Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Περσέας, Μέδουσα και Ανδρομέδα, αποσυμβολισμός. Η αρχετυπική μάχη του Περσέα ενάντια στον Ερπετικό εγκέφαλο.

Περσέας και Ανδρομέδα, Le Jardin d'Agronomie Tropicale in Paris, FRANCE.

Ο κόσμος των συμβόλων στους μύθους, λειτουργεί ως μεταβατικός χώρος ανάμεσα στη φαντασία και στην πραγματικότητα για την καλύτερη κατανόηση της πραγματικότητας. Είναι ο χώρος όπου αίρονται οι άμυνες και η συνάντηση εμπεριέχει ελευθερία και αυθεντικό συναίσθημα.

Το σύμβολο υποδηλώνει μια ουσιαστική σχέση ανάμεσα σε δύο σημασίες: ανάμεσα σ’ ένα έκδηλο και ένα κρυφό νόημα. Στην συνέχεια του άρθρου θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τα αλληγορικά κρυφά νοήματα τα οποία υποκρύπτονται πίσω από τους σχετικούς άθλους του ήρωα Περσέα.

Ο ήρωας Περσέας είναι γνωστός στην αρχαία Ελληνική μυθολογία, για τον αποκεφαλισμό της Μέδουσας, αλλά και την ελευθέρωση της Ανδρομέδας. Η Μέδουσα κατοικεί σε μια σκοτεινή σπηλιά στην άκρη του κόσμου μαζί με τις δύο άλλες γοργόνες την Σθενώ και την Ευρυάλη. Συμβολίζουν τις τερατώδεις διαστρεβλώσεις της ψυχής που οφείλονται στις διαστρεβλωμένες δυνάμεις των τριών ώσεων: κοινωνικότητα, σεξουαλικότητα, πνευματικότητα.

Η Μέδουσα η κυρίαρχη όπως σημαίνει το όνομά της συμβολίζει τη διαστρέβλωση της πνευματικότητας. Η Μέδουσα συμβολίζει το φόβο, την απόγνωση σε σχέση με τον εαυτό, που κυριεύει τη ματαιόδοξη ψυχή όταν, σε στιγμές διαύγειας, αντικρίζει θαρρετά τον εαυτό της απογυμνωμένο. Η Μέδουσα συμβολίζει τη διαστρεβλωμένη εικόνα του εαυτού, την ενοχή σε έξαρση, την αμυδρά διακρινόμενη, σε στιγμές όπου καταρρέει η ματαιοδοξία.

Η απολίθωση, επακόλουθο της φρίκης (κεφάλι της Μέδουσας – παραμορφωτικός καθρέφτης), οφείλεται στην ανικανότητα να υπομείνει κανείς αντικειμενικά την αλήθεια σχετικά με τον εαυτό του.

Τον πρώτο άθλο του ο Περσέας τον επιτυγχάνει με την βοήθεια του Ερμή και της Αθηνάς, και όχι τυχαία. Ο ψυχοπομπός Ερμής είναι αγγελιοφόρος των Θεών και ο μεσάζων μεταξύ Θεών και ανθρώπων. Η θεά Αθηνά της νόησης και της σοφίας, του δίνει τη λαμπερή της ασπίδα για να τον προστατεύσει. Η ασπίδα είναι ο καθρέφτης όπου κάθε άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του ακριβώς όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να φαντάζεται ότι είναι. Για να μπορέσει να σκοτώσει τη μέδουσα χωρίς να τον απολιθώσει η ματιά της, πρέπει να τη δει μέσα από την ασπίδα της Αθηνάς που είναι η ασπίδα της αυτογνωσίας.

Ο Περσέας νικά και σκοτώνει τη Μέδουσα. Από το αίμα που αναβλύζει από το τραύμα αναδύονται ο Χρυσάωρ – το χρυσό σπαθί σύμβολο της πνευματοποίησης – και το φτερωτό άλογο ο Πήγασος, σύμβολο της δημιουργικής φαντασίας. Η διεστραμμένη φαντασία πρέπει να πεθάνει για να γεννηθούν οι δύο μορφές της δημιουργικής φαντασίας. [1]

Ο Περσέας, επιστρέφοντας από τον άθλο του αποκεφαλισμού της Γοργόνας Μέδουσας, πέρασε από την Αιθιοπία, όπου είδε την όμορφη Ανδρομέδα, δεμένη σ’ έναν βράχο. Η κόρη ήταν καταδικασμένη σε θάνατο από ένα δράκο ο οποίος, κατέστρεφε την Χώρα. Ο δράκος αυτός ήταν σταλμένος από τον Ποσειδώνα (κυρίαρχος των υδάτων και των συναισθημάτων).

Περσέας ζήτησε την Ανδρομέδα ως γυναίκα του, για να την σώσει, και ο πατέρας της Κηφέας δέχτηκε. Ο Περσέας έχοντας ως τρόπαιο το τρομερό κεφάλι της μέδουσας από τον προηγούμενο άθλο του, το εμφάνισε στον δράκο ο οποίος «πέτρωσε», σώζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο της Ανδρομέδα.

Οι δράκοι αποτελούν ένα διαχρονικό και πανανθρώπινο αρχετυπική σύμβολο. Οι χθόνιοι δράκοι, οι φύλακες του παλαιού και της κρυμμένου θησαυρού, αποτελούν τα αρχετυπικά εκείνα όντα, ενάντια στους οποία οφείλουν να πολεμήσουν οι ήρωες, για να κατακτήσουν το μεγαλύτερο τρόπαιο από όλα, την υποταγή της κατώτερης φύσης τους, την ανάδειξη του ανώτερου εαυτού και της αυτογνωσίας, με τελικό προορισμό την ομοίωση προς τους Θεούς.

Ο δράκος αντιπροσωπεύει το ανεκδήλωτο, τις χθόνιες δυνάμεις, την αδάμαστη παρορμητική ενέργεια, τον φύλακα των πυλών της εσωτερικής γνώσης. Οι δράκοι κατοικούν πάντα σε σπηλιές, εκεί όπου επίσης κατοικούσαν οι πρώτοι άνθρωποι πριν δαμάσουν τόσο την φύση, όσο και την δική τους ανθρώπινη φύση. Ο δράκος και η σπηλιά, αντιπροσωπεύουν το υποσυνείδητο, το νοητικό και ψυχικό σκότος, τους φόβους και τα πάθη, που φωλιάζουν μέσα στα πνεύμα και την ψυχή του ανθρώπου.

Σε μία τέτοια προσπάθεια αρωγοί του άνθρωποι στέκονται πάντα οι Θεοί, ενώ συνήθως οι ήρωες βρίσκονται συνήθως επάνω σε ένα άλογο. Ο νους οφείλει να κυριαρχήσει στο α - λογο, στο παράλογο, στο  «ερπετικό» τμήμα του εγκεφάλου του. Ο δράκος σημειολογικά σε μία τέτοια συνάρτηση, ίσως να μην αποτελεί μία τυχαία επιλογή, αρχετυπικής μορφής.

Σήμερα δια μέσω της νευροεπιστήμης γνωρίζουμε πως όλες οι επιθυμίες και τα αισθήματα, οι αποφάσεις και οι συμπεριφορές μας, έχουν να κάνουν με εγκεφαλικές λειτουργίες, που εδράζονται στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Κάθε ένας από εμάς, δεν έχει ένα, αλλά τρεις διαφορετικούς εγκεφάλους ο καθένας τους από τους οποίους αντιπροσωπεύει και προέρχεται από ένα διαφορετικό στάδιο της βιολογικής καταγωγής και εξέλιξης του ανθρώπου. Τα περιγραφικά ονόματα αυτών των τριών εγκεφάλων, από τον εξελικτικά παλιότερο προς τον νεότερο, είναι: «Ερπετικός εγκέφαλος», ο «Παλαιο-Εγκέφαλος των θηλαστικών», και «Νέο-Εγκέφαλος των θηλαστικών».

Ο Ερπετικός εγκέφαλος υπάρχει και είναι σχεδόν όμοιος σε όλα τα είδη των ζώων, πουλιών και ερπετών που ζουν σήμερα στη γη. Η λειτουργίες του είναι απλές και σχετίζονται αποκλειστικά με την επιβίωση: Η πείνα, το σεξ, ο φόβος, η αντίδραση «μάχης - αποφυγής», η υπεράσπιση του προσωπικού μας εδάφους, το να είσαι ασφαλής, ο έλεγχος της θερμοκρασίας. Το τμήμα αυτό του εγκεφάλου ονομάζεται Ερπετικός Εγκέφαλος λόγω του ότι τα συμπεριφορικά γνωρίσματα για τα οποία είναι υπεύθυνο, παρατηρούνται και σχετίζονται με τα ερπετά.

Αυτά περιλαμβάνουν το καθαρό ένστικτο επιβίωσης, την αμεσότητα ερεθίσματος - απάντησης, την αντίδραση πάλη ή φυγή, τον ανταγωνισμό, την επιθετικότητα, την κυριαρχία, την επανάληψη, το τελετουργικό και την επιθυμία συσσώρευσης πόρων. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι οι λειτουργίες «βάσης» της Συνείδησης. Είναι λιγότερο από ανθρώπινες, κατ’ ουσία ζωώδεις σκέψεις και συμπεριφορές, οι οποίες αποτελούν τις «κατώτερες» καταστάσεις επίγνωσης και ύπαρξης.

Το δεύτερο σύμπλεγμα του Τριαδικού Εγκεφάλου είναι «ο Εγκέφαλος των Θηλαστικών», επειδή φαίνεται να αναπτύχθηκε σημαντικά αργότερα από το Ερπετικό Σύμπλεγμα κατά τη βιολογική εξέλιξη. Βρίσκεται πάνω από το εγκεφαλικό στέλεχος και την παρεγκεφαλίδα (δηλαδή, ακριβώς πάνω από το Ερπετικό Σύμπλεγμα). Αποτελείται από τον ιππόκαμπο , τον υποθάλαμο και την αμυγδαλή και η λειτουργία του Μεταιχμιακού Συστήματος - «ο Εγκέφαλου των Θηλαστικών» είναι να δημιουργήσει και να ρυθμίσει τη ροή των χημικών ουσιών και των χημικών αλληλεπιδράσεων που δημιουργούν τα συναισθήματά μας.

Τα συναισθήματα είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό των θηλαστικών, το οποίο λείπει γενικά από τα ερπετά και τα κατώτερα ζώα. Τα ερπετά αισθάνονται πόνο και υφίστανται τη βασική συμπεριφορά ερεθίσματος-απάντησης, αλλά δεν παρουσιάζουν συναισθηματικές αντιδράσεις, όπως χαρά, λύπη, ενσυναίσθηση, κλπ.

Ο «Εγκέφαλος των Θηλαστικών» λειτουργεί ως ενδιάμεσος μεταξύ των σκέψεων και των πράξεων μας, γιατί είναι τα συναισθήματα που δημιουργούν τα αισθήματα μέσα στη φυσιολογία μας, τα οποία μας κάνουν να συνειδητοποιούμε τον αντίκτυπο που έχουν οι ενέργειές μας στους άλλους.

Τα συναισθηματικά γνωρίσματα της Συνείδησης είναι ανώτερης τάξης, σε σύγκριση με τα «ερπετοειδή» χαρακτηριστικά που εμφανίζονται μέσω του «Ερπετικού Συμπλέγματος». Χωρίς τον «Εγκέφαλο των Θηλαστικών», δε θα είχαμε τη δυνατότητα να βιώσουμε συναισθήματα ή συμπάθεια για τους άλλους (ενσυναίσθηση), και θα ήμασταν ανίκανοι να αποφύγουμε καταστροφικές τάσεις και δράσεις, είτε αυτές στρέφονται προς τον εαυτό μας, είτε προς τους άλλους.

Με την ιδιότητά του ως ενδιάμεσο, ή ρυθμιστικό παράγοντα μεταξύ σκέψης και δράσης, ο «Εγκέφαλος των Θηλαστικών» θα μπορούσε να θεωρηθεί το Ιερό Θηλυκό, το Πνεύμα, ή η θεία «Μητέρα» της Συνείδησης!.

Το τρίτο και πιο σημαντικό τμήμα του Τριαδικού Εγκεφάλου είναι γνωστό ως «Νεοφλοιός ή Εγκεφαλικός Φλοιός». Ο «Νεοφλοιός» είναι το πιο πρόσφατα ανεπτυγμένο τμήμα του εγκεφάλου από την άποψη της βιολογικής εξέλιξης. Είναι η πιο προηγμένη και διακλαδωμένη (περιλαμβάνει και τη μνήμη) περιοχή του ανθρώπινου εγκεφάλου. Από φυσιολογικής άποψης, βρίσκεται πάνω από τον «Εγκέφαλο των Θηλαστικών» και το «Ερπετικό Σύμπλεγμα», και αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη έκταση και μάζα ολόκληρου του εγκεφάλου. Ο Νεοφλοιός ονομάζεται επίσης Ανθρώπινος Εγκέφαλος, γιατί είναι μια δομή μοναδική για τα ανθρώπινα όντα.[2]

Μυθολογικά λοιπόν αν η μάχη με το δράκο είναι η μάχη ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, την λογική και το παράλογο, του πολιτισμού, έναντι του αρχέγονου και πρωτόγονου φόβου, απέναντι στις ανεξέλεγκτες δυνάμεις της φύσης, επιστημονικά η μάχη αυτή, έχει και ψυχολογικές, ψυχαναλυτικές, ανθρωπολογικές και νευροφυσικές διαστάσεις. Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο όμως σε αυτές, διότι ο μύθος εδώ είναι ο πρωταγωνιστής.

Μυθικά και αλληγορικά λοιπόν όπως πολλές φόρες έχω αναφέρει, οι αρχετυπικές μάχες ανάμεσα σε ήρωες και δράκους συμβολίζουν τα πάθη και τους φόβους που φωλιάζουν μέσα μας, και δεν αφήνουν την ψυχή (κόρη - Ανδορμέδα στον συγκεκριμένο μύθο) να εξελιχθεί, και να ανελιχτεί στο θεϊκό της προορισμό.

Η Δρακοκτονία, σε μια από τις ερμηνείες της, αλληγορεί την θανάτωση των κατώτερων όψεων του εαυτού, την ανάδειξη των ανώτερων, αλλά και τις δοκιμασίες (δράκος φύλακας της γνώσης και του ασυνειδήτου) που καλείται ο υποψήφιος προς μύηση, να υπερκεράσει, ώστε να καταστεί άξιο τέκνο της σοφίας, και της πνευματικής αθανασίας.

Η νίκη επί του θηριώδους ερπετού- δράκους συμβολίζει τον έλεγχο, την ανατροπή, τη νίκη στη σκοτεινή φύση του ανθρώπου την αυτοκυριαρχία. Η διάσωση της παρθένου κόρης, αλληγορεί την απελευθέρωση των ανώτερων πνευματικών δυνάμεων, γεγονός που υποδεικνύεται και από το όνομα της κόρης που απελευθερώνει ο Περσέας, την Ανδρομέδα.

Το όνομα της είναι σύνθετο από το ουσιαστικό «ἀνήρ» (γεν. ἀνδρός) και το αρχαίο ρήμα «μέδω» (δεν είναι τυχαίο πως έχει κοινή ρίζα με την Μέδουσα), το οποίο σημαίνει: άρχω, κυβερνώ, βασιλεύω, προστατεύω = αυτή που προστατεύει τους άντρες. Ο υπαινιγμός είναι προφανής. Ο άνθρωπος μπορεί να σώσει τον εαυτό του, με τις δικές του δυνάμεις, με την δύναμη της θέλησης του και την βοήθεια των θεών, με τα όπλα των θεών, τα οποία είναι η φρόνηση, η αρετή, η νόηση.

Μια από τις πρώτιστες ιδιότητες του δράκου είναι αυτό που σημαίνει το ίδιο του το όνομα: δράκος από το «δέρκομαι», που σημαίνει βλέπω καθαρά. Αν ο δράκος λοιπόν δηλώνει το αρχέτυπο της καθαρής όρασης, της αντίληψης των πραγμάτων, όπως πραγματικά είναι πέρα από κάθε ψευδαίσθηση και αυταπάτη, τότε ο ήρωας ενσωματώνει αυτή τη δύναμη – όπως θέλει συχνά ο μύθος - με την τελετουργική σφαγή του πλάσματος.

Ο αγώνας με τον Δράκο συμβολίζει τις δυσκολίες που καλείται να υπερβεί κάποιος για να να κερδίσει τους θησαυρούς της εσωτερικής γνώσης. Το σκότωμα του Δράκου είναι η σύγκρουση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, του πνεύματος επί της ύλης, των παθών και ενστίκτων, του λογικού έναντι του παραλόγου, ο σφαγιασμός των καταστροφικών δυνάμεων του κακού , ή ο άνθρωπος που υπερνικά τη δική του σκοτεινή φύση και πετυχαίνει την κυριαρχία.

Για αυτό τον λόγο και οι μυήσεις γίνονταν πάντοτε σε σκοτεινά σπήλαια. Έχουμε μία επανάληψη της ανθρώπινης ιστορίας σε ατομικό χρόνο. Η ανθρώπινη ιστορία, ξεκινά από την μακαριότητα της ανθρώπινης μήτρας, συνεχίζεται στα σπήλαια της Γαίας, και θριαμβεύει στο πεδίο του ανθρώπινου πολιτισμού και στην ομοίωση προς τους Θεούς.

Η δρακοντοκτονία, κατά συνέπεια, είναι μέρος μιας «μυητικής» πορείας μιας δρακόντιας ατραπούς που προσπαθεί να καταστήσει την αθέατη ενέργεια και γνώση του ανθρώπου από ασυνείδητη σε συνειδητή. Ο δράκος ζει μέσα στο βάλτο δηλαδή στο τέλμα όπου σαπίζουν όλοι όσοι δεν επιδιώκουν την πνευματική τους ολοκλήρωση. Η γαλήνη αποκτάται όταν η εσωτερική αλήθεια βρίσκει το θάρρος να μάχεται και να σκοτώνει τους αρχέγονους «δράκους» που βρίσκονται μέσα μας και γίνονται η καθηλωτική δύναμη του φόβου, από ανασφάλεια και δειλία.

Η μυητική πορεία και αυτό ακριβώς τον ρόλο διασφάλιζε. Την υπέρβαση την αναγέννηση, μέσα από δοκιμασίες φόβου, και απελευθέρωσης, αναγέννησης, κατάκτησης της εποπτείας, της Θεογνωσίας. Ο Πρόκλος αναφέρει σχετικά (εις Πλάτωνος Πολιτεία):

«Εξάλλου το ότι οι μύθοι επιδρούν και στους πολλούς το δείχνουν οι ιεροτελεστίες. Αυτές πράγματι χρησιμοποιώντας τους μύθους με σκοπό να κλείσουν μέσα τους την απόρρητη αλήθεια σχετικά με τους θεούς, αποβαίνουν για τις ψυχές αιτίες της ταύτισης αισθημάτων με τα δρώμενα, κατά τρόπο άγνωστο σε εμάς και θεϊκό.

Έτσι , άλλοι από αυτούς που μετέχουν στις ιερές τελετές καταπλήσσονται κυριευμένοι από το θεϊκό δέος, ενώ άλλοι που προσαρμόζουν τη διάθεσή τους προς τα ιερά σύμβολα και εξέρχονται από τον εαυτό τους τοποθετούνται στην περιοχή των θεών και ευφορούνται από το πνεύμα τους. Και σε κάθε περίπτωση τα επόμενα αυτών γένη που είναι ανώτερα από εμάς βάσει της εναρμόνισης και οικειότητας τους προς τα τέτοιου είδους σύμβολα, μας υψώνουν μέσω της συμπάθειας προς τους θεούς» .

Σύμφωνα με τον Πρόκλο, δε μπορούμε να ασχοληθούμε με τη συμβολική, αν δε γνωρίζουμε το φιλοσοφικό υπόβαθρο στο οποίο εντάσσονται τα σύμβολα που προτιθέμεθα να μελετήσουμε, ώστε να καταστούμε ικανοί να ενεργοποιήσουμε τις σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ αυτών και του υπεραισθητού κόσμου. Τα τελευταία δηλαδή για τους πολλούς ανθρώπους είναι γελοία, για εκείνους τους λίγους όμως που μπορούν να ανυψωθούν προς το νου αποτελούν έκφανση της ομοιοπάθειάς τους προς την πραγματικότητα και βεβαίωση που προκύπτει από τα ίδια τα ιερατικά έργα της σύμφυτης των θείων όντων δύναμης.

«Πραγματικά οι θεοί ευχαριστούνται στο άκουσμα τέτοιων συμβόλων, ανταποκρίνονται αμέσως σε όσους τους καλούν και φανερώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους μέσα από αυτά, καθότι τα θεωρούν σημάδια συγγενικά τους και κατεξοχήν γνώριμα τους. Τα μυστήρια και οι τελετουργίες επίσης με αυτά εκδηλώνουν τη δημιουργική ενέργεια τους, και μέσα από αυτά προκαλούν, για όσους είναι μυημένοι να βλέπουν, θεάματα τέλεια, γεμάτα εσωτερική ηρεμία και απλόμορφα, για τα οποία ο νέος στην ηλικία και πολύ περισσότερο ο ανώριμος στον χαρακτήρα είναι ανεπίδεκτος».

Παραπομπές:

[1] Ελένη Καραγιάννη: Το Κεφάλι της Μέδουσας, Παιδοψυχίατρος – Ψυχοθεραπεύτρια

[2] «Τριαδικός Εγκέφαλος» http://mousikikaitherapeia.blogspot.com/




Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Ο αρχαίος Ελληνικός και ο Βυζαντινός ναός.


Ο αρχαίος Ελληνικός ναός δεν ήταν τόσο χώρος λατρείας αλλά περισσότερο ένα αφιέρωμα της πόλης στους θεούς. Ήταν πλήρως εναρμονισμένος στο φυσικό τοπίο, και αποτελούσε ένα αρχιτεκτονικό μαρμάρινο μνημείο, με κίονες και παραστάσεις στις μετόπες μορφές από την μυθολογία. Θεοί, ημίθεοι ήρωες και θνητοί, πρωταγωνιστές στην αέναη μάχη της ζωής.

Ο ναός στην αρχαία Ελληνική αρχαιότητα αποτελούσε την κατοικία του θεού, το κτήριο που στέγαζε το λατρευτικό άγαλμα μιας ή περισσότερων θεοτήτων, και όχι ο χώρος συνάθροισης των πιστών, όπως στο Χριστιανικό κόσμο. Αυτό φανερώνει και το ουσιαστικό «ναός», που προέρχεται από το ρήμα «ναίω» (=κατοικώ).

Στο εσωτερικό του κυρίως ναού, οι κίονες που στήριζαν τη στέγη, πολλές φορές διαμόρφωναν κι ένα πλαίσιο που αναδείκνυε το λατρευτικό άγαλμα. Σε αρχαϊκούς, όπως και σε κάποιους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς ναούς διαμορφωνόταν στο βάθος του σηκού ένα άδυτον, μέσα στο οποίο τοποθετούσαν το λατρευτικό άγαλμα με ανθρωπομορφικά χαρακτηριστικά.

Η αρχαία Ελληνική τέχνη στο ύψιστο σημείο. Δεν είναι τυχαίο πως η άγαλμα λέξη σημαίνει την θέα εκείνου που κάνει τις αισθήσεις και την ψυχή να αγάλλεται, να χαίρεται.

Το άγαλμα της θεότητας βρίσκεται κρυμμένο στο άδυτον του ναού, κατ' αντιστοιχία του αθάνατου θεϊκού στοιχείου το οποίο ενυπάρχει κρυμμένο εντός των σωμάτων μας, του υλικού ναού μας. Όπως ανέφερε ο Ηράκλειτος αφενός μεν της φύσης της αρέσει να κρύβεται, και αφετέρου κρυμμένη αρμονία είναι καλύτερη απ' τη φανερή.

Αντίληψη που συναντάμε αργότερα και στα λεγόμενα του Ιησού:

«Δεν ξέρετε πως είστε ναός του Θεού κι ότι το Πνεύμα του κατοικεί ανάμεσά σας; Αν κάποιος, λοιπόν, με τις διαιρέσεις καταστρέφει το ναό του Θεού, αυτόν θα τον αφανίσει ο Θεός. Γιατί ο ναός του Θεού είναι άγιος, κι ο ναός αυτός είστε εσείς» (Α΄Κορ.3,9-17).

Οι πιστοί στην αρχαία Ελλάδα, συγκεντρώνονταν στον περιβάλλοντα χώρο έξω από το κτήριο του ναού, όπου βρισκόταν και ο βωμός για την προσφορά θυσιών και την άσκηση της λατρείας, καθώς η αρχαία Ελληνική θρησκεία είναι κατά εξοχήν φυσιολατρική. Στον ίδιο υπαίθριο χώρο, εκτός από τον βωμό, υψώνονταν διάφορα αφιερώματα των πιστών, κυρίως αγάλματα κι αναθηματικές στήλες.

Ο βωμός βρισκόταν συνήθως στην είσοδο της ανατολικής πλευράς του ναού, σε σημείο ορατό από το άγαλμα του θεού που ήταν τοποθετημένο μέσα στο ναό. Η θυσία ήταν η κορυφαία εκδήλωση λατρείας γι’ αυτό και ο βωμός ήταν ο πυρήνας του Ιερού.

Οι θυσίες μπορούσαν να είναι αναίμακτες προσφορές από γάλα, μέλι, λάδι, κρασί, καρπούς, άνθη ή αιματηρές, με το σφάξιμο ζώων. Τα μη φαγώσιμα μέρη του ζώου καίγονταν στο βωμό προς τιμή των θεών ενώ τα υπόλοιπα μοιράζονταν στους πιστούς. Σε αντάλλαγμα ζητούσαν βοήθεια, προστασία, καλή σοδειά ή καθαρμό από φόνους και κακές πράξεις.

Στον υπαίθριο χώρο γύρω από το ναό, εκτός από τον βωμό, υψώνονταν επίσης διάφορα αφιερώματα των πιστών, κυρίως αγάλματα και στήλες, γνωστά ως αναθήματα. Με την προσφορά τους οι πιστοί εξασφάλιζαν την εύνοια των θεών ή τους ευχαριστούσαν για κάτι.

Το μέγεθος και το υλικό κατασκευής των αναθημάτων ποικίλλει ανάλογα κυρίως με την οικονομική δυνατότητα του πιστού που τα πρόσφερε. Για τη φύλαξη ορισμένων αφιερωμάτων υπήρχαν χαρακτηριστικά κτίσματα, οι λεγόμενοι Θησαυροί.

Οι ρυθμοί είναι δύο: ο Δωρικός και ο Ιωνικός. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Βιτρούβιο (De architectura 4.1.3-7), συγγραφέα του μόνου αρχαίου συγγράμματος για την αρχιτεκτονική που μας σώζεται, ο Δωρικός ρυθμός, που δημιουργήθηκε στην Πελοπόννησο (συγκεκριμένα μάλιστα στο Άργος) και διαδόθηκε αργότερα και στη Μικρά Ασία.

Στην πραγματικότητα δεν αποκλείεται ο Δωρικός ρυθμός να προήλθε από την εξέλιξη στοιχείων της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής. Πάντως τα πρώτα γνωστά παραδείγματα εντοπίζονται στη βόρεια Πελοπόννησο και δεν είναι παλαιότερα από το τέλος του 8ου ή τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Ο ναός χωρίζεται σε τρία μέρη:

1) ο πρόναος. Είναι ένας μικρός χώρος που τον συναντάμε στο μπροστινό μέρος του ναού.

2) ο σηκός. Είναι το κυρίως μέρος του ναού. Εδώ ήταν τοποθετημένο το άγαλμα του θεού.

3) ο οπισθόδομος. Είναι ένας χώρος που βρίσκεται στο πίσω μέρος του ναού.

Οι ναοί ως τόποι λατρείας συνδέθηκαν με την τέλεση θρησκευτικών εορτών κι εκδηλώσεων. Οι γιορτές αυτές συνοδεύονταν συχνά από τη διεξαγωγή αγώνων. Στα πιο ονομαστά ιερά κάποιες γιορτές απέκτησαν και πανελλήνιο χαρακτήρα, όπως τα Ολύμπια, τα Πύθια, τα Νέμεα και τα Ίσθμια ξεπερνώντας τα όρια της απλής λατρείας και αποτελώντας τις πιο σημαντικές κοινωνικές εκδηλώσεις του αρχαίου κόσμου.

Βραβεία σε αυτούς τους αγώνες ήταν στεφάνια από ελιά, δάφνη, πεύκο κι αγριοσέλινο αντίστοιχα (στεφανίτες αγώνες).Υπήρχαν βέβαια και τοπικοί αγώνες σε κάθε πόλη με έπαθλα μεγάλα χρηματικά ποσά και πολύτιμα δώρα (χρηματίτες αγώνες).

Οι περισσότεροι αρχαίοι Ελληνικοί ναοί ήταν κτισμένοι με κατεύθυνση προς την ανατολή, προς τον ανατέλλοντα ήλιο. Αντίθετα οι Χριστιανικοί ναοί προσβλέποντας στην Δευτέρα παρουσία, έχουν κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή.

Οι πρώτοι ιδιόκτητοι Χριστιανικοί ναοί χτίζονται από το τέλος του 2ου αι. μ.Χ. χάρη στην ένταξη των Χριστιανικών κοινοτήτων στις λεγόμενες «Ταφικές Εταιρείες». Αυτές είχαν το δικαίωμα να έχουν ιδιόκτητο χώρο συνάθροισης των μελών τους και κοιμητήριο.

Αυτές οι πρώτες εκκλησίες, είχαν απλό σχήμα και έμοιαζαν με τις βασιλικές ή ήταν περίκεντρα και οκταγωνικά κτήρια, και ονομάζονταν «Ευκτήρια», «Κυριακά», «Βασιλικές» και «Μαρτύρια», αφού ήταν συχνά κτισμένες πάνω σε τάφους μαρτύρων.

Η αρχαιότερη περιγραφή Χριστιανικού ναού που έχουμε αφορά το ναό του Παυλίνου στην Τύρο (313-322), η οποία περιγράφεται από τον εκκλησιαστικό ιστορικό Ευσέβιο. Ο ναός αυτός φαίνεται ότι διέθετε τα τρία βασικά μέρη του χριστιανικού ναού, νάρθηκα, κυρίως ναό και Ιερό Βήμα. Αυτοί οι πρώτοι ναοί είχαν απλή διακόσμηση με συμβολικές παραστάσεις (Σταυρός, ΙΧΘΥΣ, μονόγραμμα Χριστού…) ή καθαρά διακοσμητικές (άνθη, καρποί, παραδείσια πτηνά…).

Την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας χτίστηκαν ναοί σε σχήμα σταυρού, που η οροφή τους σκεπαζόταν από μεγάλο τρούλο, ο οποίος συμβόλιζε τον ουρανό. Είναι ακριβώς ο θόλος, με τον οποίο η Χριστιανική αρχιτεκτονική, με ολοένα καινούργιες μορφές, πέτυχε ένα υπερφυσικό αντίγραφο του ουρανού και της θεϊκής παντοδυναμίας.

Στον τρούλο ζωγράφιζαν συνήθως τη μορφή του Χριστού που ευλογούσε τους πιστούς (Χριστός Παντοκράτορας). Ο ναός χωρίζεται σε τρία μέρη: στον πρόναο, στον κυρίως ναό και στο Ιερό Βήμα (ή Ιερό).

Η Βυζαντινή τέχνη δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ως άρρηκτη συνέχεια της αρχαίας Ελληνικής παρά τις ομοιότητες. Αν και χρησιμοποιήθηκε η ίδια γλώσσα και επιβίωσαν στοιχεία της αρχαίας Ελληνικής παράδοσης, η Βυζαντινή τέχνη εμπεριέχει σοβαρές αντιθέσεις με την αρχαία Ελληνική.

Στο Βυζάντιο ο ναός είναι ο τόπος των τούβλων, των τρούλων, και της πολύχρωμης διακόσμησης που αποτελούν τα ψηφιδωτά η τα σμάλτα, με παραστάσεις αγίων. Παρότι υπάρχουν και εδώ κίονες, αλλά και ξυλόγλυπτο η μαρμάρινο τέμπλο. Το τέμπλο ονομάζεται μεσοτοιχία της αμαρτίας, καθώς λόγω των αμαρτιών μας χωρίζει από την πηγή της ζωής που είναι ο Θεός.

Το τέμπλο χωρίζει τον κυρίως ναό, από το Ιερό βήμα, το αντίστοιχο «άβατο». Στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές το τέμπλο είχε την μορφή χαμηλού κιγκλιδώματος, για αυτό και ονομάζεται «κιγκλίδες, κάγκελα» και οι είσοδοι «καγκελοθύρια» ή «Ἅγια Θύρα». Αργότερα το φράγμα και ολόκληρο το βήμα ανυψώνεται περισσότερο και πάνω στους πεσσίκους τοποθετιούνται μικροί κίονες που ενώνονται στην απόληψη τους με το επιστύλιο. Ανάμεσα σε αυτούς τοποθετούνται τα βήλα (κουρτίνες).

Οι εικόνες ανάμεσα σε αυτές θα τοποθετηθούν αργότερα τον 14ο αιώνα, με παραστάσεις από την Παλαιά και Καινή διαθήκη. Στο επάνω μέρος βρίσκεται η εικόνα του Ιησού της Παναγίας, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, των Αρχαγγέλων κ.λ.π

Στον Χριστιανικό ναό το κτίριο συλλαμβάνεται ως εσωτερικός χώρος, όπου ο πιστός αποκόπτεται από τον έξω κόσμο, και το φυσικό περιβάλλον.!

Πηγές: https://learnmore.ancienttemple.ysma.gr/, Το Λυκόφως των Θεών, Δ. Κοργιανίτης, εκδ. Αρχέτυπο, Η Θεολογία του Τέμπλου, Μαρία Χατζηγκούμα, «χώρα του Αχώρητου», Βυζαντινή Αθήνα

 

 

 

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

Εαρινή ισημερία και Ελευσίνια Μυστήρια.


Οι Ισημερίες και Ηλιοστάσια σηματοδοτούν συγκεκριμένα χωροχρονικά σημεία κατά την περιστροφή της Γαίας γύρω από τον ζωοδότη ήλιο. Παρατηρώντας ο άνθρωπος την φύση αντιλήφθηκε πως οι εναλλαγές κάθε έτους στην φύση, ορίζονται  ορίζεται από τέσσερις ημερομηνίες:

- Εαρινή Ισημερία 21/3 έναρξη της Άνοιξης (ίσες ημέρα-νύχτα)

- Θερινό Ηλιοστάσιο 21/6 έναρξη του Θέρους (η μεγαλύτερη ημέρα)

- Φθινοπωρινή Ισημερία 21/9 έναρξη του Φθινοπώρου (ίσες ημέρα-νύχτα)

- Χειμερινό Ηλιοστάσιο 21/12 έναρξη του Χειμώνα (η μικρότερη ημέρα)

Τις  τέσσερις αυτές ημέρες όλοι ανεξαιρέτως οι αρχαίοι πολιτισμοί θεωρούσαν ιερές για αυτό και σηματοδοτούσαν ιδιαίτερες εορτές, τελετουργίες και μυστικιστικά δρώμενα, καθώς οι ανθρώπινες κοινωνίες συσχέτιζαν τα γεγονότα του πνευματικού κόσμου με τις φάσεις του ήλιου, και την εμφανή επίδραση του στη φύση.

Αρχαίοι ναοί και  μνημεία, ήταν ευθυγραμμισμένα με την ανατολή του ήλιου τις συγκεκριμένες αυτές ημέρες, λειτουργώντας ως ηλιακά ημερολόγια, κοσμικά παρατηρητήρια, αλλά και ως ημέρες με ιδιαίτερη ενεργειακή και πνευματική ενέργεια .

Η εαρινή ισημερία γίνεται Φέτος (20/3/ 2021) 11:37 ώρα Ελλάδας, και σηματοδοτεί επίσημα την έναρξη της Άνοιξης.  Εφέτος η Εαρινή ισημερία συμπίπτει με το ψυχο Σάββατο των Αγίων Θεοδώρων. Το ψυχοσάββατο σχετίζεται όμως στενά με την αρχαία Θεά Δήμητρα και την γιορτή των Ανθεστηρίων.

Πιο συγκεκριμένα οι αρχαίοι Έλληνες είχαν την συνήθεια να προσφέρουν στους νεκρούς τους μία φορά το χρόνο την ημέρα των Χυτρών την Τρίτη δηλ. και τελευταία ημέρα της εορτής των Ανθεστηρίων (διαρκούσαν τρεις ημέρες και ήταν κατά παράδοση αφιερωμένα στο θεό Διόνυσο, τον οίνο και την οινοποσία, συνδεόταν επίσης με τον εορτασμό της διάβασης του χειμώνα προς την άνοιξη, της πορείας από το ζόφο και το μαρασμό του χειμώνα στην άνοιξη που θάλλει, θάλποντας τη νέα ζωή), αυτό που ονόμαζαν «πανσπερμία ή πανκαρπία», δηλαδή ένα μίγμα διαφόρων καρπών.

Για αυτό τον λόγο οι Αθηναίοι, τοποθετούσαν σιτάρι, στους τάφους των κεκοιμημένων, τους δε κεκοιμημένους τους ονόμαζαν «Δημήτριους», γιατί πίστευαν ότι η Θεά Δήμητρα τους χάρισε ως δώρο το σιτάρι. Για αυτό τον λόγο έθαβαν μέσα σε μεγάλα πιθάρια σιτάρι, διότι πίστευαν ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή.

Μεγάλο μέρος των τελετών αυτών ήταν συνεπώς αφιερωμένο στις ψυχές των νεκρών προγόνων, σε προσφορές, εξευμενισμούς και εξαγνισμούς, αλλά και στο ξέφρενο καλωσόρισμα του καινούριου μέσα από διαβατήριες τελετές ενηλικίωσης, δημόσιες οινοποσίες, σκωπτικά πειράγματα και αναπαραστάσεις ιερογαμίας παραπέμποντας σε τελετές γονιμότητας (Καρναβάλι).

Φυσικά δεν είναι τυχαίο πως στα Ελευσίνια Μυστήρια γινόταν σιωπηρή επίδειξη ενός σταχύου. Και δεν είναι επίσης τυχαίο πως στα σημεία των ισημεριών (εαρινή και τη φθινοπωρινή) πραγματοποιούταν τα Ελευσίνια Μυστήρια,  προς τιμήν της Περσεφόνης και της Δήμητρας.  Για τους αρχαίους Έλληνες, αυτή ήταν η ώρα  επιστροφής της Περσεφόνης από τον Άδη στη Γη και τη μητέρα της, τη Δήμητρα, στα μικρά Ελευσίνια.

Τα μικρά ή εν Άγραις μυστήρια, τελούνταν μία φορά το χρόνο, κατά το δεύτερο μισό του μήνα Ανθεστηριώνα (αρχές Μαρτίου), στο Μητρώον εν Άγραις, που βρισκόταν στη δεξιά όχθη του Ιλισού, και ήταν το προπαρασκευαστικό στάδιο για όσους επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στα Ελευσίνια Μυστήρια ή Μεγάλα Μυστήρια, που τελούνταν κατά το μήνα Βοηδρομιώνα (μέσα στο Σεπτέμβριο).

Η ίδρυση των Μικρών Μυστηρίων οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Ηρακλή, που, όντας ξένος, για να μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια, έπρεπε να περάσει ένα πρώτο τελετουργικό στάδιο κάθαρσης στην Αθήνα. Οι ερευνητές δέχονται ότι τα Μικρά Μυστήρια ήταν αφιερωμένα στην Περσεφόνη, ενώ τα Μεγάλα στη Δήμητρα.

 Η περίοδος αυτή ήταν μέρος της προετοιμασίας για τα Μεγάλα Ελευσίνια Μυστήρια (στην επόμενη ισημερία) όπου μετά από καθαρμούς, θυσίες και όρκους εχεμύθειας, οι μύστες δεχόντουσαν την πρώτη διδασκαλία, βάσει της οποίας θα μπορούσαν να συμμετάσχουν και να αντιληφθούν τα Μεγάλα Ελευσίνια Μυστήρια.

Τη συσχέτιση των μεγάλων μυσταγωγικών τελετών με τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια αναφέρει ο Ιουλιανός (ο λεγόμενος Παραβάτης, διότι  προσπάθησε να επαναφέρει την αρχαία θρησκεία Αυτοκράτωρ του Βυζαντίου από το 361 έως το 363 μ.Χ). Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από  βιβλίο του:

«Υποστήριζα προηγουμένως ότι σημασία έχει και η εποχή την οποία διάλεξαν οι αρχαίοι για την τέλεση των μυστηρίων και το γεγονός ότι την όρισαν έτσι ώστε να έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σχέση με την πραγματικότητα.

Όταν λοιπόν ο Ήλιος βρίσκεται ακριβώς στο σημείο εκείνο του ισημερινού κύκλου, εκείνο διάλεξε η θεά για τον εαυτό της. Όταν δηλαδή βρίσκεται στο σημείο του Ζυγού, τελούνται τα μεγαλόπρεπα και απόκρυφα μυστήρια της Δήμητρας και της Κόρης.

Και πολύ σωστά. Γιατί τότε ακριβώς πρέπει πάλι να τελέσουμε τα μυστήρια προς τιμή του θεού που απομακρύνεται, για να αποφύγουμε τις καταστροφές που μπορεί να μας προκαλέσει ο θρίαμβος της ανόσιας δύναμης του σκότους.

Πάντως οι Αθηναίοι τελούσαν δυο μυστήρια προς τιμήν της Δήμητρας, τα Μικρά Μυστήρια, όπως τα έλεγαν, όταν ο ήλιος βρίσκεται στο σημείο του Κριού, και τα Μεγάλα Μυστήρια, όταν μπαίνει στον Ζυγό για τους λόγους που ανέφερα.

Όσο για την ονομασία Μεγάλα και Μικρά Μυστήρια, νομίζω πως εξηγείται με την απομάκρυνση του θεού, όπως ταιριάζει άλλωστε, και όχι με το πλησίασμα του προς την γη.

Έτσι τα Μικρά Μυστήρια αποτελούν απλώς υπόμνηση, δεδομένου ότι ακριβώς την στιγμή που είναι παρών ο θεός που μας τράβηξε κοντά του, τότε αρχίζουν τα προκαταρκτικά της μύησης και λίγο αργότερα επακολουθεί η κάθαρση και οι επίσημες θρησκευτικές τελετές.

Όταν ο θεός φεύγει προς την αντιχθόνα ζώνη, τελείται το σπουδαιότερο μέρος των μυστηρίων, που αφορά την διαφύλαξη και την σωτηρία μας.

Κοιτάξτε! Όπως και στην προκειμένη περίπτωση, αποκόπτεται το όργανο της γονιμοποίησης, έτσι και όσοι Αθηναίοι παίρνουν μέρος στις μυστικές τελετές πρέπει να είναι τελείως αγνοί, και στον αρχηγό τους, τον ιεροφάντη, απαγορεύεται η γονιμοποίηση, επειδή δεν μπορεί να συνεχίζει την πορεία προς το άπειρο-αφού η περιορισμένη και μόνιμη ουσία που περικλείεται στο Ένα είναι αμιγής και καθαρή. Αλλά αρκετά μέχρις εδώ, σχετικά με αυτά».
Ιουλιανός, «Εις την μητέρα των θεών», 173

Η περίοδος από την εαρινή ισημερία μέχρι την θερινή ηλιοστάσιο στο πνευματικό επίπεδο συμβολίζει την περίοδο της αναγέννησης και μεταμόρφωσης  των ανθρωπίνων ψυχών, κατ’ αντιστοιχία της ανθοφορίας και αναγέννησης της φύσεως.

Ο μύθος της Δήμητρας και της κόρης της στην Ελευσίνα είχε ένα προφανή αγροτικό χαρακτήρα, ο οποίος ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με τον κύκλο των εργασιών  από την σπορά ως τη συγκομιδή.  Σε ένα δεύτερο συμβολικό και αλληγορικό επίπεδο,  οι σεπτές και άρρητες «μυσταγωγικές» και «μυθαγωγικές» τελετές, οι οποίες τελούνταν προς τιμήν της θεάς της γονιμότητας στο Ελευσίνιο ιερό.

Οι μύστες μάθαιναν ότι η θεϊκή Περσεφόνη που την αντίκρισαν ανάμεσα στους τρόπους και τα μαρτύρια του Άδη, ήταν η εικόνα της ανθρώπινης ψυχής αλυσοδεμένη από την ύλη. Αλλά η ψυχή μπορεί να εξαγνιστεί με την αυτοπειθαρχία και μπορεί να θυμηθεί την πραγματική της προέλευση και προορισμό.

Τότε μόνο η Περσεφόνη θα ξαναγίνει αγνή, φωτεινή, η άρρητη Παρθένα που μοιράζει φως και χαρά. Όσο για τη μητέρα της, τη Δήμητρα, ήταν στον συμβολισμό των μυστηρίων η θεϊκή διάνοια και η νοητική αρχή του ανθρώπου που πρέπει να ξαναβρεί την ψυχή του για να φτάσει την τελειότητα.

Τα αρχαία Ελληνικά μυστήρια αποκάλυπταν ότι μετά την διαμόρφωση της μητέρας Γης και την σύσταση των μορφών της επιφάνειάς της, δημιουργήθηκε με την βοήθεια του Ηλίου η ψυχή, η οποία υπήρξε ο συντελεστής των ζωικών μορφών, που εξελίχθηκαν μέχρι την εμφάνιση του ανθρώπου. Συνεπώς η ψυχή του ανθρώπου έχει μητέρα την Γη και πατέρα τον Ήλιο. Σε Ορφική πινακίδα διαβάζουμε:

 «Γῆς παῖς εἰμι καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος, αὐτὰρ ἐμοὶ γένος οὐράνιον».

Οι ακτίνες του θείου Ηλίου μετέδωσαν στην μητέρα Γη το σπέρμα της ανθρώπινης μορφής και αφού αυτή το κύησε, το εξεδήλωσε ως ανθρώπινη οντότητα. Η ψυχή ακολουθεί τις τέσσερις φάσεις γης- ηλίου, όπου στο αρχικό στάδιο καλλιεργεί τις ιδέες, στο δεύτερο τις εκδηλώνει, στο τρίτο τις εναρμονίζει με τον θείο κόσμο, και στο τέταρτο μεταμορφώνει τις ιδέες σε καρπούς που προάγουν τον άνθρωπο από την υλική φύση στην πνευματική.

Τα Ελευσίνια Μυστήρια τελείωναν κατά τη φθινοπωρινή ισημερία, ακριβώς γι' αυτό το λόγο. Ο μυημένος στα Ελευσίνια Μυστήρια, είχε πλέον επιτύχει να εξισορροπήσει το φως και το σκοτάδι μέσα του.

Ο μύθος της Κόρης περιγράφει τον αέναο κύκλο της Ζωής στο κάθε τι. Την άνοδο και την κάθοδο, τη μέρα και τη νύχτα, τη κίνηση και την ακινησία. Συμβολίζει όλες τις αλληλοσυμπληρούμενες αντίθετες ενέργειες που συνθέτουν τη Ζωή. Το δίπολο της εσωτερικής και εξωτερικής αρμονίας.

Η αλληγορία υπενθυμίζει τη συνεχή μετάβαση της ψυχής από τη νύχτα στη μέρα, από τη μέρα στη νύχτα. Την κάθοδο της ψυχής στο σκοτάδι, τον εσωτερικό θάνατο και την άνοδο της ψυχής στο φως, στη Μητέρα. 

Φανταζόμαστε τον ιεροφάντη που ονομαζόταν ιεροκήρυξ  ντυμένο σαν τον ψυχοπομπό, Ερμή, φορώντας στο κεφάλι του τον πέτασο και κρατώντας το κηρύκειο, να οδηγεί τους υποψήφιους μύστες οι οποίοι είχαν υποστεί προκαταρκτική εξέταση κι είχαν δώσει απόδειξη της γέννησης τους, της μόρφωσης και της εντιμότητας τους, γίνονται δεκτοί στον κλειστό περίβολο από τον ιερέα της Ελευσίνας.

 Ήταν ο οδηγός, ο διάμεσος, ο εξηγητής των μυστηρίων. Οδηγούσε εκείνους που έφταναν μπροστά σ' ένα μικρό ναό με ιωνική κιονοστοιχία αφιερωμένο στην Κόρη, τη μεγάλη παρθένα Περσεφόνη. Έβγαιναν τότε από τον ναό οι ιέρειες της Περσεφόνης, σκεπασμένες με άσπιλα πέπλα, με γυμνούς βραχίονες και στεφανωμένες με ναρκίσσους, για να παραταχτούν κατά σειρά στο κεφαλόσκαλο και να ψάλλουν κάποια σοβαρή δωρική μελωδία. Κρατώντας το μέτρο με πλατιές κινήσεις των χεριών τους έψελναν:

«Να που φτάσατε στο καταχθόνιο κατώφλι της Περσεφόνης. Για να καταλάβετε τη μελλοντική σας ζωή και την τωρινή σας κατάσταση πρέπει να περάσετε το βασίλειο του θανάτου. Αυτή είναι η δοκιμασία των μυστών. Πρέπει να μάθετε ν' αψηφάτε τα σκότη για να χαρείτε το φως.. Αλλά καταραμένοι να 'ναι εκείνοι που ήρθαν να βεβηλώσουν τα Μυστήρια. Γιατί η θεά τις διεστραμμένες τους καρδιές θ' ακολουθεί σε όλη τη ζωή τους, και δεν θ' αφήνει τη λεία της ούτε στο βασίλειο των σκιών».

Στην συνέχεια, ακολουθούσαν  ημέρες με καθαρμούς, νηστείες, προσευχές και οδηγίες.
Εδουάρδος Συρέ, «Τα Ελευσίνια Μυστήρια».

Το φως και το σκότος, η ύλη και το πνεύμα, η Δήμητρα και η επάνοδος της Περσεφόνης, αλληγορούν το ταξίδι της εξέλιξης της ψυχής, ανάμεσα στον υλικό και πνευματικό κόσμο, όλες τις μεταβολές και τις αλλαγές που σηματοδοτούν τη Ζωή μας.

Οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν τον Ήλιο «οφθαλμό του Διός», ο  Πυθαγόρας, ο Σωκράτης και άλλοι σοφοί, χαιρετούσαν κάθε πρωί τον ανατέλλοντα ήλιο. Ο άνθρωπος καλείται να αναγνωρίσει το Απολλώνιο φως εντός του, να αναγνωρίσει πως νους, ψυχή και πνεύμα πρέπει να βρίσκονται σε ισορροπία.

Ο αναγεννημένος μύστης, θα  βιώσει μέσα στην σιωπή και το σκοτάδι το «φως», που ούτε σε μέγεθος μετριέται, ούτε σε κανένα σχήμα περικλείεται ώστε να ελαττωθεί, ούτε πάλι αυξάνει σε όγκο από έλλειψη ορίων, αλλά επεκτείνεται παντού απροσμέτρητο, ως κάτι μεγαλύτερο από κάθε μέτρο και ανώτερο από κάθε ποσό.

Σκοπός του ανθρώπου να καταστεί αυτόφωτος και όχι ετερόφωτος. Να γνωρίσει τον εαυτό του στην ολότητα του. Να γίνει «Δήλιος», να αποκαλυφθεί, να «αναγεννηθεί». Σκοπός του να δει: «Τον ήλιο να λάμπει εντός του, να δει το Φως του μεσονυκτίου», στα άδυτα της Ελυσίνος. 

Ο φιλόσοφος, ποιητής και ρήτορας Λούκιος Απουλήιος 123 - 170μ .χ, στο βιβλίο του «Μεταμορφώσεις», αναφέρει ένα μικρό τυπικό από τα Ελευσίνια μυστήρια:

«Πλησίασα τα όρια του θανάτου κι έχοντας φτάσει στο κατώφλι της Περσεφόνης ξαναγύρισα, περνώντας ανάμεσα απ' όλα τα στοιχεία (στοιχειακά πνεύματα της γης, του νερού, του αέρα και της φωτιάς).

Είδα τον ήλιο να λάμπει μέσα στα βαθιά μεσάνυχτα με φως αστραφτερό, καθώς και τους θεούς του κάτω και του επάνω κόσμου που τους πλησίασα και τους πλήρωσα τον φόρο της ευσεβούς μου λατρείας».

Ο μαθητής του Πλωτίνου, Πορφύριος (234 - 305 μ.χ)  και νεοπλατωνικός φιλόσοφος, μας,  αποκαλύπτει και αυτός ένα τελετουργικό από την μύηση των Ελευσίνιων:

«Στεφανωμένοι με μυρτιές μπαίνουμε μαζί με τους άλλους μύστες στον πρόναο ακόμα τυφλοί. Αλλά ο ιεροφάντης, που μας περιμένει μέσα στον ναό, θα μας ανοίξει σε λίγο τα μάτια.

Προηγουμένως όμως τίποτα δεν πρέπει να γίνεται βιαστικά παίρνουμε καθαρμό στον ιερό ναό. Γιατί με χέρια αγνά και αγνή καρδιά μάς καλούν να μπούμε στον ιερό περίβολο. Αφού μας οδηγήσουν μπροστά στον ιεροφάντη, εκείνος μας διαβάζει από ένα πέτρινο βιβλίο πράγματα που δεν πρέπει, επί ποινή θανάτου, ν' αποκαλύψουμε.

Ας πούμε μονάχα πως ταιριάζουν με τον τόπο και την περίσταση. Θα γελούσατε ίσως αν τ' ακούγατε έξω από τον ναό. Εδώ μέσα θα χάνατε κάθε τέτοια όρεξη, ακούγοντας τον γέροντα, γιατί είναι πάντοτε γέροντας, και βλέποντας τα σύμβολα που σας αποκαλύπτει.

Και δεν επρόκειτο καθόλου να γελάσει όταν η ίδια η Δήμητρα επιβεβαιώνει, με τη δική της γλώσσα και τα δικά της σημάδια, με τις απότομες ζωηρές αναλαμπές, τα σύννεφα που σωριάζονται πάνω σ' άλλα, ό,τι είδαμε και ακούσαμε από τον καθιερωμένο ιερέα της.

Τέλος, ένα θαυμαστό φως γεμίζει τον ναό. Αντικρίζουμε τ' αγνά Ηλύσια Πεδία και ακούμε τους χορούς των μακάρων. Δεν είναι λοιπόν με εξωτερικά φαινόμενα ή με κάποια φιλοσοφική διδασκαλία, αλλά στ' αλήθεια και στην πραγματικότητα που ο ιεροφάντης γίνεται δημιουργός και αποκαλύπτει όλα τα πράγματα. Ο Ήλιος είναι ο δαδούχος του, η Σελήνη ο βοηθός του δίπλα στον βωμό και ο Ερμής ο μυστικός του κήρυκας.

Η τελευταία λέξη όμως ειπώθηκε: ΚΟΝΞ ΟΜ ΠΑΞ. Η τελετουργία τέλειωσε, κι εμείς έχουμε γίνει επόπτες για πάντα».

«Εποπτεία», η  στιγμή κατά την οποία ο μύστης  αποκτούσε ένα «ἄλλον τρόπον τοῦ ἰδεῖν». Όταν έπρεπε να στραφεί θα μας αποκαλύψει ο ιδρυτής του Νεοπλατωνισμού Πλωτίνος  205 - 270 μ.χ προς το «εσωτερικό Φως», το οποίο είναι ομοούσιο προς το Θείο – Αγαθό.

Η «ομοίωση με τον Θεό - Αγαθό»,  αποτελούσε τον απώτερο στόχο, της ανθρώπινης ζωής. Αυτός ο στόχος επιτυγχανόταν μόνο όταν ο άνθρωπος ήταν ενάρετος έχοντας αρετές, όπως η φρόνηση, η δικαιοσύνη, η ευσέβεια. Και αυτό διότι όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Πλωτίνος :

«Ποτέ το μάτι δεν θα μπορούσε να δει τον ήλιο αν  δεν διέθετε ηλιακή μορφή ή φύση, ούτε η ψυχή θα μπορέσει να αντικρίσει το ωραίο, αν δεν έχει γίνει πρώτα ωραία η ίδια» .
Εννέαδες Περὶ τοῦ καλοῦ 1, 6, 8-9.

Αυτός είναι ο βίος των θεών και των θεϊκών και μακάριων ανθρώπων, απελευθέρωση από τα πράγματα του κόσμου τούτου, ζωή που δεν βρίσκει ηδονή στα επίγεια, φυγή του μοναχικού στο μοναχικό. Η ανάβαση στο «Αγαθό», αφορά, όπως σχολιάζει ο μαθητής του Πλωτίνου Πορφύριος, αφορά την: 

«Εν ημίν (θείου) προς το εν παντί θείον», η οποία είναι συνάμα αυτοπραγμάτωση, θέωση της ψυχής: 

«Η δε ψυχή περιθέουσα τον θεόν, αφαρπάζεται και περί αυτόν ως οιόv τε αυτή έχει».

Ο φιλόσοφος περνά από την «επίσκεψιν», που αυξάνει τη μάθηση - θεωρία στην επιστροφική κίνηση της ψυχής και διατυπώνει με την έκφραση «πάντα είσω» την αρχή της εσωτερίκευσης που είναι και η αρχή της ενοποιητικής κίνησης της ψυχής: 

«Ο σπουδαίος το παρ’ αυτού προς άλλον αποφαίνει προς δε αυτόν όψις. Ήδη γαρ ούτος προς το εν και προς το ήσυχον ου μόνον των έξω, αλλά και προς αυτόν, και πάντα είσω !».
Πλωτίνου Ἑννεάδες, ΙΙΙ, 8 6 37-40.

Υ.Γ. Σε αρκετές «παγανιστικές κοινωνίες», οι γιορτές του νέου έτους  εορτάζονταν την εποχή της άνοιξης από την 25η Μαρτίου έως την 1η Απριλίου, με την εαρινή ισημερία, καθώς η εποχή αυτή χαρακτηρίζει την αναγέννηση της φύσης. Ανάμεσα στην εαρινή ισημερία, 19/03 και το θερινό ηλιοστάσιο, 20/06, κυριαρχεί η κινητή γιορτή, η τρίμηνη περίοδος του Πάσχα, που αρχίζει με το τέλος του τριωδίου.

Το Πάσχα ενσωμάτωσε στοιχεία από αρχαίες λατρείες που  τελούνταν την αντίστοιχη εποχή και με το ίδιο νόημα: την  υπέρβαση του θανάτου. Το μεγαλύτερο μέρος των Πασχαλινών παραδόσεων  συναντιέται σε διάφορες αρχαίες τελετουργίες εξαγνισμού, που  συσχετίζονται με την αρχή της άνοιξης. Στους Χριστιανικούς χρόνους έμφαση δίνεται στη περίοδο της  Σαρακοστής που προηγείται του Πάσχα κατά την οποία η  αυτοσυγκράτηση αποκτά φανερή σπουδαιότητα εξαγνισμού.

Η μεγάλη συμβολική γιορτή της Ανάστασης συμπίπτει πάντα  χρονικά με την κορύφωση της άνοιξης. Ανάσταση της φύσης, αναγέννηση, ελπίδα. Προσκαλείται η ζωή να εγερθεί από τον ύπνο , από τον τάφο.

Και άλλες όμως μεγάλες γιορτές του Χριστιανισμού συνδέονται με τα ηλιοστάσια και τις ισημερίες. Κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο γιορτάζουμε τη γέννηση του Χριστού, στην εαρινή ισημερία τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στο θερινό ηλιοστάσιο την γιορτή του Αϊ- Γιάννη του Πρόδρομου (Κλήδωνα) και στην φθινοπωρινή ισημερία την εύρεση του Σταυρού. Η Ανάσταση καθορίζεται με βάση την εαρινή ισημερία, ενώ του Αγίου Πνεύματος είναι κοντά στο θερινό ηλιοστάσιο.

 

 


Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Το μυσταγωγικό «εις εαυτόν» ταξίδι τη ψυχής, και η ένωση με το Θείο.

Μουσείο Ελευσίνας. Η πίσω πλευρά της «Φεύγουσας Κόρης» Περσεφόνης (γύρω στο 480 π.Χ.).

Υπάρχουν τρεις τύποι ανθρώπων.

Ο πρώτος αφορά τους ανθρώπους εκείνους που θεωρούν την επίγεια ζωή σαν την αρχή και το τέλος.

Ο δεύτερος αφορά αυτούς που είναι ικανοί σε κάποιο βαθμό να στρέφουν τη ψυχή τους σε πιο υψηλές αξίες.

Και τέλος υπάρχουν οι σοφοί άνθρωποι των οποίων τα μάτια στρέφονται προς το Φως, την Θεϊκή πηγή όπου τα πάντα προέρχονται.

Είναι δύσκολο να συλλάβουμε με την νόηση τον Θεό και είναι αδύνατο να τον εκφράσουμε και αν ακόμη τον συλλάβουμε με την νόηση. Διότι είναι αδύνατον να ορίσεις το άυλο με το υλικό και δεν είναι δυνατόν να συλλάβεις το τέλειο με το ατελές και το αιώνιο είναι δύσκολο να συναντηθεί και να συνυπάρξει με το εφήμερο.

Διότι το ένα υπάρχει στην αιωνιότητα, ενώ το άλλο είναι παροδικό και το ένα υπάρχει πραγματικά, ενώ το άλλο από φαινομενική άποψη σκιάζεται. Και βρίσκεται σε τόσο μεγάλη απόσταση το ασθενέστερο από το ισχυρότερο και το κατώτερο από το ανώτερο, σε όση βρίσκεται το θνητό από το Θείο. Και η μεταξύ τους απόσταση αμαυρώνει την θέα του ωραίου. Διότι δύνασαι να δεις με τα μάτια τα υλικά σώματα και να περιγράψεις με την γλώσσα τα ορατά.

Αλλά το ασώματο και αόρατο και άμορφο και άυλο δεν είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτό από τις αισθήσεις μας. (Ερμής προς ΤΑΤ , Ερμητικά κείμενα αποσπ. Ι 28 Μονή Ιβήρων Αγιον Ορος 1317 - φ 287 α)

Αν λοιπόν μπορεί να γίνει με κάποιο τρόπο το θείο γνωστό, να είναι αντιληπτό από την ύπαρξη της ψυχής και από αυτήν να αναγνωρίζεται, καθ’ όσον είναι δυνατόν. Γιατί παντού τα όμοια αναγνωρίζουν τα όμοιά τους (Οδύσσεια ρ 218), έτσι και πάντα ο Θεός τον όμοιο κοντά στο όμοιο φέρνει.

Τα λουλούδια δεν ονειρεύονται τη μέλισσα. Ανθίζουν και η μέλισσα έρχεται....!

Πρέπει να δεχόµαστε τους θεούς και να τους αφήνουμε όπως ο καθένας, σύµφωνα µε το νόµο και το έθιµο, είναι διατεθειµένος να αντιλαµβάνεται (Πλούταρχος, Περί κοινών εννοιών προς Στωικούς, 1074, 31).

Και όπως ακριβώς στις πιο ιερές τελετές λένε ότι οι μύστες στην αρχή συναντούν πολυποίκιλα και πολυειδή τα γένη των θεών που έχουν προπορευτεί, ενώ, αν εισέλθουν ατάραχοι και προστατευόμενοι από τις τελετές, τότε την ίδια τη θεία έλλαμψιν ακραιφνώς μεταλαμβάνουν.

Η ψυχή μοιάζει με τον Γλαύκο, το θεό εκείνο της θάλασσας που έχει κολλημένες επάνω του αχιβάδες, φύκια και πέτρες, έτσι που να δυσκολεύεται κανείς να την αναγνωρίσει (Πλάτων, Πολιτεία 611c-d).).Η ψυχή όμως εισερχόμενη στον εαυτό θα δει και τον θεό. Και στην ένωση της με το κέντρο της ζωής, ξεπερνώντας το πλήθος και την ποικιλία των κάθε είδους δυνάμεων που βρίσκονται σε αυτήν, ανεβαίνει στη ίδια στην πηγή της.

Κατά τον ίδιο τρόπο η ψυχή η οποία κοιτάζει αυτά που βρίσκονται μετά από αυτήν, βλέπει τις σκιές και τα είδωλα των όντων, ενώ, αν στραφεί προς τον εαυτό της, ξεδιπλώνει τη δική της ουσία και τους δικούς της λογικούς προσδιορισμούς.

Και αρχικά, καθώς βλέπει μόνο τον εαυτό της, εμβαθύνει στην αυτογνωσία της και βρίσκει τον νου μέσα της και τις βαθμίδες των όντων, και προχωρώντας στο εσωτερικό της και περίπου στο άδυτο της ψυχής, εκεί «με κλειστά τα μάτια» (εξ ου και μύηση) παρατηρεί (εξ ου και εποπτεία) και «το γένος των θεών» (Πρόκλου «Κατά Πλάτωνος Θεολογία)».

Γιατί όλα υπάρχουν εντός μας με τρόπο ψυχικό και για αυτό από τη φύση μας τα γνωρίζουμε όλα, αφυπνίζοντας τις δυνάμεις που βρίσκονται εντός μας και τις εικόνες των πάντων. Η ψυχή, πρωταρχικά αμέριστη, γίνεται μεριστή με την επέλευσή της στα σώματα, αφού αυτά δεν μπορούν να την δεχτούν χωρίς μερισμό. Με αυτόν τον τρόπο είναι, πάνω από αυτά, γύρω από αυτά και μέσα σ' αυτά!»(Πλωτίνος Ενν. ΙΙΙΙ)

Η ομορφιά της καλής ψυχής διακρίνεται όταν ο άνθρωπος αποσυρθεί στον εαυτό του, τον οποίο και παρατηρεί. Οι αλήθειες της φιλοσοφίας πρέπει να ενσταλαχτούν σ’ αυτόν για να τον κάνουν να πιστέψει σ’ αυτό που, χωρίς να το ξέρει, έχει εντός του (Πλωτίνος Εν Ι.3, 1-2). Ο μυσταγωγικός φιλοσοφικός αυτός έρωτας είναι συνεκτικός, επιθυμεί την αρχέγονη ένωση, δεν ενέχει τίποτε το εγωιστικό και το επιτηδευμένο, είναι το μέσο της ένωσης της ψυχής με την ωραία εικόνα του Ενός από την οποία αποκολλήθηκε.

Όπως ο δημιουργός του ωραίου αγάλματος, παρόμοια και ο άνθρωπος σμιλεύει με την σκέψη και την ενόραση του παντός (Εν- ός), ώστε το μυσταγωγικό ερωτικό ταξίδι της ψυχής να καταλήξει σε μυστική ένωση με την πηγή των Πάντων.

To ταξίδι της ανθρώπινης ψυχής είναι ένα «εις εαυτόν» εσωτερικό ταξίδι, καθώς η ψυχή «ήξει ουκ εις άλλα, αλλά εις εαυτόν». «Πάντα είσω», τα πάντα είναι μέσα μας (Πλωτίνος, Εν (ΙΙΙ,8 6 37-40). Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να απομακρυνθούμε από όλα τα εξωτερικά, στραμμένοι ολοκληρωτικά προς τα μέσα. Καμία κλίση προς τα έξω, το σύνολο των πραγμάτων πρέπει να αγνοηθεί.

Η ψυχή τότε δεν θα δει τον θεό να εμφανίζεται ξαφνικά μέσα της, διότι δεν υπάρχει τίποτα πια που να τους χωρίζει, καθώς τότε δεν υπάρχουν δύο. Ο ορών είναι ένα με το ορώμενο, δεν είναι όραμα αλλά ένωση. Και τότε η ψυχή δεν έχει πια συνείδηση πως βρίσκεται μέσα σε ένα σώμα, ούτε πως ο εαυτός της έχει κάποια ταυτότητα.

Και εάν κάποιος ρωτούσε αυτόν που κατάφερε να «δει» το νοητό φως, από πού αυτό προήρθε , από έξω ή από μέσα, πλανάται. Δεν πρέπει να ερωτηθεί από πού ήρθε: δεν υπάρχει ένα «από πού», επειδή ούτε ήρθε ούτε έφυγε, αλλά εμφανίστηκε, και εξαφανίστηκε. Για αυτό δεν είναι ανάγκη να το εξαναγκάσει, αλλά πρέπει να περιμένει σιωπηλός έως ότου εμφανιστεί και να προετοιμαστεί για να το δει, όπως το βλέμμα περιμένει την ανατολή του ήλιου...!

Σύνθεση βασισμένη σε αποσπάσματα από τον γράφοντα από : Πλούταρχου, «κοινών εννοιών προς Στωικούς, 1074, 31»,Ερμητικά κείμενα αποσπ. Ι 28 Μονή Ιβήρων Αγιον Ορος 1317 - φ 287, Πλάτωνος «Πολιτεία», Πρόκλου «Κατά Πλάτωνος Θεολογία», «Εννεάδες» του Πλωτίνου.