Ο
Ηρακλής αποδείχθηκε πιο ικανός από όσο θα περίμενε ο βασιλιάς της
Τίρυνθας Ευρυσθέας. Κατάφερε έντεκα ήδη άθλους, οι οποίοι φάνταζαν αδύνατοι,
ίσως τελικά η θέα Ήρα, να μην ήταν τόσο ισχυρή, ή ο Δίας και η «αμήτωρ» κόρη
του Αθηνά, υπερκέρασαν με την βοήθεια τους στον Ηρακλή το μένος της Ήρας..
Σε κάθε περίπτωση, ο Ευρυσθέας, μετά από πολύ σκέψη επινόησε μία τελευταία αποστολή για τον Ηρακλή. Έναν σημειολογικό άθλο, μία αποστολή που ήταν αδύνατο να στεφθεί με επιτυχία, καθώς σηματοδοτούσε τον αντίθετο πόλο της ζωής, τον θάνατο, την κάθοδο δηλαδή στο βασίλειο του Άδη.
Η κάθοδος στον Άδη σηματοδοτούσε ένα δρόμο δίχως επιστροφή. Εδώ η ισχύς και ο λόγος του Διός δεν είχε καμιά σημασία, το βασίλειο του Άδη, ήταν το αντίθετο όριο της ζωής, ρυθμισμένο από τότε που η βασιλεία του κόσμου μοιράστηκε στους τρείς γιούς του έκπτωτου Κρόνου, του Δία, του Ποσειδώνα, και του Άδη.
Και εάν τα δύο πρώτα βασίλεια των Αιθέρων, της Γης, και των υδάτων τα οποία ρύθμιζαν ο Δίας, και ο Ποσειδώνας ήταν αλληλοεξαρτώμενα ως πηγές και συντηρητές της ζωής, το τρίτο το βασίλειο του Άδη, ήταν το χθόνιο βασίλειο του θανάτου, της σήψης, και της εκμηδένισης, και της ανακύκλωσης της ζωής, ήταν αυτόνομα και αυτθύπαρκτο. Αυτή η τελευταία ιδιότητα της ανακλώσης, και του κρυμμένου φυτικού πλούτου έδωσε στον Άδη και το προσωνύμιο Πλούτωνας.
Ο τελευταίος και δωδέκατος άθλος λοιπόν θα ήταν η κάθοδος στον Άδη, και η απαγωγή του τρομερού Κέρβερου. Κανείς δεν είχε κατέβει έως τώρα στον Άδη και να επιστρέψει πίσω στον κόσμο των ζωντανών. Ο Κέρβερος ο τρικέφαλος φύλακας, σκύλος του Άδη, έστεκε άχρονος φρουρός των πυλών του κάτω κόσμου. Τα τρία του κεφάλια συμβόλιζαν ακριβώς το τέλος του χρόνου για την έμβιο ζωή.
Εδώ το παρελθόν, και το μέλλον απλά δεν υπήρχαν κυριαρχούσε μόνο το σκιώδες και γκρίζο παρόν, ένα παρόν δίχως πριν και μετά, αιώνιο και αμετάκλητο. Όταν κάποιος νεκρός έφτανε στον Άδη, ο Κέρβερος κουνούσε την ουρά του χαιρετώντας τον, εάν όμως κάποιος από αυτούς που είχαν διαβεί περάσει την Πύλη τολμούσε να επιχειρήσει να επιστρέψει στον κόσμο των ζωντανών, τον κατασπάραζε.
Εδώ τα πάντα λειτουργούν αντίστροφα. Στον πάνω κόσμο ότι μπαίνει βγαίνει, εδώ δεν ίσχυε αυτό. Και όχι μόνο αυτό, συνήθως στον πάνω κόσμο, πιο δύσκολα μπαίνεις κάπου, και εύκολα βγαίνεις, εδώ γινόταν τον αντίστροφο, εύκολα μπαίνεις ποτέ δεν βγαίνεις. Αυτός ήταν ο νόμος των Θεών και δεν μπορούσε να αλλάξει διότι θα διασαλευόταν η κοσμική τάξη.
- Καλά τα κατάφερες Ηρακλή, αναπάντεχα καλά πρέπει να το αναγνωρίσω, του είπε χαιρέκακα ο Ευρυσθέας. Υπάρχει λοιπόν μία τελευταία αποστολή για εσένα, αν την φέρεις και αυτή εις πέρας είσαι ελεύθερος από εμένα.
- Δεν ικανοποιήθηκες ακόμα Ευρυσθέα, τι άλλο σκαρφίστηκες πάλι;, τον ρώτησε γεμάτος οργή, ο Ηρακλής. Θα ήθελε να τον συντρίψει στα χέρια του, αλλά έπρεπε να καθαρθεί από τα λάθη και τα πάθη του έπρεπε να υπομείνει και τον τελευταίο αυτό άθλο. Αυτή ήταν η επιταγή των Θεών.
- Τον έφαγες τον γάιδαρο, Ηρακλή, στην ουρά θα κολλήσεις του είπε χαμογελώντας χαιρέκακα ο Ευρυσθέας. Θέλω να μου φέρεις αλυσοδεμένο τον σκύλο φύλακα του Άδη τον Κέρβερο.
- Τι μου ζητάς Ευρυσθέα είπε ο χλωμός πλέον Ηρακλής; Αυτό είναι αδύνατο, κανείς δεν μπορεί να περάσει τα σύνορα του Άδη, χωρίς να μείνει για πάντα εγκλωβισμένος εκεί, δεν μπορεί να μου ζητάς κάτι τέτοιο, να μπω στο κρύο βασίλειο των νεκρών να πάρω τον Κέρβερο και να στον φέρω εδώ, κανείς δεν το έχει κάνει έως τώρα και ούτε πρόκειται να ξαναγίνει στο μέλλον.
- Είσαι γιός του παντοδύναμου Διός Ηρακλή, αυτή είναι η τελευταία μου επιθυμία και δεν αλλάζει. Θα την βρεις την λύση, πάντα την βρίσκεις…
Ο Ηρακλής έχασε την γη κάτω από τα πόδια του. Τι και εάν ήταν γιός του Διός, στο βασίλειο του Άδη ο πατέρας του δεν είχε καμιά αρμοδιότητα και ισχύ. Χρειαζόταν μία άλλη βοήθεια, μία βοήθεια, εκ των έσω. Δεν χρειαζόταν να το σκεφθεί και πολύ. Η μόνη δυνατή βοήθεια θα ερχόταν από την βασίλισσα του κάτω κόσμου την Περσεφόνη, και την μητέρα της Δήμητρα.
Ακόμα και ο ισχυρότερος άντρας χρειάζεται την αρωγή και το μυαλό μιας γυναίκας. Αν έχεις στο πλάι σου δύο, ακόμα καλύτερα, άτρωτος.
Και οι δύο ήταν χολωμένες
με τον Άδη λόγω της απαγωγής της κόρης Περσεφόνης, συνεπώς ίσως τον βοηθούσαν,
κινώντας κάποια νήματα που θα τον βοηθούσαν στο δύσκολο αυτό εγχείρημα.
Για να λάβει την βοήθεια της Δήμητρας της κόρης, έπρεπε όμως να μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια, γι' αυτό και αποφάσισε να επισκεφτεί την Αθήνα, και την Ελευσίνα . Υπήρχε όμως δύο σημαντικό προβλήματα για τη μύηση του. Πρώτον τα Μυστήρια δεν ήταν ανοιχτά σε όσους είχαν βάψει τα χέρια τους με αίμα και ο Ηρακλής είχε κυριολεκτικά λουστεί στο αίμα, και δεύτερον, υπήρχε και το πρόβλημα της υπηκοότητάς του καθώς μόνο Αθηναίοι πολίτες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στα Ελευσίνια Μυστήρια.
Η λύση και στα δύο προβλήματα δόθηκε από τις ίδια την Δήμητρα. Μετά από
παρέμβαση της, ο Αθηναίος Πύλιος υιοθέτησε τον Ηρακλή και τον έκανε πολίτη των
Αθηνών, και στην συνέχεια η Δήμητρα ίδρυσε τα Μικρά Μυστήρια ως χάρη στον
Ηρακλή ώστε να καθαρθεί και καθαγιαστεί από τις πρότερες μιαρές πράξεις και το
αίμα.
Εφόσον, λύθηκε και αυτό το πρόβλημα, ο Ηρακλής, ξεκίνησε
για το ταξίδι χωρίς
επιστροφή, στην δική του περίπτωση, ήλπιζε να υπάρξει επιστροφή. μπήκε από την
είσοδο που ήταν στο ακρωτήριο Ταίναρο, στη Λακωνική. Στο ακρωτήρι βρισκόταν
ένας ναός του Ποσειδώνα και κάτω από αυτόν μια σπηλιά. Σ’ αυτή τη σπηλιά
κατέβηκε ο Ηρακλής, και έφτασε στη θάλασσα κάτω από τη γη.
Στην παραλία τον περίμενε ο Χάρος, ο οποίος με το μικρό του πλοιάριο περνούσε
τις Ψυχές αντίπερα στο βασίλειο των νεκρών. Όταν είδε τον Ηρακλή και άκουσε πως
θέλει να τον πάει απέναντι, αρνήθηκε. Που ακούστηκε να κατεβαίνουν βόλτα οι
ζωντανοί στο Άδη. Που να ήξερε ο Χάρος και
την πραγματική αποστολή του Ηρακλή; Θα έχανε την δουλειά του. Εξάλλου ως
γνωστόν κάθε νεκρός έπρεπε να δώσει ένα οβολό στον Χάρο ως αντίτιμο για την
βαρκάδα στην χώρα του τίποτα, στο βασίλειο του Άδη. Αυτοί ήταν οι κανόνες.
Ο Ηρακλής χαμογέλασε, σήκωσε το ρόπαλο του ακουμπώντας το στον ώμο και κοίταξε απειλητικά, τον Χάροντα. Η ρώμη και ο οξύθυμος χαρακτήρας του Ηρακλή ήταν γνωστός ακόμα και στον κάτω κόσμο, δεν ήταν να παίζεις με αυτό τον τύπο, καλύτερα να άφηνε τον Αδη να επωμιστεί το πρόβλημα, αυτός ένας βαρκάρης ήταν, καταδικασμένος και αυτός να κάνει αιώνια την ίδια διαδρομή, δεν άξιζε να χάσει την ησυχία του, για ένα οβολό.
- Πολύ καλά Ηρακλή, θα σε περάσω απέναντι αν αυτή είναι η βούληση των θεών, αν και αυτό είναι ανήκουστο, του είπε αναγκαστικά και με φόβο ο Χάρος.
Όταν ο Ηρακλής έφτασε στον Άδη, τον είδαν οι ψυχές των νεκρών και σκόρπισαν τρομαγμένες. Εκεί στον κάτω κόσμο ο Ηρακλής είδε και την σκιά του Θησέα, σκιά πραγματική του εν ζωή εαυτού του. Μετά από αναζήτηση στον σκοτεινό και κρύο κόσμο των νεκρών ψυχών, έφτασε στον θρόνο του Άδη.
- Καλώς τον Ηρακλή, σπάνια έχουμε την τιμή να έχουμε τόσο διάσημους καλεσμένους στον κάτω κόσμο του είπε χαμογελώντας ο Άδης. Πόσο μάλλον κάποιον που βρίσκεται εν ζωή και κατέβηκε σε εμάς εθελοντικά. Υπάρχει ένα πρόβλημα όμως όπως ξέρεις, ότι κατεβαίνει εδώ δεν ξανα ανεβαίνει στον επάνω κόσμο. Συνεπώς τι δουλειά έχεις εδώ τρανέ γιέ του Διός; Και τι μπορώ να κάνω για εσένα;
- Δεν είναι δική μου επιλογή, ούτε έχω σκοπό να διαταράξω την κοσμική τάξη βασιλιά του κάτω κόσμου. Πιόνι και εγώ στις επιταγές των Θεών και της ανάγκης είμαι, για αυτό και μπροστά σου σήμερα βρίσκομαι. Χρειάζεται με βασιλική και Θεϊκή εντολή τον Κέρβερο πάνω στη γη να δει για λίγο ο Ευρυσθέας.
Ο Άδης είχε λάβει ραβασάκι τόσο από την Ήρα όσο και από την Αθηνά και τον Ερμή, πως θα έπρεπε κάνει μία εξαίρεση στην περίπτωση του Ηρακλή. Φοβόταν όμως μην η εξαίρεση γίνει κανόνας. Δεν ήθελε όμως και από την άλλη να εναντιωθεί στην θέληση τόσων θεών. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτή την χάρη στο μέλλον. Με την Περσεφόνη εξάλλου είχε συνεχώς προβλήματα, το να κάνεις Θεϊκές συμμαχίες, σίγουρα θα τον ωφελούσε κάποια στιγμή στο μέλλον.
- Εντάξει Ηρακλή, του είπε ο Άδης, αν καταφέρεις να πιάσεις τον Κέρβερο με τα γυμνά σου χέρια, χωρίς να χρησιμοποιήσεις το ρόπαλο σου, μπορείς να τον πάρεις για λίγο στον πάνω κόσμο, αν και καθόλου δεν θα χαρεί για αυτό.
Ο Ηρακλής δέχτηκε και
πήγε να συναντήσει τον Κέρβερο. Για να μην παραβεί τον όρο που του έβαλε ο Άδης,
άφησε ρόπαλο του, έχοντας μόνο τη λεοντή του για ασπίδα, ενώ στα χέρια του πήρε
μόνο μερικές μυτερές πέτρες.
Όταν τελικά βρήκε τον Κέρβερο στην πύλη του Αχέροντα, χρησιμοποίησε, όπως και στο λιοντάρι της Νεμέας, τα γυμνά του χέρια. Τύλιξε τα μπράτσα του γύρω στα σκυλίσια κεφάλια του και τον έπνιγε, ενώ ο Κέρβερος κατάφερνε φοβερές δαγκωματιές στον Ηρακλή. Παρόλα τα δαγκώματα του τρομερού θηρίου, στο τέλος ο Ηρακλής κατέβαλε τον Κέρβερο, τον έκανε κουτάβι, χώνοντας την φιδίσια ουρά του στα σκέλια, δηλώνοντας υποταγή. Αφού έτσι τον κατέβαλε ο Ηρακλής, τον έδεσε γερά και έφυγε για τον πάνω κόσμο.
Ο Άδης μην περιμένοντας αυτή την εξέλιξη, αθετώντας την υπόσχεση του, δεν άφηνε τον Ηρακλή να φύγει, κάνοντας αόρατες όλες τις πύλες εξόδου. Τότε ο Ηρακλής, στην απόγνωση του, πλήγωσε τον Άδη με ένα τόξο. Αυτός πληγωμένος και συνυπολογίζοντας τι διακυβεύεται, του έδωσε την άδεια να φύγει.
Η Θεά Αθηνά τον βοήθησε να περάσει το ποτάμι της Στυγός, και έτσι έφτασε στην έξοδο του Κάτω Κόσμου, που βρισκόταν στην Τροιζήνα, από όπου και ανέβηκε πάλι στη γη. Όταν ο Ηρακλής με το τρόπαιο του τον φοβερό Κέρβερο, βγήκαν στη γη, ο Κέρβερος, που δεν ήταν συνηθισμένος στο φως του ήλιου, θαμπώθηκε τόσο πολύ από τη λάμψη του που έβγαλε από το στόμα του χολή.
Όταν τέλος έφτασαν στις Μυκήνες και ο Ηρακλής έδειξε τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα,
αυτός από τον τρόμο του κρύφτηκε πάλι στο χάλκινο πιθάρι του. Αφού λοιπόν ο
Ηρακλής παρουσίασε τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα, εκτελώντας τον τελευταίο άθλο,
τον γύρισε πάλι πίσω στον Άδη, ώστε να μην διαταραχτεί η κοσμική τάξη και
αρμονία.
Δοκίμιο, Χλέτσος Βασίλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου