητες του σώµατος, παραµερίζοντας την διάσταση του βάθους, κατόπιν την διάσταση του πλάτους και ακόµη του µήκους. Το σηµείο που αποµένει είναι η µονάδα, η οποία, ας πούµε, κατέχει µια θέση. Αφαιρώντας της την θέση, αποµένει νοητή µονάδα.  Αν λοιπόν, αφαιρώντας όλα όσα χαρακτηρίζουν τα σώµατα και τα λεγόµενα ασώµατα, εκτοξευτούµε στην µεγαλοσύνη του Χριστού, και από κει προχωρήσουµε, µε την αγιότητα, στο αχανές, θα φθάσουµε, κατά κάποιο τρόπο, στην νόηση του Παντοκράτορα, γνωρίζοντας όχι αυτό που είναι, αλλά αυτό που δεν είναι (!!)

Σύνδεσμος για ανάγνωση ολόκληρου του βιβλίου του Κλήμεως.


Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018

Το να πεις: «Βλέπε προς τον θεό» δεν πετυχαίνει τίποτα..

Ο  Πλωτίνος υποστηρίζει  ότι η «ομοίωση με τον Θεό» είναι το τέλος, ο απώτερος στόχος, της ανθρώπινης ζωής. Αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται μόνο όταν ο άνθρωπος έχει αρετές, όπως η φρόνηση, η δικαιοσύνη, η ευσέβεια, και γενικά όταν είναι ενάρετος. O Πλωτίνος τονίζει γενικότερα τη διάκριση του αισθητού και του νοητού κόσμου και την αξία του νοητού κάλλους έναντι του αισθητού.

Για να αποφύγει ο άνθρωπος το κακό, πρέπει να εξομοιωθεί με τον Θεό. H μοίωσις θε είναι το τέλος ή ο σκοπός της ανθρώπινης ζωής και επιτυγχάνεται μέσω των αρετών.  ο Πλωτίνος θεωρεί ότι ο άνθρωπος μπορεί να επιτύχει την εξομοίωση με τον Θεό μέσω των αρετών και προϋποθέτει πως ο Θεός είναι ενάρετος, δηλ. η μοίωσις προϋποθέτει την μοιότητα. η ψυχή κατά τον Πλωτίνο ρέπει προς την ύλη, έχει όμως τη δύναμη να αποδεσμευθεί απ' αυτήν και διαμέσου του Nου, δηλαδή των ιδεών, να φθάσει το Eν ή άλλως το Aγαθό και να ενωθεί μαζί του. H αναγωγή της ψυχής προς τον νοητό κόσμο (ιδέες, Nους), η απαλλαγή της από τα αισθητά φαινόμενα, η θέαση των νοητών και η εξομοίωση με τον Θεό προϋποθέτουν όμως μια εσωτερική απελευθέρωση από την επίγεια ζωή μέσω της κάθαρσης.  Παραθέτω παρακάτω σχετικά αποσπάσματα από τις Εννεάδες, τα οποία ευελπιστώ πως θα αποτελέσουν την αφετηρία περεταίρω διερεύνησης από όποιον ενδιαφέρεται . (υπάρχει σχετική ομάδα μελέτης στο facebook)


"...Πρέπει να τα μεταθέσει κανένας μέσα του να τα βλέπει ως ενότητα ..[..]..

..Καθένας έχει τα πάντα μέσα του, και βλέπει τα πάντα μέσα στον άλλο- τα πάντα είναι παντού και κάθε τι είναι το αν το ατομικό είναι το όλο, και η λαμπρότητα είναι απέραντη...[..]..



..Μη ζητάς λοιπόν να ιδείς με θνητά μάτια την «δύναμη των πάντων» (Αυτή η τεράστια δύναμη δεν μπορεί να συλληφθεί από τον άνθρωπό ούτε ολόκληρη ούτε κατά τμήματα• το να συλληφθεί μέσα στην πληρότητα της , θα απαιτούσε α γίνει κανείς εξίσου δυνατός και τέλειος• το να συλληφθεί τμηματικά σημαίνει έναν απαράδεκτο κατατεμαχισμό του Ενός. Απομένει η δυνατότητα μιας αιφνίδιας ενόρασης• Η αιφνίδια ενόραση μπορεί να συλλάβει μονομιάς την ολότητα του Ενός' άλλα η νοητική σύλληψη έχει ανάγκη από κάποιες ιδιότητες που θα αποδοθούν στο Ένα ως θετικοί προσδιορισμοί, παρ' όλη την επίγνωση ότι έτσι μειώνεται ο απρόσιτος και υπερβατικός χαρακτήρας του).

...Είναι Ένα — επειδή είναι το απλό και το πρώτο είναι το πρωταρχικό [ = «αρχή»] γιατί από αυτόν πηγάζουν τα πάντα. Από αυτόν η πρώτη «κίνηση», γιατί μέσα του δεν υπάρχει κίνηση• από αυτόν «η ακινησία», γιατί αυτός ο ίδιος δεν την χρειάζεται• αυτός «ούτε κινείται ούτε ακινητεί»• δεν έχει δα κανένα τόπο, όπου θα μπορούσε να σταθεί, ούτε κάπου να κινηθεί- γύρω από τι ή προς τι ή μέσα σε τι θα μπορούσε να κινηθεί; Αφού είναι ο Πρώτο Ούτε είναι πεπερασμένος. Γιατί από ποιον θα μπορούσε να περιοριστεί; Αλλά ούτε απεριόριστος με το νόημα του μεγέθους• γιατί προς τα πού να εκταθεί, και τι θα ήθελε έτσι να αποκτήσει, αφού δεν χρειάζεται τίποτα; Αντίθετα αυτός κατέχει την απεραντοσύνη ως δύναμη• γιατί δεν αλλοιώνεται ποτέ και ούτε ποτέ θα' ελαττωθεί, αφού και τα μη ελαττωματικά μόνο χάρη σ' αυτόν υπάρχουν. Αυτή η απεραντοσύνη στηρίζεται στο ότι αυτός δεν είναι περισσότερα από Ένα, και δεν υπάρχει τίποτα που θα περιόριζε κάποιο από τα περιεχόμενα του. Εφόσον αυτός είναι Ένα, δεν είναι ούτε μετρήσιμος ούτε απαριθμήσιμος. Δεν περιορίζεται λοιπόν ούτε από κάτι άλλο ούτε από τον εαυτό του• αλλιώς θα ήταν τουλάχιστον . δυάδα. Άρα δεν έχει ούτε κάποιο σχήμα, αφού δεν έχει μέρη, ούτε κάποια μορφή....[...]..



...Μη ζητάς λοιπόν να ιδείς με θνητά μάτια αυτό που είναι έτσι όπως το περιγράφουμε και επειδή δεν μπορεί να ιδωθεί έτσι όπως νομίζουν όσοι πιστεύουν μόνο στα αισθητά όντα, μην αναιρείς το κατεξοχήν υπάρχον..[...]..

...Το να πεις: «Βλέπε προς τον θεό» δεν πετυχαίνει τίποτα, εάν δεν υποδείξεις και πώς να βλέπω. Διότι μπορεί κανείς να πει: Τι με εμποδίζει να βλέπω προς τον θεό, χωρίς να απέχω από καμιά ηδονή ή να δαμάζω τους πόθους μου; Τι με εμποδίζει να κυριαρχούμαι από όλα τα πάθη, να μην προσπαθώ καν να τα αποβάλω, και όμως παράλληλα να θυμάμαι τη λέξη «θεός»; Στην πραγματικότητα αυτή που δείχνει τον θεό είναι η αρετή, η οποία προχωρώντας μέσα στην ψυχή αναπτύσσεται συνοδευμένη από φρόνηση• εάν μιλάς για τον θεό χωρίς αληθινή αρετή, αυτός είναι μόνο μια λέξη..![...]..



.....Πρέπει κάνεις να προσπαθεί να γίνει ο ίδιος όσο το δυνατό καλύτερος. Ποτέ όμως να μην πιστεύει ότι είναι από μόνος του ικανός να γίνει άριστος γιατί τότε δεν είναι ακόμα άριστος, αλλά να πιστεύει ότι και άλλοι άνθρωποι είναι άριστοι, και οι δαίμονες, και πολύ μάλλον οι θεοί που υπάρχουν μέσα στον εδώ κόσμο και θεώνται τον νοητό, προπάντων όμως ο ηγεμόνας του εδώ κόσμου, η εξαιρετικά μακάρια ψυχή. Από εδώ ξεκινώντας ας υμνεί κανείς και τους νοητούς θεούς, και πάνω από όλους τελικά τον μεγάλο βασιλιά των νοητών όντων, ο οποίος καταδείχνει το μεγαλείο του ακόμα και με το πλήθος των θεών. Διότι όχι το να στενεύεις το θεϊκό στοιχείο σε ένα ον, αλλά το να επιδείχνεις την πληρότητα του, έτσι όπως αυτός ο ίδιος την επιδείχνει, αυτό θα πει να γνωρίζεις τη δύναμη του θεού, ο οποίος παραμένοντας μέσα στο Είναι του δημιουργεί ένα μεγάλο αριθμό θεών, που αναρτώνται σ' εκείνον, υπάρχουν μέσω εκείνου και προέρχονται από εκείνον..'"!..[..]...



...Είναι λοιπόν δυνατό να μην προσκολλούμαστε στο σώμα, να διατηρούμαστε καθαροί, να περιφρονούμε τον θάνατο, να γνωρίζουμε τα ανώτερα και να τα επιδιώκουμε, χωρίς να φθονούμε τα άλλα όντα, που έχουν επίσης την ικανότητα να τα επιδιώξουν και που αδιάκοπα τα επιδιώκουν, χωρίς να τους το αμφισβητούμε και χωρίς να παθαίνουμε το ίδιο με όσους πιστεύουν, ότι τα αστέρια δεν περιφέρονται, επειδή η αισθητήρια αντίληψη τους λέει ότι αυτά στέκονται. Ούτε και οι ίδιοι θέλουν να καταλάβουν ότι η ουσία των άστρων βλέπει προς τα έξω, επειδή δεν διαβλέπουν ότι η ψυχή των άστρων
είναι απ' έξω"..

Εννεάδες Πλωτίνου (επιλογές)